Αγιάσου, Παναγία

Η εις τα μεσόγεια της νήσου Λέσβου και τας υπώρειας του Ολύμπου κωμόπολις της Αγιάσου κατέστη γνωστή και πολυσύχναστος χάρις εις τα προϊόντα της, τας φυσικάς καλλονάς της, το υγιεινόν κλίμα της, την βιοτεχνίαν της, κυρίως όμως χάρις εις το ιερόν προσκύνημα της Υπεραγίας Θεοτόκου

Σας παραθέτω ένα ενδιαφέρον λήμμα για την Αγιάσο, από την Θρησκευτική & Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος Α’. ΕΚΔΟΤΗΣ: Αθαν. Μαρτίνος. ΑΘΗΝΑ 1962

Η εις τα μεσόγεια της νήσου Λέσβου και τας υπώρειας του Ολύμπου κωμόπολις της Αγιάσου κατέστη γνωστή και πολυσύχναστος χάρις εις τα προϊόντα της, τας φυσικάς καλλονάς της, το υγιεινόν κλίμα της, την βιοτεχνίαν της, κυρίως όμως χάρις εις το ιερόν προσκύνημα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Πλήθη προσκυνητών εξ όλης της Λέσβου προσέρχονται εις αυτό κατά τας ημέρας της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ότε εορτάζεται ο ναός ούτος, ως και καθ’ όλην την διάρκειαν του θέρους. Ο ενοριακός ναός της Παναγίας Αγιάσου κατέστη προσκυνηματικός όσον ουδείς άλλος της Λέσβου, χάρις ιδίως εις την εν αυτώ θαυματουργικήν εικόνα της Θεοτόκου.
Ο σωζόμενος μεγάλων διαστάσεων ναός της Παναγίας ανηγέρθη εκ βάθρων το 1815 από τον εξ Άγρας της Λέσβου κάλφαν Χατζηελευθέριον, ο δε διάκοσμός του συνεπληρώθη το 1838, επεσκευάσθη δε και διεκοσμήθη εκ νέου το 1895, κατά την υπέρθυρον επιγραφήν του. Εις το σκευοφυλάκιον του ναού φυλάσσεται ωραίον χρυσοκέντητον επιτραχήλιον μετά εικονογραφικού διακόσμου, εκλεκτόν έργον της μεταβυζαντινής κεντητικής, εις δε την βιβλιοθήκην του υπάρχουν αρκετά χειρόγραφα. Εις τον κυρίως ναόν υπάρχει επιμελώς εκτεθειμένη λαμπρά συλλογή μικρών βυζαντινών και μεταβυζαντινών εικόνων, μερικαί εκ των όποιων είναι αξιολόγου τέχνης.
Το μεγαλύτερον όμως ενδιαφέρον εξ όλων των εικόνων του ναού παρουσιάζουν δύο παλαιοί εικόνες της Παναγίας, η μεγάλη του τέμπλου και η προ αυτής επί προσκυνηταρίου μικροτέρα εικών. Η πρώτη θεωρείται υπό του καθηγητού Κωνστ. Καλοκύρη ως «Παλαιολόγειον έργον (ΙΔ’ αιών), το οποίον κατά τον ΙΣΤ’ αιώνα επιδιωρθώθη κατά την λεγομένην «Κρητικήν» τεχνοτροπίαν, ίδια μάλιστα εις τα πρόσωπα», η δε μικροτέρα, λίαν εφθαρμένη εκ του χρόνου, εικών, η οποία απεκαλύφθη το 1938, εστερεώθη και ετέθη εν πλαισίω εις κοινόν προσκύνημα, ανάγεται, κατά τον ίδιον, «μάλλον εις τους περί τον ΙΒ’ αιώνα χρόνους» (περ. Ο Ποιμήν, Κζ΄ [1961] σ. 2 παράρτ.). Εις τας επιγραφάς, τας οποίας φέρει η μεγάλη εικών, ονομάζεται η Παναγία, την οποίαν παριστά, Αγία Σιών («μρ ΘΥ η αγία Σιών»), ενώ εις την επιγραφήν της επιχρύσου επενδύσεώς της (1731) αυτή αύτη η εικών.
Η κωμόπολις της Αγιάσου και το προσκύνημά της μαρτυρούνται από του ΙΣΤ’ αιώνος. Εκ των ιστορικών πληροφοριών, τας οποίας έχομεν, συνάγεται ότι η Αγιάσος τότε ήτο μικρόν χωρίον, το οποίον φαίνεται να έχη την αρχήν του εις τον ΙΕ’ αιώνα. Ωνομάζετο δε τότε και μέχρι του ΙΗ’ αιώνος «Αγία Σιών». Το όνομα τούτο προσέλαβεν εκ του εν αυτή ναού, ούτος δε πάλιν εκ της εικόνος της Θεοτόκου ονομαζόμενης «Αγία Σιών» ή πιθανώτερον εκ της προσωνυμίας της Θεοτόκου. Το δε εν χρήσει και σήμερον όνομα της κωμοπόλεως «Αγιάσος», το οποίον απαντά από του ΙΗ’ αιώνος, προέρχεται μάλλον εκ του παλαιοτέρου εκείνου ονόματος της. Ο ναός δε της Παναγίας, ο οποίος από του ΙΕ αιώνος είναι ενοριακός ναός του χωρίου και παλλεσβιακόν προσκύνημα, παρουσιάζεται από του ΙΖ’ μέχρι του ΙΘ’ αιώνος και ως καθολικόν μοναστήριον.

Η θαυματουργή εικών Παναγίας της Αγιάσου
Η θαυματουργή εικών Παναγίας της Αγιάσου

