ΣΤΡΑΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΑΡΗΣ. Ένας Αγιασώτης πολυτεχνίτης…

Με το παρανόμι του Καμπάς τον ήξεραν, όπως κι άλλους, μέσα στο χωριό. Με το επίθετο Xριστοφάρης τον ήξεραν πολύ λίγοι. Ήταν μουσικός. Έπαιζε τρομπόνι με την κομπανία των Ρόδανων – Σουσαμλήδων, που ήταν άφταστη στους χορούς και στα ρεμπέτικα

ΣΤΡΑΤΗΣ ΚΑΜΠΑΣ
Σκίτσο Αντώνη Πρωτοπάτση (Pazzi) (Μελάνι, 14X20. Κάτοχος: Παν. Ρ. Σουσαμλής)

Με το παρανόμι του Καμπάς τον ήξεραν, όπως κι άλλους, μέσα στο χωριό. Με το επίθετο Xριστοφάρης τον ήξεραν πολύ λίγοι. Ήταν μουσικός. Έπαιζε τρομπόνι με την κομπανία των Ρόδανων – Σουσαμλήδων, που ήταν άφταστη στους χορούς και στα ρεμπέτικα. Την ξέρανε στα χωριά του Πολιχνίτου και κυρίως της Γέρας, όπου τους φώναζαν ταχτικά ως το 1939-1940, που παίζανε μερόνυχτα κι όχι σπάνια και βδομάδα σωστή. Είχε και μπάρμπα μουσικό, που ήταν παντρεμένος στη Γέρα, το Γιώργο Καμπά. Έπαιζε κλαρίνο με την κομπανία των Νείρων, που ήταν άφταστη στα ευρωπαϊκά και στις καντάδες, με τον καλλίφωνο τραγουδιστή και μουσικό (τρομπόνι) Θεοφάνη, που ήταν γαμπρός του Καμπά.

Ήταν πολυτεχνίτης, χωρίς να είναι και ερημοσπίτης, όπως θέλει το λαϊκό ρητό. Είχε το καφενείο με τα μπαλκόνια πάνω στο γεφύρι, στο Σταυρί, (σημερινό σπίτι Στρατή Στεφάνου). Έκανε έπιπλα, καρέκλες, χτένια, καρούλια, σαγίτες για τις κρεβατές, αδράχτια κι άλλα. Με επινόησή του, που πρόσθεσε στα πόδια ραπτομηχανής, το ξασμένο και λαναρισμένο μαλλί, που θα έκανε στο αδράχτι γρίζα μια γυναίκα σε δέκα μέρες, το έκανε μόνο σε εφτά και όλο ντούζ’κο (το ίδιο). Απ’ τα θεμέλια έχτισε κι αποτέλειωσε ένα καλύβι του στις Λάμπες. Ακόμα έκανε και βάρκα του Κυνηγετικού Ομίλου για το κυνήγι της πάπιας στη Μεγάλη Λίμνο. Κι όλα αυτά αυτοδίδαχτος. Ό,τι δουλειά κι αν καταπιανόταν, την έβγαζε πέρα. Και ό,τι έβγαινε απ’ τα χέρια του ήταν σωστό καλλιτέχνημα και μιλούσε.

Στη φωτογραφική τέχνη που ασχολήθηκε, όταν παράτησε το όργανό του, χρειάστηκε να παρακολουθήσει λίγες μέρες κοντά στον πρόσφυγα φωτογράφο Παν. Χατζέλη, για να μάθει την τέχνη. Το 1927 που ο Χατζέλης μετέφερε το φωτογραφείο στη Μυτιλήνη, για να χτίσουν το σημερινό Ξενώνα, που στεγάζει την Αστυνομία και το Αγρονομείο, δημιούργησε δικό του φωτογραφείο στον Κάτω Κάμπο, δίπλα στο σπίτι του Παν. Κωμαΐτη.

Οι Καμπάδες που φτάσαμε είχαν διαψεύσει το παρατσούκλι τους, που στην τουρκική θα πει χοντρός. Απεναντίας ήταν κανονικοί στο σώμα και στο μυαλό όλοι τους ξυράφια κι όχι καμπάδες.

Θαύμαζε παθολογικά τους Γερμανούς (χωρίς να είναι φίλος τους) για τις προόδους, τις εφευρέσεις και τα τεχνολογικά τους επιτεύγματα. Με τρεις νεαρούς Γερμανούς τουρίστες, που πέρασαν το 1937 παίζοντας ερασιτεχνικά ακορντεόν, που δεν είχε διαδοθεί ακόμα εδώ στην Ελλάδα, ήταν ξετρελαμένος με το παίξιμο και τα όργανά τους. Τους πήρε στο σπίτι του και τους περιποιήθηκε όσο μπορούσε. Όταν τον ρωτήσαμε, αν τον τραχανά που τους πρόσφερε τον πήρανε για στόκο και τον κολλούσαν στα τζάμια, πειράχτηκε πολύ.

Το καλοκαίρι του 1938 που ήρθε από το Μόναχο, όπου σπούδαζε, ο Πάνος Κολαξιζέλης κι απ’ την Αθήνα ο Πάνος Πανανής, που ήταν δημ. υπάλληλος, για να του εξάψουν πιο πολύ το θαυμασμό που είχε για τους Γερμανούς, συναγωνίζονταν ποιος θα του πει το πιο μεγάλο και τερατώδικο ψέμα. Ο Κολαξιζέλης του είπε πως απ’ τα ράχτα, που έχουμε μπόλικα και άχρηστα, οι Γερμανοί βγάζουν το καλύτερο μαλλί. Κι ο Πανανής, πιο τερατολόγος, του είπε πως στην Αθήνα κάποιος έχει φέρει μια ράτσα κότες απ’ τη Γερμανία, που, όταν γίνουν δυο χρονώ, αντί αβγά γεννούν πλέλια, φτάνει στην τροφή τους μέρα παρά μέρα να τους δίνεις και ζωικές τροφές (κρέας, ψάρια) και να τις έχεις σε ζεστό μέρος το χειμώνα. Αυτό δεν το χώρεσε το μυαλό του κι αντέδρασε. Με την επιβεβαίωση του Κολαξιζέλη και την υπόσχεση του Πανανή, πως θα φροντίσει να του στείλει μια κότα απ’ την Αθήνα, προσποιήθηκε πως το δέχτηκε. Όταν γύρισε ο Κομνηνός Τσοκαρέλης απ’ την Αθήνα όπου είχε πάει του έφερε μια παράξενη μαύρη γυμνολαίμισσα κότα μέσα σε μια κλούβα. Οι αμφιβολίες του άπιστου Θωμά διαλύθηκαν μεμιάς σαν καπνός. Κατουρημένος απ’ τη χαρά του για το πρωτάκουστο απόχτημά του, την έδειχνε καμαρωτός και περήφανος στα καφενεία και στο δρόμο που τραβούσε για το σπίτι του, στην Μπουτζαλιά. Στα καφενεία και στις γειτονιές οι συζητήσεις ήταν για την κότα που γεννά τα πλέλια. Το σπίτι του έγινε τόπος προσκυνήματος. Εντολή στη γυναίκα του, το Βγενιώ, να την έχει σαν τα δυο της τα μάτια. Γιατί, όσο αξίζει η κότα, δεν αξίζουν και οι δυο τους (ήταν άτεκνοι). Την είχαν μη στάξει και μη βρέξει. Μα αυτή και έβρεχε και έσταζε παντού κι όπου τύχαινε. Το Βγενιώ τραβούσε τα μαλλιά της για τη φορτούνα που ήρθε στο κεφάλι της, με τις κουτσουλιές που δεν πρόφταινε να καθαρίζει. Δεν ήξερε τι να κάνει. Έφτασε ο καιρός και φύγανε στις Λάμπες για τις ελιές. Μαζί τους πήραν και την κότα.

Μια μέρα, χωρίς να προσέξει και να το καταλάβει, δεν έκλεισε καλά την πόρτα του καλυβιού ο Καμπάς. Μαυρισμένα τα μάτια της κότας από το μεγάλο περιορισμό που την είχαν, βρήκε την ευκαιρία και ξεπόρτισε. Ώσπου να σηκωθεί να βγει έξω ο Καμπάς, η κότα έγινε άφαντη. Ευτυχώς που έφυγε απ’ τον ίδιο και δεν έφυγε απ’ το Βγενιώ. Τι θα γινόταν και γω δεν ξέρω. Όσο περνούσαν οι μέρες και δε βρισκόταν η κότα, τόσο μεγάλωνε η στεναχώρια του Καμπά. Αντίθετα το Βγενιώ χαιρόταν, γιατί γλύτωσε από τις κουτσουλιές της, που δεν προλάβαινε να καθαρίζει, και τη φασαρία της, που έκανε άνω κάτω τα πάντα μέσα στο σπίτι.

Ανέβηκαν στο χωριό, για να κάνουν τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Την παραμονή των Φώτων, κατά το έθιμο, πήγαμε και του είπαμε τα κάλαντα, με τα παρακάτω στιχάκια που κάναμε.

Άρχισε, γλώσσα μ’, άρχισε, άρχισε μη φοβάσαι,
και τα τραγούδια που θα πεις, καλά να τα θυμάσαι.
Γοι φίλοι σου γοι Γερμανοί, που ‘ρταν απ’ άλλου τόπου,
του τραχανό που τς φίλιψις τουν πήρανε για στόκου.
Μην απαντέγς για να γιννήσ’ γη όρθα, που στείλαν, πλέλια,

θαν αφαν’στείς να τνη ταγίγς χαψέλια τσ’ αντιρέλια.
Σ’ τούτο το σπίτι που ‘ρταμι τα κάλαντα να πούμε,
χρόνια πολλά και ευτυχή, για να του ευχηθούμε…

ΣΤΡΑΤΗΣ ΚΑΜΠΑΣ
Σκίτσο Χαράλαμπου Πανταζή

Με τα στιχάκια αυτά άναψε σαν μπαρούτι και φούσκωσε σαν τη θάλασσα. Να πάρει την πιστογεμή; να μας πετάξει κανά κουμάρι; έδωσε τόπο στην οργή, έκανε τα πικρά γλυκά. Την ώρα που μας κερνούσε το Βγενιώ, κουνώντας το κεφάλι της, δαγκάνοντας τα χείλη της και δείχνοντας τον με τα μάτια της, μας έλεγε πως ήταν όλος φωτιά και λαύρα. Μας ευχαρίστησε μ’ ένα πικρό, γεμάτο φαρμάκι χαμόγελο που δεν μπόρεσε να κρύψει, μα ούτε και να γλυκάνει λίγο.

