ΛΕΣΒΙΑΚΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

ΠΗΓΗ: περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ τ.156
 

Η Λέσβος, η μεγαλόνησος του βορειοανατολικού Αιγαίου, από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας συγκα­ταλέγεται στην πολιτιστική πρωτοπορία και συμβάλλει δυναμικά στην καλλιέργεια των γραμμάτων, στην προ­αγωγή της καλλιτεχνίας και στην πρόοδο των επιστη­μών. Ο πρωταγωνιστικός αυτός ρόλος κατά τη μακραί­ωνα ιστορική διαδρομή της έχει επισημανθεί από πολ­λούς, παλαιότερους και νεότερους, χωρίς όμως και να έχει αιτιολογηθεί επαρκώς. Στην έκδοση του σχετικού με τη Λέσβο πονήματος του Γερμανού Σεβήρου Λου­κιανού Plehn (Πλενίου), που εκδόθηκε το 1826, διαβά­ζουμε: «Της των Ασιανών Αιολέων αδρανείας και της του πνεύματος αυτών αμβλύτητος τα μάλιστα διαφέρο­ντες υπήρξαν οι Λέσβιοι. Αιτία δε τούτου ισχυροτάτη φαίνεται αυτή, ότι τα των νησιωτών πνεύματα οξύτερον ως επί το πολύ των την ήπειρον κατοικούντων πα­ροτρύνονται εις το να επιχειρώσι μεγάλα» (Τα Λεσβια­κά, ήτοι ιστορία της νήσου Λέσβου, μεταφρασθείσα εκ του λατινικού και εκδοθείσα από Ευσταθίου Γεωργιάδου του Λεσβίου, Αθήνησι 1849, σ. 156).
Η ιστορική και πολιτισμική σημασία της Λέσβου βρίσκεται σε συνάρτηση με τη γεωγραφική της θέση, που είναι ανάλογη με αυτή άλλων νησιών του Αρχιπε­λάγους, της Λήμνου, της Χίου, της Σάμου, της Ρόδου, και που λογίζεται ως μεταίχμιο Ανατολής και Δύσης, καθώς και με άλλους καθοριστικούς παράγοντες, ό­πως είναι οι κλιματολογικές συνθήκες, οι πλουτοπα­ραγωγικές πηγές, η πληθυσμιακή σύνθεση και πυκνό­τητα, ο γεωπολιτικός ρόλος, οι πολιτικοκοινωνικές δομές, καθώς και τα ιστορικά γεγονότα τοπικής και οικουμενικής σπουδαιότητας. Χωρίς να είμαστε άκρι­τοι θιασώτες της θεωρίας του περιβάλλοντος και ση­μαιοφόροι του άγονου τοπικισμού, οφείλουμε να το­νίσουμε πως η Λέσβος είναι νησί με ήπιο κλίμα, με με­γάλη ηλιοφάνεια, με πλούσια χλωρίδα και πανίδα, με ενδιαφέρουσα γεωλογική σύσταση, με παλαιοντολογι­κή σημαντικότητα, με ιδιαίτερο φυσικό κάλλος, με α­ξιόλογους χώρους προϊστορικής και ιστορικής αρχαι­ολογίας, με σαγηνευτική αρμονία.
Η γειτνίαση της Λέσβου με τη Μικρά Ασία έδινε τη δυνατότητα στους κατοίκους, από τους πανάρχαιους χρόνους ίσαμε τις αρχές του περασμένου αιώνα, να ε­πικοινωνούν, να συνεργάζονται σε διάφορους τομείς και ν’ αλληλοεπηρεάζονται. Γνωστός κατά την αρχαι­ότητα «ό των Μυτιληναίων αιγιαλός» στα απέναντι μικρασιατικά παράλια του Αδραμυττηνού κόλπου, ό­που οι Λέσβιοι εγκαταστάθηκαν και δημιούργησαν πόλεις, χωριά και οικισμούς, που συντήρησαν επωφε­λείς σχέσεις επί πολλούς αιώνες. Αξιόλογες πόλεις της Ανατολής, με τις οποίες οι Λέσβιοι στο πέρασμα των αιώνων είχαν ιδιαίτερες σχέσεις, ήταν η Σμύρνη, η Φώκαια, οι Κυδωνιές (Αϊβαλί), το Αδραμύττιο, η Άσσος, η Κωνσταντινούπολη και άλλες. Κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας η Σμύρνη ήταν ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της Μεσογείου, όπου διασταυ­ρώνονταν ανατολίτικα και δυτικά πολιτιστικά στοι­χεία. Με την Κωνσταντινούπολη εξάλλου, που ήταν το διοικητικό κέντρο του Βυζαντίου και στη συνέχεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Λέσβιοι κρατού­σαν διαρκώς ανοιχτούς τους διαύλους ποικίλων σχέ­σεων, εργασιακών, εμπορικών, ναυτιλιακών, πνευμα­τικών, καλλιτεχνικών. Δέον να σημειωθεί ότι η Μυτι­λήνη λειτουργούσε ως χώρος ασφαλούς ελλιμενισμού, ανεφοδιασμού, διαμετακόμισης και εξόρμησης, για ό­σους κατευθύνονταν προς τον Ελλήσποντο, προς την Προποντίδα, προς τον Εύξεινο Πόντο και όχι μόνο.