Φαίνεται δ’ ότι συνεστήθη η μονή κατά τον ΙΣΤ’ αιώνα, ως και αι λοιπαί λεσβιακαί μοναί, παρέμεινεν όμως αύτη υποτυπώδης και ατροφική, καθ’ ο αστική.
Κατά την παράδοσιν, η μονή της Παναγίας Αγίας Σιών είναι μεσαιωνική μονή. Τούτο είναι πολύ πιθανόν, διότι παρουσιάζει υπέρ αυτού τας εξής ενδείξεις : α) Ο χρόνος της κτίσεως του χωρίου συμπίπτει περίπου προς την διάλυσιν όλων των μεσαιωνικών μονών της Λέσβου, λόγω της καταλήψεως της νήσου υπό των Τούρκων ( 1462). Το τοιούτον, η ανάπτυξις δηλ. εγκαταστάσεως εις θέσιν παλαιοτέρου μοναστηρίου, δεν είναι ασύνηθες εις την Λέσβον. Παρατηρείται εις τας μονάς της Παναγίας του Ξηροκάστρου, Παναγίας της Οδηγητρίας του Κάστρου, των Αγίων Θεοδώρων και πιθανώτατα του Ταξιάρχου Μανταμάδου. β’) Ο ναός της Παναγίας προϋπήρχε του χωρίου, ως εικάζομεν εκ των δύο εικόνων αυτού και μεταγενεστέρων μαρτυριών. Και γ’) Κατά τον ΙΣΤ’ αιώνα, ότε εκδηλούται εις όλην την Λέσβον μία τάσις ανασυστάσεως των διαλυθεισών μεσαιωνικών μονών (Μυρσινιωτίσσης, Αγίου Γεωργίου Παρασιγίου, Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου κ. λ. π.), παρατηρείται και η σύστασις της μονής αύτης. Η μοναστηριακή παράδοσις του διατηρηθέντος ναού της Παναγίας Αγίας Σιών ήτο τόσον ισχυρά, ώστε, αν και ούτος είχε μεταβληθή εις ενοριακόν, όμως επέβαλε την ανασύστασιν μοναστηρίου παρ’ αυτώ.
Η μεσαιωνική μονή της Παναγίας, της Αγίας Σιών, φαίνεται ότι ιδρύθη παλαιότερον του μικρού μεσαιωνικού κάστρου, μέρος του οποίου διατηρείται ακόμη επί της κορυφής του παρακειμένου λόφου «Καστέλι» εις απόστασιν 15-20 λεπτών της ώρας, εντός του οποίου υπάρχει ναΐδριον του Ταξιάρχου. Η ίδρυσις του κάστρου φαίνεται ότι επεβλήθη από λόγους ασφαλείας των μοναχών της μονής Αγίας Σιών, η οποία είχε κτισθή εις παλαιοτέρους χρόνους εις θέσιν, ήτις εξησφάλιζε μεν την κάλυψίν της. όχι όμως και την άμυνάν της προς τους συχνούς επιδρομείς του ΙΓ’, του ΙΔ’ και του ΙΕ’ αιώνος. Τοιαύτας δε μεσαιωνικάς μονάς ευρισκομένας πλησίον κάστρων έχομεν και άλλας εις την Λέσβον, όπως η μονή «Βούρκος». Η τάσις λοιπόν της μονής κατά τους τρεις τελευταίους αιώνας του Μεσαίωνος να καταστή οχυρά επέβαλε την ίδρυσιν του πλησίον της ευρισκομένου κάστρου.
Αλλά και η παλαιά παράδοσις, ότι υπήρχεν εις την Αγίαν Σιών μεσαιωνική σκήτη, δεν είναι διόλου απίθανος, διότι η ύπαρξις σκήτης πλησίον μονής η μάλλον η μεταβολή παλαιοτέρου ασκητηρίου εις μονήν δεν είναι τι ασύνηθες. Συνέβη εις τας λεσβιακάς μονάς του αγίου Αλεξάνδρου, της αγίας Θεοφανούς και της Παναγίας της Καλής Λαγκάδος.
Περί της αρχής και της παλαιοτέρας ιστορίας του προσκυνήματος υπάρχουν διάφοροι παραδόσεις. Εις όλας τας παραλλαγάς της παραδόσεως γίνεται λόγος περί κληρικού, κομιστού εκ των Αγίων Τόπων εικόνος της Θεοτόκου και άλλων ιερών κειμηλίων και περί ιδρύσεως υπ’ αυτού σκήτης πλησίον του σημερινού προσκυνήματος, η οποία κατέστη προσκύνημα. Επί τη βάσει της παραδόσεως αύτης, υπεστηρίχθησαν διάφοροι απόψεις. Υπεστηρίχθη ότι ο άγιος Γρηγόριος, επίσκοπος Άσσου, ίδρυσε τον ναόν της Παναγίας και κατέστησεν αυτόν μονήν. Η γνώμη αύτη εστηρίχθη μάλλον εις παρετυμολογίαν του ονόματος της Αγιάσου εκ του «άγιος Άσσου» και εις μερικάς ομοιότητας, τας οποίας παρουσιάζει η τοπογραφική περιγραφή του ναού, τον οποίον ίδρυσεν ο άγιος Γρηγόριος, με τον ναόν της Αγιάσου, εις τον βίον του άγιου τούτου. Αι ομοιότητες όμως αύται αποδεικνύονται συμπτωματικοί μετά την ανακάλυψιν των ερειπίων του ναού της μονής, την οποίαν έκτισεν ο άγιος Γρηγόριος, εις την περιφέρειαν Γέρας. Μερικοί, στηριζόμενοι, ως λέγουν, εις την παράδοσιν, συνδέουν την μεταφοράν της εικόνος της Θεοτόκου εκ της Ιερουσαλήμ με τους διωγμούς των εικονομάχων αυτοκρατόρων. Λέγουν δηλ., ότι κληρικός εκόμισε την εικόνα της Θεοτόκου εις την Αγιάσον, «φεύγων οργήν Ισαύρου εικονομάχου, ορμώμενος εξ Αγίας Σιώνος». Αλλά και η εκδοχή αύτη δεν φαίνεται πιθανή δια τον εξής κυρίως λόγον : Δεν είναι νοητόν διατί, είτε επί του Λέοντος Γ’ Ισαύρου (717-740) ,είτε επί του Κωνσταντίνου Ε΄ (741-775), επί του οποίου κυρίως εξαπελύθη σφοδρός και συστηματικός διωγμός κατά των εικονοφίλων μοναχών, ο κομιστής της εικόνος κληρικός άφησε την αραβοκρατουμένην τότε Παλαιστίνην, η οποία δεν επηρεάζετο από τους εικονοκλαστικούς διωγμούς, και ήλθεν εις Λέσβον, αφού, αντιθέτως, είναι γνωστόν, ότι αποτέλεσμα των μέτρων, τα οποία έλαβεν ο Κωνσταντίνος Ε΄, ήτο να μεταναστεύσουν εκ της Ελλάδος πολλοί μοναχοί εις τας ακτάς της Συρίας και Παλαιστίνης.