Πριν από το 1940, στα Βατερά, ένας πλανόδιος Πλωμαρίτης μανάβης διαλαλούσε την πραμάτεια του, φωνάζοντας: ωραία, ζουμερά, αγιασώτικα ροδάκινα. Όταν τα είδαν, πως είναι δεύτερης ποιότητας, ο Στρατής Παπανικόλας, ο Θείελπης Λευκίας, που αγαπούσαν τα πειράγματα κι ήταν τρυπ’τήρια σωστά, καθώς και ο γιατρός Καραμάνος, που δεν πήγαινε παρακάτω, (μακαρίτες και οι τρεις), νόμισαν πως τους δόθηκε η ευκαιρία να μας βάλουν στην τσιργίνα, να μας πειράξουν, να μας πθέψουν, να μας κουρδίσουν, για να σπάσουν πλάκα. Το πρώτο κέντρισμά τους ήταν, αν ό,τι βγάζει η Αγιάσος είναι σαν αυτά τα ροδάκινα. Μονάχοι τους πέσανε στη φάκα. Χωρίς καμιά επιδίωξη, καμιά προσπάθεια ή προετοιμασία. Ούτε μπορούσαν ποτέ να φανταστούν πως θα πάνε για μαλλί και θα βγουν κουρεμένοι. Για κάτι τέτοια και προπαντός αυθόρμητα τρελαινόταν κι ήταν η ψυχή του Καμπά. Χαρούμενος, γελαστός και με έκδηλη την ικανοποίηση στο πρόσωπό του, ξεκρεμάζει τον κυνηγετικό του τροβά, χώνει μέσα το χέρι του, βγάζει και προσφέρει σ’ όλους από ένα ροδάκινο, γιατί άλλο δε χωρούσε η χούφτα του, που μείνανε όλοι κατάπληκτοι, με γουρλωμένα κι ορθάνοιχτα τα μάτια, αποσβολωμένοι, και με τα ροδάκινα στο χέρι, χωρίς να βγάζουν άχνα κανείς τους για κάμποση ώρα. Δίνοντας τους τα ροδάκινα, τους είπε. Να, ποια είναι τ’ αγιασώτικα κι όχι αυτά που σας φέρνει και σας γελά ο Κατσούπς, ο Λουβιάρς (έτσι λέγαν τότες τους Πλωμαρίτες). Και γυρίζοντας στον Πλωμαρίτη, που τα είχε κι αυτός χαμένα από το ανέλπιστο περιστατικό, και πριν ακόμα του πει κουβέντα, νομίζοντας πως θα τον βάλει μπροστά για την απάτη που κάνει, λέγει: Κι να κάνου, φαμ’λίκς κι φτουχός άθριπους είμι κι τρέχου απ’ κη μια ως κη άλλ’ κι κάνου ό,κ(ι) μπουρώ, να βγάλου του ψουμί σκιά μουρέλια μ’.

Στον πλάτανο του Κήπου της Παναγίας
Αναμνηστική φωτογραφία πάνω στον πλάτανο του Κήπου της Παναγίας (3 Αυγούστου 1936). Εικονίζονται από αριστερά προς τα δεξιά: Γιάννης Χατζηνικολάου, Στρατής Καβαδέλης, Στρατής
Παπανικόλας, Στρατής Αναστασέλης (πίσω), Κομνηνός Τσοκαρέλης και Μιλτιάδης Σκλεπάρης

Η καλή η μέρα φαίνεται από το πρωί. Όλα ήρθαν στον Καμπά βολικά κι από μόνα τους. Πέτυχε να μην πάρουμε χαμπάρι τα ροδάκινα που είχε στον τροβά του. Μ’ αυτά τους κατέπληξε και τους αποσβόλωσε. Αλλιώς θα μας έπρηζαν και θα μας έσκαζαν στο πθέψ’μου.

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΣΚΛΕΠΑΡΗΣ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ. τ. 011 & 012-1982

ΑΓΙΑΣΩΤΕΣ ΚΑΙ ΛΥΣΣΟΦΟΒΙΑ

Το Φλεβάρη του 1936 η Αγιάσος ήταν ανάστατη. Είχε διαδοθεί πως ένα γουρούνι, που σφάχτηκε και πουλήθηκε σε πολλούς Αγιασώτες και Μυτιληνιούς, ήταν λυσσασμένο και πως υπήρχε κίνδυνος να λυσσάξουν κι όσοι έφαγαν κρέας απ’ αυτό. Για την ενημέρωση των κατοίκων πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση

Το Φλεβάρη του 1936 η Αγιάσος ήταν ανάστατη. Είχε διαδοθεί πως ένα γουρούνι, που σφάχτηκε και πουλήθηκε σε πολλούς Αγιασώτες και Μυτιληνιούς, ήταν λυσσασμένο και πως υπήρχε κίνδυνος να λυσσάξουν κι όσοι έφαγαν κρέας απ’ αυτό. Για την ενημέρωση των κατοίκων πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση στο Αναγνωστήριο κι έγινε σχετική συζήτηση. Πήραν μέρος πολλοί, επιστήμονες και μη, και διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις, οι οποίες περιλαμβάνονται στο πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου του Αναγνωστηρίου Αγιάσου (αρ. 36/24-2-1936)

Το θέμα τής λυσσοφοβίας ήταν αρκετά ενδιαφέρον , γι’ αυτό και το εκμεταλλεύτηκε ο καρνάβαλος της χρονιάς εκείνης, ο οποίος μεταξύ άλλων είπε:

Όλοι του φάγανι του γρούν(ι)

βρασμένου τσι ψημένου,

μόνου Βασίλ’ς γιου Τσιραμ’διάρ’ς

το ’φαγι παστουμένου.

Τώρα ανησυχεί γιου φουκαράς,

μην τύχει τσι λυσσάξει,

τσι στην Αθήνα θενά πα

γιατρός να τουν κοιτάξει.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Έκτακτος Συνεδρίασις 24 -2 – 1936 Πρακτικόν 36ον

… Μετά την διαπίστωσιν της παρουσίας των ανωτέρω ο Πρόεδρος κ. Ηλίας Κουφέλλης προβαίνει εις την ανακοίνωσιν του θέματος δια το οποίον εκάλεσεν την έκτακτον ταύτην μεικτήν συνεδρίασιν.
Θέμα:     Επιστημονική συζήτησις επί του θρυλουμένου κινδύνου να πάθουν εκ λύσσης δύο χιλιάδες (αρ. 2000) άτομα της κωμοπόλεως, επειδή έφαγον από κρέας χοίρου, όστις είχεν δηχθή εκ λυσσώντος κυνός.

ΣΥΖΗΤΗΣΙΣ

Μετά την υπό του κ. Προέδρου γενομένην επίσημον ανακοίνωσιν του θέματος, λαμβάνει τον λόγον ο κ.
Ιωάννης Κοντός, υποδιοικητής Χωροφυλακής Αγιάσου, όστις λέγει περίπου τα εξής: Κύριοι, εξ όσων μέχρι στιγμής γνωρίζω, τα κύρια σημεία της υποθέσεως ταύτης έχουσιν ως εξής: 1) Ο χοίρος εδαγκάθη την 14ην Σεπτεμβρίου 1935. 2) Ηγοράσθη και εσφάγη υπό του κρεοπώλου Νικολάου Στεφανή την 14ην Φεβρουαρίου 1936, ήτοι εξ ολοκλήρους μήνας βραδύτερον. 3) την 14ην Φεβρουαρίου και 15ην ιδίου επωλήθησαν εκ τούτου ενενήκοντα (αρ. 90) οκάδες ενταύθα και εξήκοντα εις Μυτιλήνην, μεταφερθείσαι δι’ αυτοκινήτου υπό του εισπράκτορος των αυτοκινητιστών κ. Δημ. Παπουτσέλλη.

Εν συνεχεία ο κ. υποδιοικητής αναφέρει ότι, μόλις επληροφορήθη τα ανωτέρω, προέβη εις τας ενδεδειγμένας ενεργείας παρά τη Υγειονομική Υπηρεσία, τηλεγραφήσας συνάμα και εις την Δ/σιν του Δ. Λυσσιατρείου Αθηνών.

Μετά τον κ. Ιωάννην Κοντόν λαμβάνει τον λόγον ο κ. Ευάγγελος Παπασταματίου, όστις αναπτύσσων το ιστορικόν της υποθέσεως εν γένει λέγει τα ακόλουθα: Κύριοι, ως εξηκρίβωσα, προ εξ μηνών κύων τις λυσσών (περί την 14ην Σεπτεμβρίου 1935) και ευρισκόμενος εις την αγροτικήν περιφέρειαν Αγίου Δημητρίου, επετέθη κατά τινος όνου και κατά τινος γυναικός, ους έδηξεν εις τους πόδας, ο αυτός κύων επετέθη και κατά του αναφερομένου χοίρου, τον οποίον και έδηξεν εις το ους (αυτίον). Και η μεν γυνή μετέβη εις το Δημόσιον Λυσσιατρείον Αθηνών και υπεβλήθη εις την σχετικήν θεραπείαν, ο δε όνος έμεινεν έκτοτε εις την τύχην του, ότε πρό 15 ημερών (της σήμερον) επαρουσίασεν συμπτώματα λύσσης και κατεσπάραξεν εαυτόν. Ο χοίρος, ανήκων εις τον Βασίλειον Μώλην, εδέθη υπ’ αυτού αμέσως και παρηκολουθήθη επί δίμηνον. Επειδή δε επί εξήκοντα (60) ολοκλήρους ημέρας ουδέν σημείον έδειξεν ασθενείας, αφέθη ελεύθερος, χωρίς όμως και να διαλύση τας υπονοίας κυρίου και περιοίκων. Ο καιρός παρήρχετο και η υπόθεσις συν τω χρόνω υπέκυψεν εις τον νόμον της φυσικής του λήθης, ότε απροόπτως, μετά πάροδον πέντε (5) ολοκλήρων μηνών, όνος τις εις την αυτήν περιφέρειαν (Αγίου Δημητρίου) επαρουσίασεν συμπτώματα λύσσης και κατεσπάραξεν εαυτόν. Ήδη, ως εξηκριβώθη, ο κατασπαράξας εαυτόν όνος ήτο ακριβώς ο όνος όστις εδήχθη κατά τον Σεπτέμβριον υπό του ως άνω αναφερθέντος σκύλου. Τούτο εβεβαίωσεν και ο κύριος του όνου. Μετά 15-20 ημέρας ακριβώς από της εκδηλώσεως της λύσσης επί του όνου, ο δηχθείς χοίρος επωλήθη υπό του κ. Βασιλείου Μώλη εις τον κρεοπώλην Νικόλαον Στεφανήν, όστις αφού έσφαξεν αυτόν τον επώλησεν ενταύθα και εις Μυτιλήνην.