Σε όλο το μάκρος της λεσβιακής ιστορίας υπάρχουν αψευδείς αποδείξεις ευμάρειας, δύναμης και συνακόλου­θης πνευματικότητας. Στους αρχαίους χρόνους διακρί­θηκαν οι παράλιες πόλεις Μυτιλήνη, Μήθυμνα, Πύρρα, Άντισσα και Ερεσός. Εκτενής ο κατάλογος των ποιητών, των μουσικών, των πεζογράφων, των καλλιτεχνών, των επιστημόνων. Άλλοι από αυτούς είναι γνωστοί σε εθνικό και άλλοι σε παγκόσμιο επίπεδο. Ενδεικτικά τα ονόματα του πολιτικού και στρατιωτικού ηγέτη της Μυτιλήνης και ενός από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας Πιττακού, των μουσικών και λυρικών ποιητών Αρίωνα και Τέρπανδρου, των θεμελιωτών της μελικής ποίησης Αλκαίου και Σαπφούς, του ιστοριογράφου Ελλάνικου του Μυτιληναίου, καθώς και του φιλόσοφου Θεόφρα­στου του Ερέσιου, συνεργάτη και διάδοχου του Αριστο­τέλη στην Περιπατητική Σχολή. Αξιοπρόσεκτη η ίδρυση από τη Σαπφώ στη Μυτιλήνη ενός είδους παρθεναγωγεί­ου, που μαρτυρεί την προηγμένη θέση της γυναίκας στη Λέσβο, η οποία είχε δικαίωμα στη μόρφωση, καθώς και στην πολιτική και κοινωνική δράση. Δηλωτική εξάλλου της ιδιαίτερης επίδοσης στη μουσική, στο τραγούδι και στην ποίηση, η αιτιολογική παράδοση, σύμφωνα με την ο­ποία οι Λέσβιοι είχαν την καλή τύχη να περισυλλέξουν στην παραλία της Άντισσας, στη θέση «Αρφίκια», το κε­φάλι και τη λύρα του Ορφέα, αοιδού, ποιητή και μουσι­κού, γιου του πολύ αγαπητού στο νησί θεού Απόλλωνα, όταν οι μαινάδες της Θράκης τον κατασπάραξαν.
Κατά τους χρόνους της Ρωμαιοκρατίας, του Βυζα­ντίου, της Γενουατοκρατίας και της Τουρκοκρατίας (1462-1912), η Λέσβος, όπως ήταν φυσικό, γνώρισε πολλούς πολιτικούς και κοινωνικούς κλυδωνισμούς, όπως εξάλλου και κατά την αρχαιότητα, όταν οι πόλεις της είχαν την αυτονομία τους. Αρκετά κατά τις περιό­δους αυτές τα έργα της αμυντικής θωράκισης (κάστρα Μυτιλήνης, Μήθυμνας, Σιγρίου), της τεχνικής (ρωμαϊκό υδραγωγείο), της τέχνης (θέατρο Μυτιλήνης), της θρησκευτικής πίστης (ναοί), της ενδυνάμωσης του μοναχισμού (μονές Λειμώνος, Μυρσινιώτισσας, Υψηλού, Δαμανδρίου, Περιβολής), της οικονομικής ανθηρότητας (πύργοι, αρχοντικά). Πολλές όμως και οι περιπτώσεις πολιτικοκοινωνικής μεταβλητότητας, πειρατικών επιδρομών, διώξεων, εξανδραποδισμού, εξισλαμισμού, μετοίκησης, επιδημιών, φυσικών καταστροφών, ερήμω­σης, πνευματικού ξεπεσμού και ηθικής εξαχρείωσης.