Από την λιτάνευσιν της ιεράς εικόνος
Από την λιτάνευσιν της ιεράς εικόνος

Το 1939 εδημοσιεύθη, το πρώτον, εις το περιοδικόν του ιερού Προσκυνήματος «Αγία Σιών» (Γ’, σ. 56-58) αυτόγραφος επιστολή του εξ Αγιάσου Π. Αποστόλου, την οποίαν ούτος απέστειλεν εκ Κωνσταντινουπόλεως εις Αγιάσον την 8ην Απριλίου 1704 και εις την οποίαν διαλαμβάνεται αντίγραφον εγγράφου του «άρχοντος της Λέσβου Κωνσταντίνου Βαλέριου». Δι’ αυτού εχορηγείτο άδεια εις τους χριστιανούς να κτίσουν τον πρώτον ναόν προς τιμήν της Θεοτόκου εις θέσιν «ένθα μιμνήσιον τύμβου μοναχοπρεσβύτου Αγάθωνος Εφεσίου κομιστού της άγιας εικόνος» της Θεοτόκου. Έφερε δε το έγγραφον την χρονολογίαν : «ΙΑ’ αιώνι Ο’ έτει ΙΖ’ Αυγούστου». Εδημοσιεύθη επίσης εις το αυτό περιοδικόν και «επίγραμμα πλακός ναού» της Θεοτόκου Αγίας Σιών, το οποίον κατείχεν επίσης ο Π. Αποστόλου και το οποίον επαναλαμβάνει τας πληροφορίας του εγγράφου και προσθέτει ότι ο Βαλέριος Κωνσταντίνος ήτο άρχων της Λέσβου επί αυτοκράτορος Μανουήλ Κομνηνού. Φέρει δε τούτο την χρονολογίαν: «ενέτει ςχπι’ ημέραν πεντεκαιδεκάτην μηνός Αυγούστου». Τα ανωτέρω αντίγραφα θα έπρεπε να θεωρηθούν σημαντικοί ιστορικαί πηγαί δια την ιστορίαν του προσκυνήματος, εάν θα ήτο δυνατόν ν’ αποδειχθή η γνησιότης των. Δυστυχώς όμως υπάρχουν πολλοί λόγοι πείθοντες μάλλον περί του αντιθέτου. Πλην των άλλων, αι αναγραφόμεναι εις αυτά χρονολογίαι γεννώσιν εύλογους υπονοίας περί της πλαστότητός των. Εν πρώτοις είναι άγνωστος κατά τον Μεσαίωνα η από Χριστού χρονολογία και μάλιστα εις αιώνας, ως παρατηρείται εις το «έγγραφον παροχής αδείας» οικοδομής του ναού. Έπειτα η χρονολογία αυτού «ΙΑ’ αιώνι Ο’ έτει» δεν αντιστοιχεί προς το 1170. έτος της βασιλείας του Μανουήλ Κομνηνού, αλλά προς το 1070. Προφανώς ο συντάκτης του ηγνόει ότι ο ΙΑ’ αιών περιλαμβάνεται μεταξύ των ετών 1001 και 1100. Αλλά και εις την από κτίσεως κόσμου χρονολογίαν του «επιγράμματος» αστοχεί ο συντάκτης του, διότι εις την θέσιν της μονάδος μεταχειρίζεται δεκάδα (ι).
Αι ως άνω υποστηριχθείσαι απόψεις αποδεικνύονται ατυχείς. Ως εκ τούτου, η σύστασις και η παλαιοτέρα ιστορία του προσκυνήματος Αγιάσου θα πρέπει να συσχετισθούν προς άλλα ιστορικά γεγονότα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡ. Β. Β ρ α ν η, Το εξακουστόν προσκύνημα, ήτοι περιγραφή της εν Λέσβω κωμοπόλεως Αγιάσσου και της εν αυτή υπαρχούσης άγιας και θαυματουργού εικόνος της Κυρίας ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, Σμύρνη, 1861. Στ. Αναγνώστου, Η Λεσβίας. 1850. σ. 137 – 138. 156. Οικον. Σ. Τάξη. Συνοπτική ιστορία και τοπογραφία της Λέσβου. Κάιρον. 1909. σ. 95, 98. Ευστρ. Δράκου. Μελέτη επί της ιστορίας της Εκκλησίας της Λέσβου, Δράμα, 1928, σ. 24. Του αυτού. Ιστορία της Εικοσιφοινίσσης μονής επί του Παγγαίου και αγιολογία της Λέσβου, Δράμα. 1928. σ. 15. Ο Ποιμήν. περ. Ί. Μητρ. Μυτιλήνης. 6τ. ΙΑ’ (Ι946)-ΚΓ’ (1958). Περ. Αγία Σιών. δελτίον Ι. προσκυν. Αγιάσου. Α’ (1937 – 1938) – Γ’ (1939). Ε. Κλεομβρότου (νυν Μητρ. Μυτιλ. Ιακώβου), Συνοπτική ιστορία της εκκλησίας Λέσβου, ο Ποιμήν, Ε’ 155 παρ. Στρ. Κολαξιζέλη, θρύλος και ιστορία της Αγιάσου, τεύχη 5. M. Richard Repertoire des bibliotheques et des catalogues de manuscrits Grecs Paris 1958, σ. 140. Γαβριήλ, μητρ. Μηθύμνης. Περιγραφή της Λέσβου, εκδ. Ι. Φουντούλη. Αθήναι, 1960, σ. 32.

ΙΩ. ΜΟΥΤΖΟΥΡΗΣ

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΧΡ. ΚΟΥΡΒΑΝΙΟΣ

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΧΡ. ΚΟΥΡΒΑΝΙΟΣ
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΧΡ. ΚΟΥΡΒΑΝΙΟΣ

Ο Γρηγόρης Κουρβανιός γεννήθηκε στην Αγιάσο στις 23 Δεκέμβρη 1923 και πέθανε στις 26 Δεκέμβρη 1985. Ήταν το τρίτο από τα πέντε παιδιά του ζαχαροπλάστη και φωτογράφου Χριστόφα Κουρβανιού. Γνώρισε από νωρίς τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες της ζωής. Ρίχτηκε όμως με θάρρος στον αγώνα. Γράμματα πολλά δεν ευτύχησε να μάθει. Μια αντιπαιδαγωγική ενέργεια τον σταμάτησε στην προτελευταία τάξη του Δημοτικού. Εντάχτηκε νωρίς στο ΕΑΜ και υπηρέτησε την υπόθεση της Εθνικής Αντίστασης από τον Αύγουστο του 1943, σύμφωνα με την ταυτότητα της ΠΕΑΕΑ /62142 / 25-10-1984. Ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη μουσική και συνεργάστηκε με τους Σουσαμλήδες, το Στρατή, το Μάριο, το Βασίλη… Έμαθε την τέχνη της φωτογραφίας και συνέχισε την οικογενειακή παράδοση. Δέθηκε στενά με το Αναγνωστήριο από το 1972. Είχε προσληφθεί ως κλητήρας, αλλ’ εργάστηκε με μεράκι κι επιτυχία σε διάφορους ειδικούς τομείς. Ήταν ο βιβλιοθηκάριος, ο δακτυλογράφος, ο φωτογράφος, ο μουσικός, ο υπεύθυνος σκηνής, ο επιγραφοποιός, ο χειριστής μηχανημάτων…
Εργάστηκε για το λόφο Καστέλι, για την ύδρευσή του, για την αξιοποίησή του. Εργάστηκε για το Λαογραφικό Μουσείο του Αναγνωστηρίου. Συνεργάστηκε γόνιμα με το «Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών» Αθήνας…