Μετά την εξιστόρησιν του κ. Ευαγγέλου Παπασταματίου, ο φαρμακοποιός κ. Ιωάννης Β. Χατζηλεωνίδας και σύμβουλος του Αναγνωστηρίου επερώτησεν τον κ. Ευάγγελον Παπασταματίου, εάν τότε που εφάνη ο λυσσών κύων κατηγγέλθη (το γεγονός) εις την αστυνομίαν. Εκ της γενομένης διαλεκτικής συζητήσεις των παρευρισκομένων διεπιστώθη ότι το γεγονός και κατηγγέλθη και η αστυνομία απέστειλεν την κεφαλήν του σκύλου εις το Λυσσιατρείον, το οποίον διεπίστωσεν συμπτώματα λύσσης.

Ο κ. Πάνος Ευαγγελινός επερωτά εάν τα συμπτώματα της λύσσης τα εκδηλωθέντα εις τον όνον ήσαν πραγματικά ή μη τυχόν είναι θρύλοι, εμφανιζόμενα ως αληθή υπό της κοινής γνώμης. Εξηκριβώθη ότι ουδείς εκ των παρευρισκομένων είδεν τον όνον να κατασπαράζη εαυτόν, πλην του κ. Χριστόφα Κανεμά, όστις εβεβαίωσεν το γεγονός, εφ’ όσον ούτος ήκουσεν την τραγικήν ιστορίαν του όνου εκ στόματος του ιδίου κυρίου και ιδιοκτήτου του όνου.

Εξακολουθών κατόπιν ο κ. Ευάγγελος Παπασταματίου συμπληρώνει την ιστορίαν του σκύλου – γυναικός – όνου -χοίρου, τονίσας εν τέλει ότι το γεγονός δεν είναι σύνηθες και ακίνδυνον και συνεπώς η ανησυχία του λαού του δηχθέντος είναι δικαία και λογική. Άλλωστε το γεγονός του όνου καθιστά έτι ανησυχητικόν το γεγονός. Τελειώνων αναφέρει και άλλας περιπτώσεις, κατά τας οποίας χοίροι δηχθέντες υπό λυσσώντος κυνός επαρουσίασαν συμπτώματα λύσσης.

Ο κ. Χατζηγιάννης, αστίατρος, υποστηρίζει ότι ούτε ο γάιδαρος είχε λύσσα ούτε ο χοίρος, εφ’ όσον δεν έδειξαν συμπτώματα λύσσης εντός του υπό της επιστήμης καθοριζομένου χρονικού ορίου. Ότι (θεωρεί διαγράφεται μία λέξις) πρέπει να υπάρχη το ελάχιστον ξύσιμον και έκδηλος η λύσσα και θεωρεί τον θόρυβον άσκοπον και τον φόβον επιζήμιον. Τονίζει ότι ο χοίρος έπρεπε μετά ένα μήνα να εκδηλώση συμπτώματα λύσσης κ.λ.π. Αναφέρει ότι πρακτικώς δια του πεπτικού σωλήνος είναι αδύνατος η μετάδοσις της νόσου. Υπάρχει φόβος εις την παρούσαν περίπτωσιν 1/1000 και τούτο απίθανον. Συνεπώς δεν πρέπει να ανησυχούμεν και να προκαλούμεν συζητήσεις, αφού η δια του πεπτικού σωλήνος μετάδοσις της νόσου είναι σχεδόν αδύνατος, εφ’ όσον ακόμη εις τον χοίρον δεν υπήρχον εκδηλώσεις λύσσης. Τον αστίατρον επερωτά  ο κ. Ι. Χατζηλεωνίδας, δια ποίον λόγον δεν εγένετο η δέουσα ανακοίνωσις. Ο κ. Χατζηγιάννης απαντών λέγει ότι ως αστίατρος προέβη εις την δέουσαν ανακοίνωσιν μέσον της τοπικής εφημερίδος «Ηχώ της Αγιάσου» την 23ην Φεβρουαρίου 1936. Ο κ. Ι. Χατζηλεωνίδας λέγει ότι η ανακοίνωσις δεν διασαφηνίζει το πράγμα καλώς και συνεπώς ήτο απαραίτητος η σημερινή συζήτησις. Ο κ. αστίατρος Χατζηγιάννης λέγει ότι εγκρίνει την σημερινήν συζήτησιν του Αναγνωστηρίου με μόνην την διαφοράν ότι έπρεπε να περιμένη την απάντησιν του Λυσσιατρείου και μετά να καλέση συζήτησιν επιστημονικήν.

Ο κ. Ευάγγελος Παπασταματίου υπό τύπον απαντήσεως λέγει ότι, εφ’ όσον και 1/1000 υπάρχη φόβος να μεταδοθή η νόσος, είναι εύλογος ο φόβος, δικαία και απαραίτητος η σημερινή συζήτησις, η οποία θα μας παρουσιάση εν τέλει εν ασφαλές και πειστικόν συμπέρασμα. Ακολουθεί διαλογική συζήτησις μεταξύ Παπασταματίου και Χατζηγιάννη δια τον όνον και κατόπιν ο έφορος της βιβλιοθήκης κ. Όμηρος Κοντούλης λέγει: Εφ’ όσον δια την ιδίαν περίπτωσιν εις άλλην περιφέρειαν του κράτους εστάλη συνεργείον, πρέπει να γίνουν αι επιβαλλόμεναι ενέργειαι, είτε μεταδίδεται η νόσος είτε όχι είτε ο φόβος είναι μικρός είτε μεγάλος.

Ο κ. Περικλής Τζαννετής λέγει: Εφ’ όσον δεν ημπορούμεν να αποκλείσωμεν τον φόβον της μεταδόσεως, οι έχοντες αμυχάς να μεταβούν αμέσως εις Αθήνας και να υποβληθούν εις θεραπείαν. Ο κ. Δημήτριος Σκλεπάρης (φιλόλογος) συγχαίρει το Αναγνωστήριον δια την πρωτοβουλίαν του ταύτην και τονίζει ότι θά πρέπη να γίνη διεξοδική και λεπτομερής ανακοίνωσις προς τον ανησυχούντα λαόν.

Ο κ. Γρηγόριος Μαστραντωνάς (όστις έφαγεν και αυτός κρέας) προκαλεί τον αστίατρον Χατζηγιάννην να φάγη και αυτός από το υπάρχον ακόμη κρέας, δια να πεισθή ότι δεν υπάρχει φόβος μεταδόσεως της νόσου. Ο κ. Δημ. Σκλεπάρης τονίζει ότι εις το εξής πρέπει να προσέχεται η σφαγή των ζώων. Ο κ. Σωκράτης Φραντζής, αντιπρόσωπος της Ενώσεως Εφέδρων, έρωτά τον ιατρόν εάν κατά την σφαγήν του χοίρου έγιναν τα κεκανονισμένα. Ο κ. αστίατρος απαντά ότι δεν ύπήρχε τραύμα ούτε σημείον τι έκδηλον. Ακολουθεί διαλογική συζήτησις μεταξύ ιατρού και Ομ. Κοντούλη και μετά ο κ. Φραντζής Σωκρ. λέγει ότι η πώλησις αυτή αύτη είναι εγκληματική. Ο κ. Ιωάν. Χατζηλεωνίδας λέγει ότι ο κρεοπώλης εγνώριζεν ότι ο χοίρος είχεν δηχθή. Ο κ. Μαστραντωνάς Γρηγ. αναπτύσσει και παρουσιάζει επιχειρήματα  ότι υπάρχει ενοχή. Ο Περικλής Τζαννετής λέγει ότι πρώτον υπεύθυνοι είναι παρουσιάζοντες σήμερον στοιχεία, διότι δεν κατήγγελον ταύτα εγκαίρως εις τους αρμοδίους. Ο κ. Πρόεδρος του Αναγνωστηρίου Ηλίας Κουφέλλης υπεραμύνεται του κ. Μαστραντωνά και λέγει ότι δεν ημπορούμεν να αποδίδωμεν ευθύνας εις τα άτομα τα οποία είναι άξια ευχαριστιών, διότι και αυτήν την στιγμήν ενδιαφέρονται με ζηλευτήν πρωτοβουλίαν δια την ανεύρεσιν της αληθείας.

Κατόπιν γενομένης συζητήσεως αποφασίζεται τελικώς να γίνη επείγουσα συνδιάλεξις του αστιάτρου με τον νομίατρον Λέσβου δια ν’ άποφανθή, κατόπιν δε να γίνη επίσημος ανακοίνωσις του Αναγνωστηρίου προς τον λαόν.

Απεφασίσθη, εγένετο και υπογράφεται.

Ο Πρόεδρος                  Ο Γεν. Γραμμ.