Κατά το 19ο αιώνα η Λέσβος μπήκε σε αναπτυξια­κή τροχιά. Καθοριστικοί παράγοντες η πληθυσμιακή υ­περοχή του ελληνικού στοιχείου, η απόκτηση του δι­καιώματος γαιοκτησίας, η εθνική συσπείρωση, η βελ­τίωση των όρων διαβίωσης, ο πειθαναγκασμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για εισαγωγή μεταρρυθμί­σεων, η αύξηση της γεωργικής, κτηνοτροφικής και βιο­τεχνικής παραγωγής, η ατμοπλοϊκή σύνδεση με διάφο­ρα λιμάνια, η επέκταση του οδικού δικτύου, καθώς και η τόνωση του εμπορίου, κυρίως του ελαιολάδου, το ο­ποίο εξακολουθεί ως τις μέρες μας να είναι το βασικό προϊόν του νησιού. Η ακμή αυτή συνεχίστηκε και κατά τον επόμενο αιώνα αλλά με αργό ρυθμό λόγω των πο­λεμικών γεγονότων. Πρέπει να σημειώσουμε πως ιδιαί­τερα δραστηριοποιήθηκαν, παρ’ όλες τις αντιξοότητες που αντιμετώπιζαν, και οι πρόσφυγες που εγκαταστά­θηκαν μόνιμα στο νησί, μετά τους διωγμούς του 1914 και κυρίως του 1922, αλλά και αυτοί που παρέμειναν προσωρινά και αναζήτησαν στη συνέχεια δεύτερη πα­τρίδα σε άλλα διαμερίσματα της χώρας. Στην κατηγο­ρία αυτή συγκαταλέγονται, εκτός των άλλων, οι Κυδωνιάτες Φώτης Κόντογλου και Ηλίας Βενέζης.
Στη Λέσβο κατά τους δύο προηγούμενους αιώνες σημειώθηκε οικονομικός και συνακόλουθα κοινωνικός, πνευματικός και καλλιτεχνικός οργασμός. Πάρα πολ­λοί Λέσβιοι εργάστηκαν, σπούδασαν, ήρθαν σ’ επαφή με καινούρια προοδευτικά ρεύματα και νεωτεριστικές ιδέες και ανέπτυξαν πολυσχιδή δράση σε διάφορες πό­λεις, σε ορισμένες από τις οποίες μάλιστα υπήρχαν και αξιόλογες ελληνικές παροικίες. Ενδεικτικά αναφέρου­με την Πίζα, την Τεργέστη, την Οδησσό, τη Βιέννη, το Μόναχο, το Βουκουρέστι, το Γαλάζι, το Παρίσι, τη Μασσαλία, το Λονδίνο, την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τη Βοστόνη, το Κάιρο, την Αλεξάνδρεια και το Χαρτούμ. Έγιναν πολλά εργοστάσια, που ολοένα και εκσυγχρονίζονταν, όπως ελαιοτριβεία, σαπωνοποιεία, βυρσοδεψεία, αλευροποιεία και πυρηνελαιουργεία. Στήθηκαν τυπογραφεία και εκδόθηκαν εφημερίδες («Σάλπιγξ», «Λέσβος», «Ελεύθερος Λόγος», «Καμπά­να», «Ταχυδρόμος», «Δημοκράτης», «Τρίβολος»), περιοδικά («Πιττακός», «Πανδέκτης», «Σαπφώ», «Χα­ραυγή»), καθώς και βιβλία· χτίστηκαν σχολεία, όπως το Γυμνάσιο της Μυτιλήνης (1840), το οποίο αναγνωρί­στηκε επίσημα από το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1875, και λειτούργησαν σχολές (Πεντατάξιο Διδασκαλείο Μυτιλήνης, με πρώτο διευθυντή τον Ευάγγελο Παπα­νούτσο, Παιδαγωγική Ακαδημία Μυτιλήνης, και τελευταία το Πανεπιστήμιο Αιγαίοι))· ιδρύθηκαν αρκετά σω­ματεία, καλλιτεχνικά, αγαθοεργά, αθλητικά, ψυχαγωγι­κά, καθώς και λέσχες· στήθηκαν βιβλιοθήκες· συγκρο­τήθηκαν θίασοι και δόθηκε ώθηση στο ερασιτεχνικό θέ­ατρο, το οποίο συνεχίζεται ως τις μέρες μας· προσέλ­κυσαν την προσοχή ειδικών επιστημόνων αλλά και ε­ρασιτεχνών τα διαλεκτικά ιδιώματα του νησιού και αξιοποιήθηκαν λογοτεχνικά και θεατρικά από πολλούς (Στρατής Παπανικόλας, Χριστόφας Κανιμάς, Στρατής Αναστασέλης, Αργύρης Αραβανόπουλος, Αντώνης Μη­νάς)· ο δημοτικισμός βρήκε πρόσφορο έδαφος στο νη­σί, στο οποίο μάλιστα αποθεώθηκε ο Γιάννης Ψυχάρης κατά την επίσκεψή του στις 8 Αυγούστου 1925.