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 32/1986

ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΤΟΥ ΣΠΗΛΙΟΥ Ή ΤΗΣ ΓΛΑΣΤΡΑΣ

ΘΕΣΗ

Η τοποθεσία Σπήλιος ή Γλάστρα βρίσκεται ΝΔ του λόφου Καστέλι, όπου υπήρχε ενετικό φρούριο. Η μετάβαση στην τοποθεσία αυτή γίνεται από μονοπάτι που περνά πίσω από το νεκροταφείο του χωριού, ύστερα από πεζοπορία 35′. Μπορεί επίσης να πάει κανείς εκεί και από το λόφο Καστέλι, μόνο που η διαδρομή είναι μεγαλύτερη.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Το σπήλαιο ήταν γνωστό από πολύ παλιά. Επίσημα αναφέρεται στο βιβλίο του Στρατή Κολαξιζέλη «Θρύλος και ιστορία της Αγιάσου» – Μυτιλήνη 1947, καθώς και στο βιβλίο του Γεωργίου Α. Δουκάκη «Ο Τουρισμός της νήσου Λέσβου» Αθήναι 1959.

σπιλ0001

ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ

Το στόμιο του σπηλαίου βρίσκεται στη βάση βράχου και έχει πλάτος 2Μ και μέγιστο ύψος 1 Μ, είναι δε στραμμένο προς τα Β-ΒΑ και βλέπει στον απέναντι λόφο Καστέλι. Μπροστά από το στόμιο είναι πεσμένος βράχος, αποσπασμένος από τον υπερκείμενο του στομίου βράχο. Το μέγιστο βάθος του σπηλαίου είναι 47Μ, ενώ το μέγιστο πλάτος φτάνει τα 4Μ και το μέγιστο ύψος περίπου 7Μ κατά θέσεις. Ο κατά μήκος άξονας του σπηλαίου έχει διεύθυνση ΝΔ.

Μετά την είσοδο στο σπήλαιο, υπάρχει ο πρώτος θάλαμος – διάδρομος του σπηλαίου. Στα δεξιά υπάρχει βραχώδης έξαρση που τον χωρίζει από το δεύτερο θάλαμο. Η βραχώδης έξαρση στο μπροστινό της τμήμα σχηματίζει στένωμα 1Μ περίπου, δια του οποίου μπαίνουμε στο δεύτερο θάλαμο. Αυτός έχει δύο μεγάλους χώρους. Ο πρώτος παρουσιάζει στο αριστερό του μέρος μικρές τυφλές κοιλότητες, ενώ αντίθετα στο δεξιό μέρος του είναι πεσμένος ένας βράχος και πάνω του είναι πεσμένοι άλλοι βράχοι. Γενικά η δεξιά πλευρά παρουσιάζει σημεία κατάρρευσης, κατά θέσεις. Μια δεύτερη στένωση πλάτους 0,70Μ οδηγεί στον τρίτο θάλαμο ωοειδούς σχήματος. Από φαρδύτερη στένωση οδηγούμαστε σε μικρότερο τέταρτο θάλαμο, που συνεχίζει σε μακρόστενο διάδρομο πλάτους 1-1,5, που στο βάθος στενεύει και παρουσιάζει ανοδικό έδαφος με μία μικρή οπή στο βάθος που συνεχίζει προς δυτικά. Η είσοδος στην οπή αυτή είναι αδύνατη, είναι δε πολύ πιθανό το σπήλαιο να συνεχίζει πίσω από αυτή σε απροσδιόριστο βάθος.

Το έδαφος είναι χωμάτινο, ενώ κατά θέσεις είναι πεσμένοι μικροί βράχοι από την οροφή ή τη δεξιά πλευρά του σπηλαίου.

Σ όλο το μήκος του σπηλαίου υπάρχουν σταλακτίτες μαστοειδείς ή ταινιωτοί, με μέγιστο μήκος 0,5 μέχρι 1Μ και μέγιστη διάμετρο 0,40Μ. Σε πολλές περιπτώσεις οι σταλακτίτες έχουν ενωθεί με τους σταλαγμίτες και έτσι σχηματίζονται διάφορα συμπλέγματα με ποικίλα σχήματα, όπως επιτάφιος, δαντέλες κ.λ.π. Τόσο δεξιά όσο και αριστερά των τοιχωμάτων υπάρχουν πετρώματα που σχηματίζουν μια ωραία μωσαϊκή όψη. Ο πρώτος θάλαμος φωτίζεται από το φως που μπαίνει από το στόμιο του σπηλαίου, στη συνέχεια όμως χρειάζεται τεχνητός φωτισμός.

ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΑ

Η θερμοκρασία κατά το μήνα Ιούλιο ήταν 15°C, ενώ η εξωτερική ήταν περίπου 28°C. Η υγρασία είναι περίπου 90%. Από την οροφή του σπηλαίου πέφτουν κατά θέσεις σταγόνες νερού, ενώ επίσης διάφορες θέσεις των αριστερών τοιχωμάτων σκεπάζονται από υγρασία.

ΒΟΤΑΝΙΚΗ

Το σπήλαιο βρίσκεται μέσα σε ελαιώνα, ενώ σε μικρή απόσταση περιτριγυρίζεται από πευκοδάσος. Η είσοδος του σπηλαίου καλύπτεται από πιτραμίθρα και δάφνη, ενώ υπάρχουν επίσης φτέρες, τσουκνίδες, φτλέλια, ρίγανη, ποντικάγκαθα, βρύα και διάφορα άλλα αγρωστώδη. Στο εσωτερικό βρέθηκαν φυτρωμένοι μύκητες (μανιτάρια), ενώ σε διάφορες θέσεις των τοιχωμάτων υπήρχαν ρίζες και ριζίδια δέντρων.

ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ

Σύμφωνα με το Στρατή Κολαξιλέλη “… υπάρχουν σταλακτίτες με περίεργες μορφές, δια τους οποίους οι περασμένες γενεές πίστευαν ότι είναι αγάλματα Θεών, απολιθωμένοι μαστοί, κρεβατές Ανηραΐδων κ.τ.λ. αναλόγως του σχήματος αυτών”.

Υπάρχει ακόμα η πρόληψη, ευρύτατα διαδομένη μεταξύ των κατοίκων της Αγιάσου, ότι, αν ακουστεί βλασφημία μέσα στο σπήλαιο, τότε κλείνει η είσοδος του.