Ηλίας Γ. Κουφέλλης    Ε. Π. Αναστασέλλης

Tα μέλη

Όμηρος Κοντούλης

Ιωάννης Χατζηλεωνίδας

Σταύρος Σταυρακέλλης

Ευστράτιος Καβαδέλλης

Πάνος Δ. Πράτσος

Oι συμμετάσχοντες

Σωκράτης Φραντζής

Παναγιώτης Καββαδάς

Δημήτριος Σκλεπάρης

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, Τευχ. 8/1982

ΤΥΠΟΣ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣΟΣ

Η εκδοτική δραστηριότητα, με τη μορφή του Τύπου, παρατηρείται στην ‘ Αγιάσο στη δεκαετία του 1930-1940. Για την εποχή αυτή είναι αξιοσημείωτη, αν πάρουμε υπόψη τις τεχνολογικές ανεπάρκειες του καιρού και τις υλικοτεχνικές υποδομές που απαιτεί μια εκδοτική δρα­στηριότητα. Συγχρόνως είναι δηλωτική μιας σφύζουσας ζωής, οικονομικής και πληθυσμιακής,

ΠΗΓΗ: περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ τ.7,8,10



Θα ήταν κοινότυπο να επαναλάβουμε τη σημασία της λειτουργίας του Τύπου, την επίδρασή του στη διαμόρφω­ση των διαφόρων επιλογών της κοινής γνώμης, την τεράστια συμβολή του στην πληροφόρηση του ατόμου, μ’ όλα βέβαια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ή σκοπιμότη­τες, που μπορεί να παρουσιάζει ή να εξυπηρετεί μια πληροφόρηση. Και αναφερόμαστε στις τέτοιες ιδιομορ­φίες του Τύπου, γιατί πέρα από την επιφανειακή του μορφή και δομή, πρέπει να τον δούμε στην αιτιακή του προέλευση. Πρέπει να τον βλέπουμε σαν ένα όργανο που ξεκινά από κοινωνικές ομάδες και σχηματισμούς, τις εκφράζει και αποτελεί το μέσο με το όποιο διατυπώνουν και προπαγανδίζουν την ιδεολογία τους. Κι αυτό γίνεται αναγκαστικά είτε υπάρχει οργανωμένη εκδοτική επιχείρηση, με διακηρυγμένους πολιτικούς ή κομματικούς στό­χους, είτε υπάρχει απλώς έκδοση οιουδήποτε εντύπου (περιοδικού, εφημερίδας κτλ.) από μεμονωμένο πρόσω­πο, το οποίο μπορεί βέβαια να μη συνδέεται οργανωτικά ή άμεσα με τα παραπάνω, αλλά δεν μπορεί και να μην αποτυπώσει, ενσυνείδητα ή όχι, στα γραφόμενά του και στον τρόπο που τα παρουσιάζει την οποιαδήποτε ιδεολο­γία του, την αντίληψή του για το καθετί.

Αβίαστα λοιπόν μπορούμε να πούμε πως μέσα από τον Τύπο, στην όποια του μορφή, αποτυπώνονται κάθε φορά οι κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν, οι σχέσεις των κοινωνικών ομάδων μεταξύ τους, καταγράφονται τα οποι­αδήποτε γεγονότα του καιρού που αναφέρονται και γενικά μας δίνεται η ευκαιρία να διακρίνουμε τις κάθε είδους θέσεις, απόψεις, αντιλήψεις για το κάθε θέμα.
Εντοπίζοντας λοιπόν τα παραπάνω και σ’ έναν Τύπο τοπικής κυκλοφορίας και εμβέλειας, θεωρητικά τουλάχι­στο πρέπει, μέσα κι από έναν τέτοιο Τύπο, να μας δίνονται οι κοινωνικοπολιτικές συντεταγμένες του χρό­νου και του τόπου που αναφέρεται. Έτσι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τον τοπικό Τύπο της Αγιάσου.
Η εκδοτική δραστηριότητα, με τη μορφή του Τύπου, παρατηρείται στην ‘ Αγιάσο στη δεκαετία του 1930-1940. Για την εποχή αυτή είναι αξιοσημείωτη, αν πάρουμε υπόψη τις τεχνολογικές ανεπάρκειες του καιρού και τις υλικοτεχνικές υποδομές που απαιτεί μια εκδοτική δρα­στηριότητα. Συγχρόνως είναι δηλωτική μιας σφύζουσας ζωής, οικονομικής και πληθυσμιακής, παίρνοντας βέβαια υπόψη μας όλες τις κοινωνικές ανισότητες και διαμάχες και τις μονόπλευρες οικονομικές ευρωστίες ορισμένων τάξεων και επαγγελμάτων. Ακόμα, σύμφωνα με τις παραπάνω αφετηρίες και διαπιστώσεις, ό Τύπος της ‘ Αγιάσου είναι ένας καθρέφτης όχι όμως τόσο διαυγής κι ευδιάκριτος, στον οποίο, με λίγη προσοχή, μπορούμε να διακρίνουμε, ακόμα κι από παραμικρές λεπτομέρειες, όλα τα ιδιαίτερα κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά των χρό­νων εκείνων.
Η πρώτη εφημερίδα που κυκλοφορεί στο χώρο της ‘ Αγιάσου είναι η «Α γ ι ά σ ο ς». Πρώτοι εκδότες της και στελεχικό δυναμικό: Πάνος Κολαξιζέλλης, Βασίλης Ια­κώβου, Χριστόφας Μαλακέλλης, Μιλτιάδης Σκλεπάρης, ο φαρμακοποιός Π. Ευαγγελινός και μετέπειτα Βασίλης Χατζηπαυλής, Πάνος Πολυπάθου, Στρ. Παρής, Λ. Χατζηκωσταντής και Ευστρ. Βέτσικας. Τα σκίτσα της εφημερίδας ήταν του Χαράλα­μπου Πανταζή, σκαλισμένα σε λινόλεουμ από τον Πάνο Παγωτέλλη.

Είναι το μακροβιότερο έντυπο, το πληρέστερο και πιο ολοκληρωμένο σε σχέση με εκείνα που θα κυκλοφορή­σουν συγχρόνως ή μεταγενέστερα απ’ αυτό. Η αρθρογραφία του και η ειδησεογραφία του, αδέσμευτη κομματι­κά, δεν μπορεί να μην αποφύγει μια γενικότερη αρνητική τοποθέτηση απέναντι σε κοινωνικοπολιτικές ομάδες αντίθετης ιδεολογίας με την κρατούσα και το κατεστημέ­νο της. Κάποτε αυτό το κατεστημένο δημιουργεί πλεγμα­τικές προσωπικά καταστάσεις, στενή αντίληψη κι ανάλογες έτσι αρθρογραφίες. Στο φ. της 15-11-31 διαβάζουμε σχετικά «ο δημοδιδάσκαλος κ. (αναφέρεται το όνομα) εμήνυσε τον κ. (αναφέρεται το όνομα), διότι του απέδωσε την κατηγορίαν του κομμουνιστού». Από κάποιο άλλο φύλλο (23-8-31) αντιγράφουμε: «…αστυνομική δύναμις μεταβάσα συνέστησε την διάλυσίν των. Ούτοι όμως ηρνήθησαν υβρίζοντες και τότε αύτη συστήσασα εις τον καλόν κόσμον να απέλθη ηναγκάσθη να ετοιμασθή όπως κάμη χρήσιν των όπλων, οπότε οι κομμουνισταί ετράπησαν εις άτακτον φυγήν». Σχετικά με τη δίκη για τα παραπάνω επεισόδια, διαβάζουμε στο φ. της 30-8-31 μια περικοπή από την εισαγγελική αγόρευση «…η κοινωνία της Αγιά­σου έχει τρομοκρατηθεί από τα καθημερινά επεισόδια των ανωτέρω κομμουνιστών και εκτός τούτου η αυστηρά τιμωρία των θ’ αποτελέσει ηθικήν αμοιβήν και ενίσχυσιν της Αστυνομίας της Αγιάσου».
Η γενικότερη όμως θέση της εφημερίδας απέναντι σε κοινωνικές διαμάχες και καταστάσεις μπορούμε να πούμε πως δεν έχει κανένα στοιχείο εμπάθειας ούτε και διακρίνεται για στενή αντίληψη των συμβαινόντων σε μια εποχή που άλλα έντυπα, πανελλήνια και λεσβιακά, έφτα­ναν σε σημεία παροξυσμού και γελοιότητας για παρόμοια θέματα.
Το κύριο άρθρο του πρώτου φύλλου της «Αγιάσου» (19-4-31) είναι γραμμένο στη δημοτική. Στο φ. της 8-11- 31 δημοσιεύονται «Οι Μοιραίοι» του Κ. Βάρναλη. ‘Αργό­τερα (10-1-32) διαβάζουμε αναδημοσιευμένη μια καταγ­γελία της Ενώσεως Ελλήνων Νομικών για βασανιστήρια, πολιτικών κρατουμένων για το ιδιώνυμο, με τίτλο «Εν απάνθρωπον έγκλημα εις βάρος κρατουμένων νέων εις τας φυλακάς Αβέρωφ».
Γενικά μέσα από την τρέχουσα επικαιρότητα, όπως αυτή δίνεται με απλές, καθημερινές εκδηλώσεις και ειδήσεις, παρουσιάζεται, ανάγλυφα πολλές φορές η κοινωνική διάρθρωση του χώρου της Αγιάσου, η οικονο­μική κατάσταση των διάφορων κοινωνικών ομάδων, η φτώχεια, η μιζέρια κι η ανέχεια των πενεστέρων τάξεων. Σχετικά σταχυολογούμε μερική ειδησεογραφία. Στο φ. της 2-8-31 και με τον τίτλο «Μια ερασιτεχνική παράσταση για τα φτωχά παιδιά του ημιγυμνασίου μας» διαβάζουμε: «Η επιτροπή της συνεδρίασης απηύθυνε σ’ όλους τους γονιούς θερμή παράκληση να στείλουν τα παιδιά τους στο ημιγυμνάσιο, μα ένα πικρό χαμόγελο, μια άρνηση ζωγρα­φίστηκε στα πρόσωπά τους, όχι γιατί δεν υπήρχε προθυ­μία και καλή θέληση, μα γιατί προς στιγμήν αναλογίστηκαν τις 200-300 δρχ. που θα ‘θελαν για δίδακτρα και βιβλία». Στο φ. της 5-7-31, από ρεπορτάζ για κάποια σύσκεψη γονέων αντιγράφουμε: «Ο λόγος ακολούθως δίδεται εις τους γονείς – 25 περίπου, οι οποίοι δηλούν ότι είναι πρόθυμοι να στείλουν τα παιδιά των εις το ημιγυμνάσιον και αντιλαμβάνονται καθ’ όλην την έκτασιν το κακόν της αγραμματοσύνης, αλλ’ η οικονομική κρίσις είναι εκείνη η οποία τους αναγκάζει να αποσύρωσι τα παιδιά των από το σχολείον, διότι δυσκολεύονται να καταβάλουν και αυτάς τας 60 δρχ. του απολυτηρίου εκ του Δημοτικού». Στο φ. της 20-12-31 διαβάζουμε ανάμεσα σ’ άλλα για ένα χορό του Ερασιτεχνικού Ομίλου «για κείνους που πεινούν και υποφέρουν», όπως γράφει χαρακτηριστικά, για να συνεχί­σει: «Είναι γεγονός εξακριβωμένο πως από πολλά σπίτια σήμερα λείπει και αυτό το μαύρο ψωμί και πως πολλές οικογένειες την Άγια αυτή Ημέρα θα κοιμηθούν νηστι­κοί». Στο φ. της 15-5-32 βρίσκουμε δημοσιευμένο άρθρο με τίτλο «Η κρίσις που διέρχονται οι προλετάριοι διανοούμενοι», το οποίο ανάμεσα σ’ άλλα αναφέρει «Ένας εργάτης, ένας σκαφτιάς ευρίσκει σήμερον εργασίαν ευκολότερα παρά ένας εγγράμματος απόφοιτος γυμνα­σίου. Τα γυμνάσια όλου του κράτους φαμπρικάρουν κάθε χρόνο και παραδίδουν εις την κοινωνίαν καραβάνια ολόκληρα νέων εγγραμμάτων ηλικίας 16-18 ετών που ζητούν επί ματαίω εργασίαν εις εν οιονδήποτε γραφείον και αντί πενιχρός αμοιβής».