Αναρίθμητοι οι σκυταλοδρόμοι της πνευματικής και καλλιτεχνικής Λέσβου από το 19ο αιώνα ως τις μέ­ρες μας. Διακρίθηκαν σε πολλούς τομείς και τίμησαν τον τόπο της καταγωγής τους. Κατέλαβαν σημαντικές θέσεις ως κληρικοί της αγιοσύνης, της λογιοσύνης, της ανοιχτής διακονίας και της εθνικής δράσης (Ιγνάτιος ο Αγαλλιανός, Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας, Βενιαμίν ο Λέσβιος, Γρηγόριος Καλαγάνης, Γερμανός Καραβαγγέλης, Ευθύμιος Αγριτέλης), ως πολυτάλαντοι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι ή ακαδημαϊκοί (Δημήτριος Βερ­ναρδάκης, Γρηγόριος Βερναρδάκης, Νεοκλής Καζάζης, Μιχαήλ Στεφανίδης, Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, Γε­ώργιος Πανταζής), ως φωτισμένοι φιλόλογοι-εκπαιδευτικοί (Εμμανουήλ Δαυίδ, Θρασύβουλος Σταύρου, Βασίλης Αρχοντίδης, Γιώργος Βαλέτας), ως παιδαγω­γοί (Μίλτος Κουντουράς, Θεόφραστος Γέρου), ως δη­μοσιογράφοι (Τέρπανδρος Αναστασιάδης, Στρατής Παπανικόλας, Θείελπης Λευκίας), ως τεχνοκρίτες (Στρατής Ελευθεριάδης-Teriade), ως αρχιτέκτονες (Αργύριος Αδαλής), ως γλύπτες, ως κεραμιστές (Κουρτζήδες, Χατζηγιάννηδες), ως ζωγράφοι (Γεώρ­γιος Ιακωβίδης, Θεόφιλος Χατζημιχαήλ), ως σκιτσο­γράφοι (Αντώνης Πρωτοπάτσης-Pazzi, Μίλτης Παρασκευαΐδης, Γιώργος Κακαδέλης), ως βαθείς γνώστες της βυζαντινής μουσικής (Γεώργιος ο Λέσβιος), ως συνθέτες (Τίτος Ξηρέλης, Γιάννης Παπαϊωάννου), ως ποιητές και πεζογράφοι (Αργύρης Εφταλιώτης, Νίκος Καμπάς, Στρατής Μυριβήλης, Ασημάκης Πανσέληνος, Οδυσσέας Ελύτης), ως μεταφραστές, ως ειδικοί επι­στήμονες ή ερασιτέχνες ιστορικοί, αρχαιολόγοι, γλωσ­σολόγοι (Σπυρίδων Αναγνώστου, Γιώργος Γιαννουλέλης), λαογράφοι (Παναγιώτης Νικήτας). Ανθοφόρα λογίζεται και η σύγχρονη εποχή με πολλούς και σημα­ντικούς εκπροσώπους που συνεχίζουν την πλούσια πολιτιστική παράδοση και τη «Λεσβιακή Άνοιξη»
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Περιμένουμε τα σχόλιά σας!