Ο αγαπητός μας φιλόλογος καθηγητής και Λυκειάρχης Δημήτριος Σκλεπάρης μας γράφει τα εξής σχετικά με την παράδοση που επικρατεί για το σπήλαιο: «Αυτά γενήκανε τα παλιά χρόνια, τα πολύ παλιά. Δεν τα προφτάξαμε μεις, ούτε οι παππούδες μας, που μας τα διηγήθηκαν, ακουστά και αυτοί από τους προπάππους τους, σαν παραμύθι: Κυνηγημένος ο κόσμος έφευγε να κρυφτεί. Τη σπηλιά αυτή την ήξεραν και ήρτεν η ώρα που χρειάστηκε. Σ’ αυτήν έτρεξαν. Μα καθώς ήταν πολύς κόσμος, από την τρεχάλα και τη βιασύνη σέρνοντας τη μαρμαρένια πλάκα να κλείσ’ η σπηλιά, έμειν’ απ’ όξω η ασημένια παντούφλα της αρχοντοπούλας. Αυτή τους πρόδωσε. Όταν ψάχνοντας τη βρήκαν οι Αγαρηνοί, με τα πολλά, τράβηξαν την πόρτα, μπήκαν μέσα, έκοψαν, σκλάβωσαν. Από τότες τρέχουν οι πέτρες, είναι τα δάκρυα του κόσμου που χάθηκε. Τρέχουν από τα μάτια, κυλάνε από το πρόσωπο στο στήθος, τα βυζιά και στάζουν στη γη. Έγινε θρήνος και οδυρμός. Άγγελος Κυρίου μετάτρεψε τα κόκαλά τους σε πέτρες, που ακόμα στάζουν – κλαίνε για το χαλασμό που γένηκε».

ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ

Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε σαν καταφύγιο από ντόπιους «νταμγκατζήδες», δηλ. παραχαράκτες για την κατασκευή πλαστών τουρκικών χάλκινων νομισμάτων (μπαγκίρες), με τη χρησιμοποίηση του μεταλλικού νταμγκά (μήτρας).

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Το σπήλαιο έχει τοπικό τουριστικό ενδιαφέρον. Συνιστάται για επίσκεψη από ντόπιους και ξένους φυσιολάτρες.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ Μ. ΧΟΥΤΖΑΙΟΣ κτηνίατρος

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Μ. ΧΟΥΤΖΑΙΟΣ φυσικός

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 13/1982

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΧΑΡ. ΚΑΜΑΡΟΣ

Όταν απολαμβάνουμε μια θεατρική παράσταση, σκεφτήκαμε πόσοι άνθρωποι συνεργάζονται για να υλοποιηθεί και να πούμε πως η παράσταση ήταν όμορφη; Επί σκηνής βλέπουμε τους ηθοποιούς, τους χειροκροτούμε ή τους επικρίνουμε για το παίξιμό τους.

Για να γίνει μια παράσταση συνεργάζονται πολλοί άνθρωποι, ο σκηνοθέτης, ο σκηνογράφος, ο ενδυματολόγος, ο μουσικός, ο φωτιστής, ο τεχνικός σκηνής, και πάνω απ’ όλους ο ηθοποιός.

Μεγάλη συμβολή έχει στη σωστή παρουσίαση ενός έργου η σκηνογραφία, η τέχνη της δημιουργίας σκηνικών, που μας βοηθάει να φαντασθούμε περισσότερα απ’ όσα μπορούμε να δούμε, να αισθανθούμε το χώρο και το χρόνο, όπου διαδραματίζεται το έργο. Πάρα πολύ δύσκολη τέχνη που απαιτεί γνώσεις ποικίλες, φαντασία πλούσια και επινοητικότητα, για να κάνει το θεατή, όταν ανοίγει η αυλαία, να χειροκροτήσει προτού μιλήσουν οι ηθοποιοί, σύμφωνα πάντοτε με τους οραματισμούς του συγγραφέα και το πνεύμα του σκηνοθέτη.

Ο Δημήτριος Καμαρός δεν ήταν ηθοποιός, έχει όμως έντονη την παρουσία του στο πίσω μέρος της σκηνής, τα παρασκήνια, και ευρύτερα στην καλλιτεχνία, βάζοντας τη σφραγίδα του στη διάσωση και προαγωγή του λαϊκού μας πολιτισμού.

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΜΑΡΟΣΑΡΤΕΜΙΣΙΑ ΚΑΜΑΡΟΥΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΣΚΑΝΕΛΗΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΝΤΟΣΓεννήθηκε στην Αγιάσο στις 9 του Μάρτη το 1934. Πατέρας του ο υλοτόμος Χαράλαμπος Καμαρός και μητέρα του η Αρτεμισία το γένος Μουτζουρέλη. Ο παππούς του Δημήτριος Καμαρός, επίσης υλοτόμος. Ο προπάππους του Στυλιανός Σκανέλης ήταν κι αυτός ξυλογλύπτης. Η τύχη το έφερε να κάνει και πεθερό μαραγκό, το Γεώργιο Κοντό από το Ακράσι.

Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο μέσα στα δύσκολα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου. Η οικογενειακή του παράδοση αλλά και η εσωτερική του παρόρμηση τον ώθησαν να στραφεί στη σμίλευση του ξύλου, της καστανιάς και ιδιαίτερα της καρυδιάς, με τα οποία είχε καθημερινά επαφή λόγω του επαγγέλματος του πατέρα του, αλλά και των θείων του. Στην αρχή, σε ηλικία 13 ετών, εμαθήτευσε ως «τσιρακέλ» κοντά σε μαραγκούς του χωριού μας που έκαναν ξύλινες κατασκευές σπιτιών. Οι δύσκολες μετακατοχικές συνθήκες του εμφυλίου τον ανάγκασαν να διακόψει τη φοίτησή του στο Γυμνάσιο.

Slide6Slide8

Ανήσυχο πνεύμα, σε ηλικία 17 ετών στήνει έναν πάγκο μαραγκού στο ξυλεμπορικό μαγαζί του πατέρα του, πιο κάτω απ’ το Ηρώο, και στη συνέχεια ανοίγει δικό του εργαστήριο στο στενό του Καλφαγιάννη. Γίνεται πλέον μάστορας και μαθητεύουν κοντά του και «τσιράκια». Πρωτοασχολήθηκε με την κατασκευή μουσικών οργάνων και επίπλων σε τμήματα των οποίων σκαλίζει σχέδια, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί τη δική του ξεχωριστή σφραγίδα. Αυτή είναι η πρώτη πορεία του.