Τα ρεπορτάζ όμως και η ειδησεογραφία στην «Αγιάσο» φθάνει σ’ όλα τα θέματα, από τα πιο δημοσιοποιημένα μέχρι σε περιοχές πολλές φορές ιδιαίτερης ιδιωτικής ζωής, με πλήρη περιγραφή προσώπων και περιστατικών. Έτσι, εκτός από αναγγελίες απαγωγών (του τύπου: ο τάδε… χθες απήγαγε την… κτλ.), στο φ. της 4-10-31 και κάτω από την είδηση «Συνελήφθη παρά των οργάνων της Αστυνομίας ο επί διετίας καταδιωκόμενος Φώτιος Μπράτσος», διαβάζουμε: «Περί ώραν 2αν πρωινήν της παρελ­θούσης Τετάρτης συνελήφθη εντός της οικίας της… (αναφέρεται το όνομα)… συζύγου του… (όνομα), ο δι’ ευνοήτους λόγους εισελθών… (όνομα) υπό των εν αυτή αναμενόντων συγγενών της… (αναφέρονται 3 ονόματα) παρά των οποίων και εδάρη ανηλεώς». Παράλληλα κάθε φύλλο της εβδομαδιαίας «Αγιάσου», είναι γεμάτο από μικρές λιγόλογες ειδήσεις, διαφημίσεις ντόπιων καταστημάτων και προϊόντων, αναγγελίες για μετακομίσεις καταστημάτων μέσα στην Αγιάσο και ειδικά το φθινόπωρο, όταν στο τέλος της καλοκαιρινής περιόδου πολλά καφενεία μετακομίζουν στο εσωτερικό του χωριού, για να συνεχίσουν τη λειτουργία τους.
Γενικά μπορούμε να πούμε πως η «Αγιάσος», ανεξάρτητα από αντικειμενικές τεχνικές ελλείψεις, τυ­πογραφικές ατέλειες ή αβλεψίες, είναι ένα φύλλο καλόπιστης πληροφόρησης για το χώρο που κυκλοφορεί, δημοκρατικής κατεύθυνσης, γι’ αυτό κι άλλωστε το φασι­στικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου δεν ευνοεί την περαιτέρω κυκλοφορία της. Η «ΑΓΙΑΣΟΣ» σταμάτησε να εκδίδεται προσωρινά, αλλά μετέπειτα ξανακυκλοφόρησε σε αραιά διαστήματα μέχρι το 1940 περίπου, από άλλα στελέχη.

ΑΛΛΕΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ

Αμέσως μετά την κυκλοφορία της «ΑΓΙΑΣΟΥ» και μέχρι το 1940, εκδίδονται άλλες 7 εφημερίδες. Βλέπου­με έτσι πόση απήχηση βρήκε ένα πρωτοφανέρωτο για την Αγιάσο προπαγανδιστικό μέσο κι ένας τέτοιος τρόπος καταγραφής των διάφορων συμβαινόντων. Ερέθισε σκέ­ψεις, ξύπνησε ίσως κρυμμένες φιλοδοξίες μα και ικανό­τητες και γενικά έδειξε πόσο η ζωή των χρόνων εκείνων, ήταν εποχή ζωντάνιας, αναζήτησης, πληθωρικών προβλη­μάτων, έντονης αντιπαράθεσης ιδεολογιών και ομάδων.
1) Στις 12.2.32 κυκλοφορεί η «ΛΑΪΚΗ ΦΩΝΗ». Ήταν εβδομαδιαία κι ιδιοκτήτης ήταν ό Β. Ιακώβου και διευθυ­ντής ο Θωμάς Παπακωνσταντίνου (Βινίκιος). Εκδίδεται μέχρι το 1936.
2) Συνέχεια της «ΛΑΪΚΗΣ ΦΩΝΗΣ», που έπαψε να βγαίνει, ήταν η «ΗΧΩ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ», εβδομαδιαία, με ιδιοκτήτη – διαχειριστή το Β. Ιακώβου. Δεν έχουμε ακριβή ημερομηνία διακοπής της κυκλοφορίας της.
Κοινό γνώρισμα των παραπάνω εντύπων είναι το ότι δε δεσμεύονται οργανωτικά τουλάχιστον με κομματικούς οργανισμούς. Και στις δύο διαβάζουμε σαν προσδιορισμό τους τη φράση «ΟΡΓΑΝΟ ΤΟΠΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ». Η παρουσίαση των γεγονότων γίνεται σχεδόν με τον ίδιο τρόπο, όπως και στην «ΑΓΙΑΣΟ», αμερόληπτο μπορούμε να πούμε και αρκετά διευκολυντικό για να επισημάνουμε καταστάσεις, αντιλήψεις και γεγονότα τα οποία πιθανόν να μην τα τοποθετούσε άμεσα ή στη ριζική τους αιτία και προέλευση.
Στο φ. της 23.2.36 (ΗΧΩ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ) διαβάζουμε:
«Η αντιμετώπιση της βαρυχειμωνιάς και της κατόπιν ταύτης ανεργίας και πείνας δεν γίνεται με λόγια έστω και ευσπλαχνίας. Χρειάζεται κοντά στις ευχές του παπά και η γάτα για τους ποντικούς, χρειάζεται δηλ. κοντά στα λόγια συμπόνιας των πολλών και πρακτικότερο ενδιαφέρον… Πρέπει να νοιώσουν βαθειά ότι τα στομάχια… των ανέργων εργάζονται κι ότι οι άνθρωποι δεν κρατούν τη τσάπα στα χέρια τους και ότι τα παιδιά στο σπίτι περιμένουν το ψωμί των που θα δώσει η φιλανθρωπία και αλληλεγγύη των ανθρώπων εφ’ όσον ο πατέρας δεν μπορεί, αφού μένει άνεργος».
Στο ίδιο φύλλο βρίσκουμε άρθρο με τίτλο «ΑΝΑΓΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΣ» και με την υπογραφή «Η.Κ. ραφτεργάτης».
Ανάμεσα σ’ άλλα λέει:
«… Είναι ο μόνος κλάδος που θα πει κανείς πως εκεί μέσα ξαναζεί το σύστημα των αφεντάδων. Απ’ τη μια νύχτα ως την άλλη όταν έχει δουλειά είναι σκυμμένος πάνω στη βελόνα για ελάχιστο μεροκάματο, που τις περισσότερες φορές δεν περνά το μεροκάματο των εργατών γης, παρ’ όλο που πρέπει να θυσιάσει κανείς ολάκερα χρόνια για να ειδικευθεί σ’ αυτή τη δουλειά χωρίς να πληρώνεται. Η έλλειψις οργανώσεως τούς καθιστά ανίκανους να διεκδικήσουν τα δίκια των και ακόμα πετιούνται με τον πιο εύκολο τρόπο στο δρόμο όταν αρρωστήσουν και δεν μπορούν να δουλέψουν. Και όταν φτάσει τα 50 χρόνια, οπότε λόγω της φύσεως της εργασίας δεν βλέπει να δουλέψει, τον περιμένει η φτώχεια κι η κακομοιριά».
3) «ΕΠΑΡΧΙΑΚΗ». Εβδομαδιαία. Ιδιοκτήτης Γιάννης Χατζηαποστόλου. Δ/ντής Ευάγγελος Παπασταματίου. Πρωτοκυκλοφορεί στις 23.6.35.
Το μεγαλύτερο μέρος της καλύπτεται από τοπικές ειδήσεις και επικαιρότητες.
Κύριο χαρακτηριστικό της η διαφοροποίηση από τις παραπάνω στον τρόπο παρουσίασης των γεγονότων. Πολλά προβλήματα δεν προβάλλονται ολόπλευρα, ωραιοποιούνται κι αντιμετωπίζονται επιφανειακά. Και η γενικό­τερη αυτή τοποθέτηση της εφημερίδας είναι σχετική και συνάρτηση του ότι απηχεί τις θέσεις του κυβερνώντος κόμματος τότε, του «ΛΑ Ϊ ΚΟΥ». Χαρακτηριστικό απ’ αυτή την άποψη είναι ένα κύριο άρθρο του Ηλία Λίβανου με τίτλο «Η ΟΡΓΑΝΩΣΙΣ ΝΟΜΙΜΟΦΡΟΝΩΝ ΠΑΛ. ΠΟΛΕ­ΜΙΣΤΩΝ. Πώς και διατί συνεστήθη» (φ. 25.4.36). Κάπου διαβάζουμε:
«… Όλος ο πεπολιτισμένος κόσμος, πολύ δε περισσότερον η κατασυκοφαντημένη δικτατορία του Χίτλερ στη­ρίζεται επί των στιβαρών χειρών του εργάτου και έχει νομοθετήσει και εφαρμόσει την πλέον ριζοσπαστικήν και εργατικήν νομοθεσίαν, ώστε ο εργάτης να έχει απόλυτον εμπιστοσύνην εις το κράτος».


Άλλο χαρακτηριστικό της ίδιας εφημερίδας οι εκτεταμένες περιγραφές εκδηλώσεων, εορτών με λεπτομέ­ρειες και ζωντάνια, από τις οποίες μπορούμε να πάρουμε πληροφορίες για οτιδήποτε.
Στο φ. της 17.8.35 σε ολοσέλιδο ρεπορτάζ με τίτλο «Η ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ ΤΗΣ ΚΩΜΟΠΟΛΕΩΣ ΜΑΣ» διαβάζουμε ανάμεσα σ’ άλλα: Κατά το συνωστισμό δεν έλειψαν και αι απαραίτητες μικροπαρεξηγήσεις και ακούγαμε «Καλέ, μη σπρώχνετε έτσι», συστάσεις που έκαναν διάφορες προπαντός δ/δες σε μερικούς άθελα ή επίτηδες κολλητηρτζήδες. Άλλη πάλι ηκούγετο να φωνάζει «Αχ καλέ, ποιός με τσίμπη­σε», ο αναιδής όμως έκανε την πάπια...Στις λοταρίες άγριος συνωστισμός… στα πατσατζίδικα κίνησις ζωηροτάτη μέχρι το πρωί. Τα καζάνια βγάζουν ατέλειωτους πατσάδες που τους καταβροχθίζουν ξένοι και ντόπιοι πανηγυρισταί».
4) «ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΗΣ». Εκδόθηκε το 1934 από τον Προκ. Χατζηευστρατίου. Δε βρήκαμε κανένα φύλλο της.
5) «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ». Εκδόθηκε το 1934 από τον Περ. Τζαννετή και ήταν όργανο του «ΛΑΪΚΟΥ» κόμ­ματος. (Δεν υπάρχει κανένα φύλλο της).
6) «ΝΕΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ». Εβδομαδιαία τοπική εφημερίδα που πρωτοκυκλοφορεί την 4η Αυγούστου 1939, από το Μάριο Φραντζή. Απηχεί τις απόψεις της 4ης Αυγούστου.
Και σ’ αυτήν ακριβώς την εποχή (μετά τις 4 Αυγούστου του ’36 δηλ.) διακρίνουμε σ’ όλα πια τα έντυπα, τον αντίκτυπο της φασιστικής δικτατορίας, την ανελευθερία του Τύπου, την αυτολογοκρισία των έκδοτών.
Από τις εφημερίδες της εποχής 1936-1940 λείπουν πια οι ειδήσεις για κοινωνικές διεκδικήσεις, για πολιτική κίνηση, λείπει η προβολή αιτημάτων και προβλημάτων. Όλα αυτά αντικαταστάθηκαν από ειδήσεις για τη δραστη­ριότητα της EON, για εκδηλώσεις «υπέρ» του καθεστώ­τος και τις δικτατορικές φιέστες, για τους υποκριτικούς εργατοπατερισμούς του Μεταξά.
Και η τέτοια πορεία του Τύπου στην Αγιάσο, φτάνει στα 1940. Η πολεμική μας περιπέτεια σταματάει και νεκρώνει κάθε εκδοτική δραστηριότητα. Κι έτσι αυτή η περίοδος θα ‘ναι η τελευταία. Μετά το 1940 δε βγαίνει κανένα έντυπο.

ΣΑΤΙΡΙΚΑ ΕΝΤΥΠΑ

Θα ήταν παράλειψη στην εκδοτική κίνηση της Αγιά­σου να μην αναφέρουμε και τα δυο σατιρικά έντυπα που κυκλοφόρησαν κατά καιρούς, δείγματα κι αυτά ενός ζωντανού, δηκτικού και δροσερού πνεύματος.
1) Τις Απόκριες των χρόνων 1932, 1933, 1934 και μόνο τότε, κυκλοφόρησε από το Βασ. Ιακώβου η σατιρική «ΦΟΥΡΤΟΥΤΗΡΑ». Συνεργάτης ήταν ο Κλ. Καραφύλλης.
Δυστυχώς δε βρήκαμε κανένα φύλλο της, πράγμα που θα μας έδινε πληροφορίες για τις αυθόρμητες αποκριά­τικες εκδηλώσεις, αφού τότε ακόμα δεν υπήρχε οργανω­μένος Καρνάβαλος.
2) Σημαντικά αξιόλογο σατιρικό έντυπο ήταν και μια χειρόγραφη και δακτυλογραφημένη μικρή εφημερίδα που βγήκε από το Μιχ. Σκλεπάρη, η «ΓΚΡΙΝΙΑ». Κυκλοφόρησε δυστυχώς 3 φορές μόνο. α) 1 Γενάρη 1945, β) 16 Γενάρη 1945, γ) 1 Γενάρη 1946. Αν και η τεχνική της και κυκλοφοριακή της πλευρά ήταν λειψή, με τα 3 φύλλα της, μας επιτρέπει να δούμε πως επρόκειτο για κάτι το πνευματώδικο, το έξυπνο, το σατιρικό.
Ορισμένες στήλες της είναι απομίμηση στηλών του «Τρίβολα», χωρίς κάτι τέτοιο να μειώνει το δικό της πνεύμα, τη δική της ιδιαιτερότητα. Νομίζουμε πως αν συνεχιζόταν η έκδοσή της, θα είχε εξελιχτεί στον «Τρίβο­λα» της Αγιάσου. Κάτω από τον τίτλο της «ΓΚΡΙΝΙΑ», παραποιώντας και διακωμωδώντας τα «απαραίτητα κατά νόμον στοιχεία», έγραφε:
«Βγαιν’ σ’ χασ’ τσι σ’ φούσκουσ» και λίγο πιο κάτω «εκδίδεται απί κουμψούδις».
Σ’ ένα φύλλο της και στη μόνιμη στήλη!!! Τ ε λ ε υ τ α ί α ώρα, διαβάζουμε: «Πήραμε από τις Ποινικές το παρακάτω τηλ/μα». «Π ά τ ε ρ α, πέ του α μί βγάλι ν». (Έξυπνο μεν, αυθόρμητο, αλλά και τόσο τραγικό, όταν σκεφτούμε πως το φύλλο αυτό είχε ημερομηνία 1 Γενάρη 1946…).

ΤΟ ΤΕΧΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι όλες οι παραπάνω εφημερίδες τυπώνονταν στην Αγιάσο.
Η αρχή έγινε στις αρχές του 1931, μετά από επίμονες προσπάθειες του Παν. Κολαξιζέλλη, Βασ. Ιακώβου και αργότερα με τη συμμετοχή του Μιλτ. Σκλεπάρη.
Η ιδέα για το τυπογραφείο αρχίζει κι υποβοηθείται από το Χριστουγεννιάτικο χορό του «Ολύμπου» (1930), για τον οποίο ο Παν. Κολαξιζέλλης σκάλισε σε λινόλεουμ τις προσκλήσεις.
Έτσι στις 3.3.1931 δώσανε την πρώτη παραγγελία στοιχείων κλπ. σε στοιχειοχυτήρια των Αθηνών. Το πιεστήριο, χειροκίνητο, διαστάσεων 22,5X23,2, αγοράστηκε από το Τυπογραφείο «ΦΟΙΝΙΞ» της Μυτιλήνης. Οι τυπογραφικές κάσες γίνονται από Αγιασώτες μαραγκούς (Βρανιάδη Γλεζέλλη και Γεώργ. Μουτζουρέλλη).
Η εντύπωση που έκανε το πρώτο αυτό τυπογραφείο ήταν μεγάλη.
Από μια αναλυτική αναφορά του Μιλτ. Σκλεπάρη («Δημοκράτης» 8, 9, 10 Μάη 1967) με τίτλο «ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑΣΟ», απ’ όπου έχουμε πάρει και τα σχετικά στοιχεία, διαβάζουμε:
«… Τα τυπογραφεία της εφημερίδας μας έγιναν τόπος προσκυνήματος. Απ’ το πρωί ως αργά που νύχτωνε, έμπαινε κι έβγαινε ο κόσμος, κινούμενος από περιέργεια να δει πως γίνεται η στοιχειοθέτηση και η εκτύπωση. Η περιέργεια αυτή έφτανε στο σημείο να πιάνουν τα στοιχεία στα χέρια τους οι επισκέπτες και να τ’ αφήνουν ύστερα να πέφτουν στα κουτουρού στις κάσες, πράγμα που μας κούραζε πολύ στις διορθώσεις. Και δεν έφθανε μόνο αυτό. Πολλές φορές μας διέλυαν και τη στοιχειοθε­τημένη με τόσο κόπο ύλη από το μάρμαρο, που είχαμε έτοιμη, και αναγκαζόμασταν να τη στοιχειοθετήσουμε από την αρχή. Δεν ήταν όμως και σωστό να απαγορεύσουμε την είσοδο στο Τυπογραφείο».
Και πιο κάτω για την κυκλοφορία του πρώτου φύλλου. «… Συνέπεσε την ίδια μέρα ό Γυμναστικός σύλλογος « Όλυμπος» να συναντηθεί για πρώτη φορά με ξένη ομάδα – τον «Ορφέα» Κεραμιών – στο γήπεδο του «Ορφέα».
Οι Κολαξιζέλλης λοιπόν και Ιακώβου, επήραν τα περισσότερα από τα πρώτα αυτά φύλλα και έφυγαν στα Κεραμιά, όπου με καμάρι τα κυκλοφόρησαν, προς γενική κατάπληξη».
Εκτός από το πρώτο αυτό τυπογραφείο, στην Αγιάσο, δημιουργήθηκαν μετά άλλα 3, τα ίδια ή πιο σύγχρονα από το πρώτο.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Όπως αναφέραμε, μετά το 1940 σταματάει κάθε εκδοτική δραστηριότητα. Τα χρόνια που ακλουθούν φέρνουν μεγάλες κοινωνικές ανακατατάξεις και συ­γκρούσεις, τεχνολογικές εξελίξεις και άλματα.
Οι συγκρούσεις (πόλεμος, Κατοχή, εμφύλιος, μετεμφυλιακές διώξεις) δημιουργούν συνθήκες ανελευθερίας, φρενάρουν κάθε δημιουργική κίνηση, νεκρώνουν και αποστερούν το χώρο τους από τα ζωντανά στοιχεία της προοδευτικής σκέψης και δράσης. Όλα αυτά δρουν ανασταλτικά και άμεσα σε μια ενδεχόμενη εκδοτική κίνηση.
Οι τεχνολογικές εξελίξεις εξάλλου μειώνουν και υποβαθμίζουν τη λειτουργία ενός τοπικού Τύπου. Η ευρεία κυκλοφορία των ραδιοφώνων και των αθηναϊκών εφημερίδων, που φτάνουν στα χωριά με ελάχιστη πια καθυστέρηση, η επικοινωνία γενικά που γίνεται ταχύτατα και αστραπιαία, συναγωνίζονται εξουθενωτικά έναν τοπικό Τύπο. Κάτι τέτοιο βέβαια δε σημαίνει πως έλειψε η σκοπιμότητα και η λειτουργικότητά του. Απλώς δείχνει και σηματοδοτεί την προσαρμογή και το χαρακτήρα που πρέπει να έχει ο τοπικός Τύπος, ο όποιος για να μην ξεπεραστεί και να μη σβήσει, πρέπει να γίνει ζωντανός και πολύπλευρος εκφραστής των άμεσων και ζωτικών προβλημάτων του χώρου του, να κινεί το ενδιαφέρον και να γίνεται ευαίσθητος δέκτης των συνθηκών του καιρού του.
Και μ’ αυτό το πρίσμα βλέπουμε και τη θέση και την προοπτική του Τύπου στην Αγιάσο σήμερα. Δηλ. δε νομίζουμε πως μια ή περισσότερες εφημερίδες για την Αγιάσο είναι ξεπερασμένη ή ουτοπική υπόθεση. Δε νομίζουμε πως έπαψαν τα προβλήματα που πρέπει να επισημανθούν και να προβληθούν, τα αιτήματα που πρέπει να προωθηθούν, οι πολιτιστικές αξίες και στοιχεία που πρέπει να καταγραφούν. Κάθε χώρος, κάθε οργανω­μένη κοινωνική οντότητα, οποιασδήποτε έκτασης και επιπέδου, εκφράζεται μέσα από διάφορες εκδηλώσεις και μέσα, και φυσικά κι από μια εκδοτική κίνηση.
“Έτσι και στην Αγιάσο, παρ’ όλη την πληθυσμιακή αφαίμαξη που έχει υποστεί, μ’ όλες τις δυσμενείς συνέ­πειες σ’ όλους τους τομείς της οικονομικοκοινωνικής και πολιτιστικής της ζωής, νομίζουμε πως υπάρχουν και τα μέσα και οι άνθρωποι που θα αποτυπώσουν στον άλφα ή βήτα βαθμό τη σημερινή Αγιάσο μέσα από μια εκδοτική προσπάθεια και δραστηριότητα.
Ευχαριστώ το Μιλτ. Σκλεπάρη, έναν από τους πρωτεργάτες της εκδοτικής δραστηριότητας στην Αγιάσο, για την προθυμία του να μού παραχωρήσει το αρχείο του από τα παλιά φύλλα πού διασώθηκαν, για συναγωγή στοιχείων, καθώς και τους Στρατή Καβαδέλλη και Γεώργιο Β. Χατζηπαυλή για τις πληροφορίες που μου έδωσαν.

ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΟΥΝΑΤΣΟΣ

ΑΓΙΑΣΟΣ: 25 ΜΑΡΤΗ ’44

Η ιστορία της Εθνικής μας Αντίστασης, παρ’ όλη τη μέχρι τώρα προσπάθεια να ξεχαστεί, να διαστρεβλωθεί, να αποσιωπηθεί, είναι σ’ όλους μας γνωστή, στον έναν ή άλλο βαθμό. Έχει γίνει ζωντανό σύμβολο αγώνα και δράσης, παρ’ όλο που πολλά γεγονότα της, πολλές πτυχές της είναι ακόμα κρυμμένες και ποικίλες σκοπιμότητες μέχρι σήμερα άφηναν αδιευκρίνιστα πολλά σημεία του καιρού αυτού.

Σήμερα που αρχίζουμε να ξεβγάζουμε από πάνω μας τη σκουριά της ιστορικής μονομέρειας, που προσπαθούμε να δούμε με κριτική σκέψη και διαύγεια τα ιστορικά μας γεγονότα πέρα από θριαμβολογίες, σκοπιμότητες κάθε είδους, επιφανειακές και απλουστευτικές αναλύσεις, απαραίτητο είναι να φέρνουμε στη μνήμη μας, να καταγράφουμε και να καταξιώνουμε όλα εκείνα τα γεγονότα, όλα αυτά τα στοιχεία που συνθέτουν το κεφάλαιο της Εθνικής Αντίστασης.

Στη Λέσβο ιδιαίτερα η Εθνική Αντίσταση παρουσιάζει σελίδες αγωνιστικής αυτοθυσίας, που μέχρι σήμερα, κάτω από τις γνωστές συνθήκες του διωγμού της, δεν έχουν συγκεντρωθεί. Αν κάποτε γίνει συστηματική συγκέντρωση όλων των στοιχείων και μαρτυριών των χρόνων αυτών, σίγουρα η ύλη αυτή θα είναι σημαντικής συμβολής στην ιστορία της Εθνικής Αντίστασης.

Έτσι, στη διαδικασία της ιδιόρρυθμης αυτής ιστορικής καταγραφής, αναφέρουμε ένα αξιοσημείωτο γεγονός, πραγματικά ιστορική σελίδα, άγνωστη (παλλεσβιακά και πανελλήνια) στα περιστατικά της, την έκτασή της και τη σημασία της. Μόνο τυχαία έχει γίνει λεκτική της αναφορά σε 2-3 σχετικά με την περίοδο εκείνη δημοσιεύματα. Πρόκειται για την αντιστασιακή εκδήλωση στις 25 του Μάρτη του ’44, στην Αγιάσο.

Πριν προχωρήσουμε στην ιστορική έκθεση του γεγονότος, για να συλλάβουμε όλες του τις διαστάσεις και το πληρέστερο νόημά του, σκόπιμο θα είναι να ανατρέξουμε στις κάθε είδους συνθήκες του χώρου της Αγιάσου στην περίοδο αυτή.

Η Αγιάσος της εποχής εκείνης ήταν ένα από τα σπουδαιότερα μέρη της Λέσβου, αν όχι το σπουδαιότερο, από πλευράς οργάνωσης και μαζικότητας του αριστερού κινήματος. Η απαρχή του ανάγεται στην εποχή ακόμα που δημιουργούνται τα πρώτα αριστερά κόμματα στην Ελλάδα. Από τη Μικρασιατική καταστροφή κι ύστερα ανδρώνεται και βάζει στέρεα θεμέλια ανάπτυξες του. Στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά δρουν οργανωμένοι πυρήνες του τότε ΚΚΕ, καθ’ όλα τους τα στοιχεία και επακόλουθα (προκηρύξεις, αναγραφή συνθημάτων, συλλήψεις, κακοποιήσεις, φυλακίσεις κλπ.).

Στην περίοδο που ακολουθεί την κατάρρευση του μετώπου, Απρίλης ’41 κι ύστερα, οι συνθήκες και οι συνέπειες της Κατοχής είχαν ιδιαίτερο βάρος στην Αγιάσο. Στο φοβερό χειμώνα του ’42 έχουμε αμέτρητα θύματα πείνας, πολλά από τα οποία ξεψυχούν μέσα στους δρόμους του χωριού. Με φρίκη θυμούνται οι παλιότεροι τα σκελετωμένα παιδιά, που με τις σπαραχτικές τους παρακλήσεις, από πόρτα σε πόρτα, ζητούσαν ένα κομμάτι ψωμί. Ιδιαίτερα τις νύχτες οι φωνές αντάμωναν κι έκαναν στο χωριό ν’ αντηχεί κάτι σαν μακρόσυρτος θρήνος.

Μέσα σε τέτοιες εξουθενωτικές συνθήκες έρχονται τα πρώτα μηνύματα από την ίδρυση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Το ΕΑΜ, η μαζικότερη οργάνωση της Κατοχής, γρήγορα αγκαλιάζει όλα τα στρώματα του πληθυσμού και παίρνει έναν πανεθνικό χαρακτήρα. Η Λέσβος τότε, κάθε προοδευτικής κοινωνικοπολιτικής κίνησης, αναδείχνεται χώρος ιδιαίτερης οργανωτικής δύναμης του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, παρ’ όλη τη μειονεκτική θέση από πλευράς γεωγραφικής που έχει ένα νησί.

Η Αγιάσος γρήγορα κι αυτή απαντάει στο προσκλητήριο κι αρχίζει να ανασυντάσσει τις δυνάμεις της. Η κινητοποίηση πια τώρα έχει πάρει έναν πλατύ χαρακτήρα. Στις γραμμές του ΕΑΜ μπαίνουν άνθρωποι κάθε επαγγέλματος και ταξικής προέλευσης. Η πλειοψηφία των εγγραμμάτων και διανοουμένων του χωριού, επανδρώνει την οργάνωση και βρίσκεται επικεφαλής της.

Το Μάρτη του ’44 η κεντρική οργάνωση του ΕΑΜ Λέσβου, στη Μυτιλήνη, παίρνει απόφαση να γιορταστεί η εθνική επέτειος στα διάφορα μέρη, με ανοιχτές εκδηλώσεις και σε πλαίσια τέτοια που να φαίνεται πως πρόκειται για κάτι το οργανωμένο, όχι όμως και να δοθούν προσχήματα δίωξης και ενδεχομένως αντιποίνων από τις γερμανικές αρχές Κατοχής.

Στην οργάνωση της Αγιάσου, όταν γίνεται γνωστή η απόφαση, καταρτίζεται πλατιά επιτροπή, που θα προετοίμαζε το γιορτασμό. Πράγματι στις 25 του Μάρτη, αφού η εκδήλωση είχε γίνει γνωστή σ’ όλο το χωριό, με πρωτοφανή συμμετοχή των κατοίκων του, που είχαν κατακλύσει το χώρο της Αγοράς και τους γύρω δρόμους, αρχίζει στο μεγάλο κεντρικό καφενείο, στην «Καφενταρία», με ομιλίες για την εθνική γιορτή και το νόημά της, απαγγελίες ποιημάτων και τέλος τον Εθνικό Ύμνο. Η εκδήλωση τυπικά είχε τελειώσει. Όμως σε τέτοιες στιγμές τα τυπικά στοιχεία δεν αρκούν για να ολοκληρωθεί κάτι. Το συγκεντρωμένο πλήθος δε διαλύεται. Ο καταπιεσμένος από την τετράχρονη φασιστική Κατοχή λαός, στη μέρα της εθνικής του γιορτής αποζητάει τρόπο να εκφραστεί, να ξεσπάσει, να βροντοφωνάξει για « το δίκιο και τη λευτεριά».