Slide7Slide9

Το 1956 πηγαίνει στο στρατό. Υπηρετεί ως λοχίας σε διάφορα μέρη, κυρίως όμως στη Θεσσαλονίκη στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου απ’ όπου απολύεται αρχές του 1958. Πίσω πάλι στην Αγιάσο. Δύσκολα χρόνια. Πρέπει να πιάσει απ’ την αρχή. Σκέπτεται πως θα ήταν καλύτερα να πάει πίσω στη Θεσσαλονίκη να δουλέψει.

Slide10Slide12

Φαίνεται πως οι γονείς τον μετέπεισαν και παραμένει στο χωριό ανοίγοντας άλλο μεγαλύτερο εργαστήρι λίγο πιο πάνω απ’ το σημερινό και αρχίζει εκ νέου την οργάνωση της δουλειάς του. Την ίδια χρονιά παντρεύεται τη Γιαννούλα Κοντού απ’ το Ακράσι, κόρη μαραγκού.

Slide14Slide16

Αρχίζουν δυο δρόμοι παράλληλοι, δημιουργικοί. Ο ένας ο επαγγελματικός. Το 1960 μεταφέρεται στο σημερινό μεγάλο εργαστήρι. Ανασυντάσσεται και αξιοποιεί τις πρωτοποριακές του εμπνεύσεις στην ξυλογλυπτική κυρίως. Η φήμη του ξεπερνά τα όρια του νησιού και τα έπιπλά του ταξιδεύουν σε όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό, κάνοντας σχεδόν το γύρο του κόσμου.

Slide15

Κοντά του μαθήτευσαν οι περισσότεροι σημερινοί νέοι ξυλογλύπτες, γύρω στους εκατό.

Στην πορεία επεκτείνει την επιχείρηση με τη συνεργασία δύο μαθητών του. Προμηθεύονται πιο σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό για την καλύτερη ποιότητα των ξυλόγλυπτων επίπλων και παράλληλα τη διασφάλιση της αξίας του χειροποίητου.

Slide18Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι κοντά του μαθήτευσε και δούλεψε και η γυναίκα του απ’ το 1958 μέχρι το ’80 και ο γιος του Χαράλαμπος (Μπάμπης), που απ’ τα μαθητικά του χρόνια, στον ελεύθερο χρόνο του, ασχολείται με την τέχνη του πατέρα του και μετά από την πανεπιστημιακή του εκπαίδευση, απασχολείται αποκλειστικά μ’ αυτήν. Μετά τη συνταξιοδότηση του πατέρα του ανέλαβε ο ίδιος την όλη δραστηριότητα της επιχείρησης.

Ο άλλος παράλληλος δρόμος είναι ο οικογενειακός.

Ο Δημητρός ευτύχησε να κάνει σύντροφό του μια εξαίρετη σύζυγο, τη Γιαννούλα. Κοντά του σε όλες τις στιγμές, καλές και κακές, του γέννησε ένα γιο τον Μπάμπη και μια κόρη την Ειρήνη. Του σπούδασαν, τους πάντρεψαν και σήμερα νιώθουν πανευτυχείς καμαρώνοντας τα εγγόνια τους.

Slide19

Για τον ίδιο και το έργο του έχουν γίνει εκτενείς αναφορές σε αρκετές εφημερίδες (ΤΑ ΝΕΑ 27/8/2012) και περιοδικά (ΙΔΕΕΣ & ΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ, Ιούλιος 1995). Ακόμα και από Πανεπιστήμια όπως το ερευνητικό πρόγραμμα «Κιβωτός του Αιγαίου» καθώς κα σε αρκετά τοπικά διαφημιστικά φυλλάδια, το διαδίκτυο και διάφορες τηλεοπτικές εκπομπές.

Κλείνοντας το βιογραφικό του Δημήτρη Καμαρού συμπεραίνουμε πως με την τέχνη του και το επαγγελματικό του ήθος διασώζει το λαϊκό μας πολιτισμό και προάγει την παράδοση του τόπου μας σεβόμενος το παλιό και ακολουθώντας παράλληλα την εξέλιξη της εποχής μας. Και το πιο σημαντικό: Με την τέχνη της ξυλογλυπτικής δημιουργεί προϋποθέσεις για οικονομική ανάπτυξη της Αγιάσου καθιερώνοντας και προάγοντας την Αγιασώτικη ξυλογλυπτική, ταξιδεύοντας σ’ όλα τα πλάτη της γης, Ευρώπη, Αμερική, Αφρική, απ’ το ναό του Αγ. Γεωργίου στη Χάλκη και στο Πατριαρχείο μέχρι τη Ζιμπάμπουε της Αφρικής.

Slide27Slide32bSlide28aSlide28bSlide28cSlide29a

Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ

Slide36
«Αρραβωνιάσματα» του Δημήτρη Μπόγρη

Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 η καλλιτεχνική φύση του Δημήτρη Καμαρού ζητούσε τρόπο έκφρασης σε κάποιο χώρο κοινό, πέραν του μικρού εργαστηρίου του.

Ακολούθησε αραιά το θείο του Παναγιώτη Μουτζουρέλη, δάσκαλο, τα βράδια στο παλιό Αναγνωστήριο, όπου εκεί το περιβάλλον ήταν καλλιτεχνικό με συζητήσεις και προετοιμασίες για θέατρο, χορωδίες, μουσικοφιλολογικές βραδιές.

1954. Ο αείμνηστος δάσκαλος Χριστόφας Χατζηπαναγιώτης διέβλεψε την καλλιτεχνική φύση του νεαρού Δημήτρη και τον παρακίνησε να βοηθήσει στο ανέβασμα των θεατρικών παραστάσεων μαζί με φίλους άλλους όπως το Μιχάλη Χριστοφαρή, Προκόπη Κουτσκουδή, Νίκο Τσεσμελή, το Στρατή Χατζηπαναγιώτη.

Στις 21 & 22 Μαΐου το Αναγνωστήριο παρουσίασε το ηθογραφικό δράμα του Δημήτρη Μπόγρη «Αρραβωνιάσματα» και την κωμωδία του Νίκου Λάσκαρη «Το κοκαλάκι της νυχτερίδας», με σκηνοθεσία Χριστόφα Χατζηπαναγιώτη.

Εδώ γίνεται το πρώτο βάπτισμα του Δημήτρη. Παίζει το ρόλο του γκαρσόν αλλά περισσότερο συμμετέχει στα σκηνικά με την κατασκευή μιας πανέμορφης κληματαριάς, που απέσπασε το θαυμασμό όλων. Καθιερώνεται πλέον τακτικό μέλος της θεατρικής ομάδας του Αναγνωστηρίου και ο «Δάσκαλος» Χριστόφας Χατζηπαναγιώτης καυχιέται πως αποκάλυψε ένα μεγάλο ταλέντο στη σκηνογραφία.