Από το παλιό οίκημα του Αναγνωστηρίου, που βρισκόταν παράπλευρα στην «Καφενταρία», στο «Χάνι» της Εκκλησιάς, μεταφέρεται στην αγορά η σημαία του Ιδρύματος, όπου και ξεδιπλώνεται. Επακολουθούν επευφημίες και ζητωκραυγές, ενώ ο συγκεντρωμένος όγκος με την ελληνική σημαία μπροστά, περιέρχεται τους κεντρικούς δρόμους του χωριού, τραγουδώντας αντάρτικα τραγούδια της Αντίστασης.

Όταν η πορεία αυτή έφτασε στο γεφύρι του «Σταυριγιού», ο νεαρός τότε αγωνιστής της Αριστεράς -μακαρίτης σήμερα – Μιχάλης Συνοδινός ανέβηκε πάνω σ’ ένα τραπέζι και μίλησε ανοιχτά πια εναντίον των Γερμανών, μέσα σ’ ένα ξεχειλισμένο, από άκρατο ενθουσιασμό και παλμό, πλήθος.

Η οργανωτική επιτροπή, παρ’ όλο που η εκδήλωση θα γινότανε μέσα σ’ ένα «νόμιμο», κατά κάποιο τρόπο, κλίμα, ωστόσο είχε πάρει τα μέτρα της από ενδεχόμενη παρουσία των Γερμανών. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε πως στην Αγιάσο δεν υπήρχε Γερμανικός Σταθμός και λίγες φορές είχαν κάνει την εμφάνισή τους τυπικά. Στη θέση «Λάρσος», στα μισά περίπου της απόστασης Αγιάσου – Μυτιλήνης, είχαν εγκατασταθεί σκοπιές, οι οποίες σε περίπτωση εμφάνισης των Γερμανών θα ειδοποιούσαν με φωτιές, αντίστοιχες σκοπιές στα υψώματα της Αγιάσου. Οι σκοπιές συνεχίστηκαν και για δυο μέρες ακόμα, ένα λογικό χρόνο, στον οποίο θα μπορούσαν οι Γερμανοί να πληροφορηθούν την εκδήλωση και να επέμβουν. Την 3η μέρα τα μέτρα ασφάλειας χαλάρωσαν και για τον επιπρόσθετο λόγο πως εκείνη τη μέρα, 28 Μάρτη, είχε χιονίσει σ’ ένα μέτρο περίπου.

Οι Γερμανοί όμως, πληροφορημένοι από την πρώτη κιόλας μέρα, διάλεξαν τη μέρα αυτή ακριβώς για να αιφνιδιάσουν. Με μεγάλες δυνάμεις καταφθάνουν από το δημόσιο δρόμο και στήνουν πολυβόλα στις άκρες του χωριού, σε σημείο τέτοιο που να ελέγχουν κάθε δυνατή έξοδο. Συγχρόνως αρχίζουν να γαζώνουν τον καθένα που γίνεται αντιληπτός να διαφεύγει. Από τις ριπές των πολυβόλων σκοτώνεται επιτόπου ο Στρατής Γραμμέλλης κι ένα 15χρονο κορίτσι, η Ελένη Τζαναβάρη.

pasxalias
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΣΧΑΛΙΑΣ

Στο δρόμο που τραβάει έξω από το χωριό, λίγο πιο πάνω από το νεκροταφείο, ήταν συγκεντρωμένα αρκετά άτομα της οργάνωσης του ΕΑΜ της Αγιάσου που στα δευτερόλεπτα των διαστημάτων δυο ριπών, προσπαθούσαν νά διαφύγουν. Και στο σημείο αυτό θα σταθούμε σε μια ηρωική και τραγική περίπτωση. Ο Στρατής Πασχαλιάς, μέλος της οργάνωσης, τραυματίζεται στην προσπάθειά του να διαφύγει. Οι Γερμανοί καταφθάνουν, για να τον συλλάβουν σε κακά χάλια. Επάνω του υπάρχει ένα χαρτί με ονόματα κι ένα περίστροφο. Ο Στρατής Πασχαλιάς στο ολιγόχρονο και κρίσιμο αυτό διάστημα μασάει και καταπίνει το χαρτί με τα ονόματα και δεν προλαβαίνει να πετάξει από πάνω του το όπλο, το μοναδικό στοιχείο που θα τον ενοχοποιούσε. Οι Γερμανοί, πεπεισμένοι για την «ενοχή» του, τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο κι αρχίζουν να τον θεραπεύουν. Όταν τελειώνει η θεραπεία, τον οδηγούν στην Γκεστάπο της Μυτιλήνης για ανάκριση. Δε μίλησε. Σύμφωνα με πληροφορίες της οργάνωσης, στα κρατητήρια της κομαντατούρας, έκανε αποτυχημένη απόπειρα αυτοπυρπόλησης, ακριβώς για να μη μιλήσει. Λίγο αργότερα τουφεκίστηκε μαζί μ’ άλλους πατριώτες στα Τσαμάκια.

13748218503_f5be319d38_o
ΣΤΡΑΤΗΣ ΓΡΑΜΜΕΛΗΣ

Αλλά οι Γερμανοί δε σταματούν ως εδώ. Αφού πιάσουν 40 ομήρους τυχαία, όσους βρήκαν στην αγορά, τους συγκεντρώνουν σ’ ένα καφενείο και τους μεταφέρουν στη Μυτιλήνη, στο χώρο της Ακαδημίας, που λειτουργούσε κατά κάποιο τρόπο σαν στρατόπεδο συγκέντρωσης. Από αυτούς άλλους αφήνουν ελεύθερους κι άλλους κλείνουν στις φυλακές. Οι τελευταίοι ελευθερώνονται αργότερα από ομάδα «κομάντος», που είχε έρθει από τη Μ. Ανατολή.

Στο μεταξύ οι Αρχές Κατοχής, πληροφορημένες για καλά για τα «έκτροπα» της Αγιάσου, αρχίζουν να καταζητούν συγκεκριμένα πια άτομα. Σαν υπεύθυνους πρωταίτιους αναζητούν τους Στρατή Αναστασέλλη (Τασιό), Στρατή Καβαδέλλη, Μαρίκα Κοντούλη, Όμηρο Κοντούλη, Βασίλη Νουλέλλη, Μιχάλη Συνοδινό, Παναγιώτη Τζανετή, Σωκράτη Φραντζή. Από τους καταζητούμενους δεν πιάνεται κανένας. Η Μαρίκα κι ο Όμηρος Κοντούλης, καθώς κι ο Παναγιώτης Τζανετής, περνούν στη Μ. Ανατολή. Οι υπόλοιποι κατόρθωσαν να καταφύγουν στο βουνό. Εκεί αρχίζει η σύνδεσή τους με τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ της Λέσβου, καθώς και ο εξοπλισμός μικροομάδων, από όπλα που μαζί τους έφεραν οι καταδιωγμένοι ή από αυτά της οργάνωσης που ήταν φυλαγμένα σε κρύπτες.

Στην Αγιάσο τώρα ένας παγερός φόβος και μια βουβή αγωνία κυριαρχεί. Αν τα στημένα πολυβόλα των Γερμανών θα επαναλάβουν μια τραγωδία όμοια με εκείνη των Καλαβρύτων. Ο ραδιοφωνικός σταθμός του Λονδίνου, μεταδίδοντας το γεγονός, μιλά ήδη για μια τέτοια τραγωδία. Τα τελευταίου τύπου οπλοπολυβόλα, που είχαν μεταφερθεί από τη γραμμή «Μαζινό», είχαν στηθεί και σε αρκετή απόσταση από την Αγιάσο, σε θέση βολής προς αυτήν. Έτσι είχαν γίνει αντιληπτά από τις διάφορες αντιστασιακές ομάδες, οι οποίες πιστεύοντας πως κάτι σοβαρό συμβαίνει στην Αγιάσο, μετέδωσαν από τον ασύρματο της Βαρειάς τις τέτοιες πληροφορίες στο Ραδιοφωνικό Σταθμό του Λονδίνου. Πραγματικά οι προθέσεις των Γερμανών κάτι ανάλογες πρέπει να ήταν.

Συγκεκριμένες πληροφορίες αναφέρουν πως ο μακαρίτης Δεσπότης της Μυτιλήνης Ιάκωβος, μεσολάβησε επίμονα στις Γερμανικές Αρχές για τη σωτηρία της Αγιάσου.

Ένα όμως είναι βέβαιο. Οι Γερμανοί είχαν αποφασίσει, πως, αν σκοτωνόταν έστω κι ένας στρατιώτης τους, τα αντίποινα θά ‘ταν σκληρά και θα έπαιρναν μεγάλες διαστάσεις. Η οργάνωση που είχε εξοπλιστεί κι είχε καταφύγει εξολοκλήρου σχεδόν στο βουνό, διαισθάνθηκε κάτι τέτοιο και δεν προχώρησε σε πράξεις βίας εναντίον των Γερμανών.

25-28 Μάρτη ’44. Άλλη μια πτυχή, άλλη μια σελίδα της Αντίστασης στην Αγιάσο, στη Λέσβο, στην Ελλάδα. Δηλωτική της αυθόρμητης, της ηρωικής, της μαζικής συμμετοχής του λαού μας στην υπόθεση της λευτεριάς του και της προόδου του. Πρωταγωνιστές της, επώνυμοι και ανώνυμοι άνθρωποι της μάζας, άλλοι ζουν κι αναπολούν, πικραμένοι ίσως κι απογοητευμένοι καμιά φορά, τις μεγαλειώδεις εκείνες μέρες, άλλοι έχουν χαθεί στον αγώνα για ένα καλύτερο αύριο κι άλλοι έχουν χαθεί ή καμφθεί βιολογικά. Σίγουροι βέβαια είναι και είμαστε όλοι, πως, παρ’ όλους τους δύσκολους καιρούς που ήρθαν μετά, παρ’ όλες τις ήττες, τα πισωγυρίσματα, τη μη δικαίωση του αγώνα αυτού, τίποτε δεν ήταν ανώφελο και τίποτα δεν πήγε χαμένο. Σήμερα μένουν τα μηνύματα και τα σύμβολα αυτού του αγώνα, μένει ο προβληματισμός, η ενόραση και η διδαχή για το μέλλον.

ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΟΥΝΑΤΣΟΣ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 09/1982