Την ίδια χρονιά 1954, στις 25 Ιουλίου και 13 Αυγούστου το Αναγνωστήριο ανεβάζει τη γνωστή ηθογραφία «Τι να τα κάνω τα καλά» του Χριστόφα παπα-Κανιμά στον υπαίθριο θερινό κινηματογράφο «Όασις» στο χώρο του Κήπου της Παναγίας σε σκηνοθεσία του Χριστόφα Χατζηπαναγιώτη και σκηνογραφία του Δημήτρη Καμαρού. Η ηθογραφία επαναλήφθηκε στο θέατρο της Λεσβιακής Εκθέσεως μέσα στο προαύλιο του Γυμνασίου Μυτιλήνης σε τρεις παραστάσεις με την ευκαιρία της οργάνωσης της Γ’ Εμποροπανηγύρεως.

Slide46
Μακέτα «Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας»

Στις 18 και 19 Δεκεμβρίου 1955 παρουσιάστηκε για μια ακόμη φορά απ’ το Αναγνωστήριο το δραματικό ειδύλλιο του Δημ. Κορομηλά «Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας», με σκηνοθεσία Χριστόφα Χατζηπαναγιώτη και σκηνογραφία του Δημήτρη Καμαρού και Μιχάλη Χριστοφαρή (Καμπά).

Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική και κολακευτική η αναφορά στους παραπάνω που κάνει ο τότε πρόεδρος του Αναγνωστηρίου Μιλτιάδης Σκλεπάρης στον πρόλογό του πριν την παράσταση.

Ανάμεσα στα άλλα λέγει: «Είναι άξιοι θερμών συγχαρητηρίων οι κ.κ. Μιχαήλ Χριστοφαρής ή Καμπάς και Δημήτριος Καμαρός που κατόρθωσαν με το ανήσυχο και δαιμόνιο μυαλό τους να φιλοτεχνήσουν τον σκηνικόν διάκοσμον της παραστάσεως χωρίς την καθοδήγηση και υπόδειξη κανενός και χωρίς να έχουν ασχοληθεί άλλη φορά προς τούτο. Κείνο όμως που προκαλεί τον θαυμασμό και την έκπληξη όλων μας είναι ο μεγάλος τεχνικός πλάτανος που συναρμολογείται σε βαλίτσα και η τεχνητή βρύση με το μπόλικο τρεχούμενο νερό που σε λίγο θα δείτε και θα θαυμάσετε και σεις. Τα παιδιά αυτά είναι εύρημα και ένας μεγάλος θησαυρός για το Αναγνωστήριο στις καλλιτεχνικές του εξορμήσεις…»

Σε ερώτησή μου ποιο ήταν το μυστικό αυτής της σκηνογραφικής επιτυχίας μου απάντησε: «… Αυτό που έκαμα έπρεπε να το κάνω σωστά. Το κουβεντιάζαμε με το φίλο μου Μιχάλη και ξεκινούσαμε με την κατασκευή πρώτα μιας μακέτας και προχωρούσαμε σε συνεργασία με το σκηνοθέτη στις κατασκευαστικές λεπτομέρειες. Δεν υπήρχαν τα σημερινά υλικά και τα μηχανικά μέσα. Έπρεπε να σκεφτούμε πώς θα φτιάξουμε και να κρεμάσουμε την αυλαία να ανοιγοκλείνει. Τον πλάτανο με τα φύλλα αλλά και τα βούτλα στον κορμό, το νερό να τρέχει. Τα υλικά των σκηνικών ήταν από χαρτιά και κόλες, ακόμα και τα φύλλα των δέντρων. Πίστευα πως τα σκηνικά πρέπει να μένουν στο μέλλον, γιατί είχανε πάνω τους δουλειά και μεράκι. Δυστυχώς δεν έμεινε τίποτα».

Παράλληλα με το Αναγνωστήριο ο Γυμναστικός Σύλλογος Αγιάσου «ΟΛΥΜΠΟΣ», που στην αρχή ήταν παράρτημα του Αναγνωστηρίου, απ’ τη δεκαετία του ’30 ανέβαζε θεατρικές παραστάσεις με σκηνοθεσία κυρίως του Ηλία Μακρέλη ή Ψυρκούδη. Σ’ αυτές τις παραστάσεις έπαιρναν μέρος και ερασιτέχνες του Αναγνωστηρίου.

Έτσι το 1956, 6 Μαρτίου από Ερασιτεχνικό Παράρτημα του Γυμναστικού Συλλόγου ΟΛΥΜΠΟΣ ανέβηκε το Μουσικό Κωμειδύλλιο του Δ. Κόκκου: «Η λύρα του γερο-Νικόλα» με σκηνοθεσία του Ηλία Ψυρκούδη και κατασκευαστές σκηνικών το Δημ. Καμαρό και Μιχάλη Χριστοφαρή.

Slide51
«Η λύρα του γερο-Νικόλα»

Το έργο πλαισιώθηκε στο τέλος με ένα σκετσάκι επιθεωρησιακό «Το 7 Τραμ» με τους ίδιους σκηνογράφους. Τα σκηνικά εξέπληξαν τους πάντες. Τότε είχαν έρθει στην Αγιάσο για να παρουσιάσουν ένα θεατρικό τους έργο οι γνωστοί μας μεγάλοι κωμικοί Μίμης Φωτόπουλος και Ντίνος Ηλιόπουλος. Χρησιμοποίησαν αυτά τα σκηνικά και εδώ και στο Σανατόριο που παρουσίασαν το έργο τους. Στο τέλος φεύγοντας πήραν το σκηνικό απ’ το «7 Τραμ» μαζί τους στην Αθήνα εκτιμώντας την πρωτοτυπία και την ευρηματική κατασκευή.

Slide52

Στις 18 Μαρτίου 1958 ο Γυμναστικός Σύλλογος «ΟΛΥΜΠΟΣ» σε σκηνοθεσία πάλι του Ηλία Ψυρκούδη ανεβάζει το έμμετρο δράμα «Ο Κουρσάρος» του Πολύβιου Δημητρακοπούλου με μηχανικό σκηνής το Δημήτρη Καμαρό.

Slide53
Ο ΚΟΥΡΣΑΡΟΣ

Απ’ το 1959 ο Δημήτρης θα απέχει ως πρωταγωνιστής σκηνογράφος απ’ τις θεατρικές παραστάσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει πως σε κάθε κάλεσμα δεν τρέχει να βοηθήσει και να δώσει λύσεις, ιδιαίτερα σε δύσκολες κατασκευές, σε έργα του Αναγνωστηρίου αλλά και του Δημοτικού Σχολείου. Έτσι τον βλέπουμε το 1964 να βοηθάει τον αείμνηστο Χαράλαμπο Πανταζή στη σκηνογραφία της κωμωδίας του Δημ. Ψαθά «Οι Μικροί Φαρισαίοι».

Το 1967 βοηθάει στο γνωστό δραματικό ειδύλλιο του Δημ. Κορομηλά «Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας» που ξαναπαίχτηκε.

Το 1981 ανέλαβε με έπιπλα τη διακόσμηση της παράστασης του κοινωνικού δράματος του Γιώργου Σκούρτη «Οι Νταντάδες».

Slide58
«Οι Νταντάδες»

Μετά από ένα μεγάλο διάστημα παρασκηνιακής μόνο βοήθειας και πρόθυμης συνεργασίας με το Αναγνωστήριο, όποτε του ζητείτο, θα τον δούμε πάλι περισσότερο ενεργό συνεργάτη το 1999.

Στις 7 Αυγούστου πραγματοποιήθηκαν τα θυρανοίξια του παρεκκλησίου οσίου Αγάθωνος, στο ναΰδριο της Ζωοδόχου Πηγής και στη συνέχεια στο κινηματοθέατρο του Αναγνωστηρίου έγινε τιμητική εκδήλωση για τη δεκάχρονη αρχιερατεία του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιάκωβου Φραντζή. Στη συνέχεια, παρουσιάστηκε το ιστορικοθρησκευτικό έργο του Αντώνη Μηνά «ΑΓΙΑ ΣΙΩΝ», ειδικά γραμμένο για τις προηγούμενες εκδηλώσεις. Και εδώ την κατασκευή των σκηνικών ανέλαβε ο Δημ. Καμαρός με το Μιχάλη Χριστοφαρή που είχε έρθει για διακοπές από την Αυστραλία και τη σκηνογραφία ο Τάκης Καμπουρέλης, ενώ οι ζωγραφιές των ταμπλό ήταν του Χαράλαμπου Πανταζή. Μεγάλη επιτυχία είχαν οι απομιμήσεις των κειμηλίων που έφερε ο Αγάθωνας και κατασκεύασε ο Δημ. Καμαρός.

Slide60
«ΑΓΙΑ ΣΙΩΝ»

Το ίδιο έργο παίχτηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 1999 στην Πάτμο στο πλαίσιο της 12ης Συνάντησης Ερασιτεχνικών Θιάσων Αιγαίου, και στις 12 Αυγούστου 2006, πάλι στην Αγιάσο στο πλαίσιο πανηγυρικών εκδηλώσεων που ήταν αφιερωμένες στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο και τον εορτασμό της επετείου συμπλήρωσης διακοσίων χρόνων απ’ την ανέγερση του δεύτερου ιερού ναού του Προσκυνήματος της Παναγίας μας. Την επιμέλεια των σκηνικών είχε πάλι ο Δημ. Καμαρός.

Η συνέχεια είναι αδιάλειπτη σε σκηνική συμμετοχή:

Slide66
2000 ΕΙΡΗΝΗ – ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ απ’ την παιδική σκηνή

Slide69
2002 ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ απ’ την πειραματική σκηνή

Slide68
2003 ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ του Αριστοφάνη απ’ την παιδική σκηνή

Slide67
2003 ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ ΜΑΥΡΟΙΣ του Δημ. Ψαθά

Slide71
2004 ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ ΠΙΣΩ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΟΥΡΑ… επιθεώρηση του Αντώνη Μηνά

Slide68
2005 Ο ΞΥΛΟΚΟΠΟΣ ΚΑΙ Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΩΝ απ’ την παιδική σκηνή

Slide73
2005 ΓΙΟΡΤΗ Τ’ ΑΧΝΟΥ καρναβαλική επιθεώρηση

Slide74
2007 ΡΑΝΤΙΒΟΥ ΣΤΑ ΚΑΘ’ΣΤΑ καρναβαλική επιθεώρηση

Slide75
2012 ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΟΔ. ΕΛΥΤΗ με την παιδική ομάδα της Ειρήνης Μουτζουρέλη

Slide76
2014 ΦΩΣ ΣΤΟ ΤΟΥΝΕΛ καρναβαλική επιθεώρηση

ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟΥ

Οι καλλιτεχνικές του εμπνεύσεις και η διάθεσή του για ανιδιοτελή προσφορά δεν ήταν δυνατόν να λήψουν απ’ την καλύτερη παρουσίαση των εκθεμάτων του Λαογραφικού Μουσείου. Με χαρά δέχτηκε να οριστεί ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Μουσείου και να βάλει κι εκεί τη σφραγίδα του, ανασυγκροτώντας τους χώρους και στήνοντας ζωντανές εικόνες παλιών επαγγελμάτων και οικογενειακών συνηθειών, πάντα πιστός στην παράδοση.

Slide77Slide79

Slide81Slide82

Slide80

Slide78

Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΜΑΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ

Ασχολήθηκε με το αγιασώτικο καρναβάλι συμμετέχοντας στην κατασκευή των σκηνικών από τη δεκαετία του ’50, που ο Ανανίας χρησιμοποίησε.

Slide83

  • 1949 στο Χάνι με τον όμιλο της Περικεφαλαίας
  • 1971 ΙΝΔΟΣ ΦΑΚΙΡΗΣ
  • 1972 ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΙ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
  • 1978 ΝΑΣΤΡΑΝΤΙΝ ΧΟΤΖΑΣ
  • 1980 ΑΓΙΑΤΟΛΑΧ ΧΟΜΕΪΝΙ-Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΣΑΧΗ
  • 1987 ΤΡΕΙΣ ΓΙΑ … ΑΓΕΡΑ
  • 2000 ΚΑΛΛΙΣΤΕΙΑ ΤΡΑΒΕΣΤΙ
  • 2008 ΜΑΚΑΚΙΣΤΑΝ
  • 2011 ΤΑ ΟΡΝΙΑ

Για την προσφορά του Δημ. Καμαρού στο Καρναβάλι ο Καρναβαλικός Σύλλογος «ΣΑΤΥΡΟΣ» τον κήρυξε επίτιμο μέλος.

Slide93

Ακόμη μαζί με το γιο του Χαράλαμπο, άξιο συνεχιστή της οικογενειακής παράδοσης, προσέφεραν αρκετά και πρωτότυπα ξυλόγλυπτα κομμάτια τους για τον εμπλουτισμό του Καρναβαλικού Μουσείου του Δήμου και συνέδραμαν στην καλύτερη παρουσίαση των καρναβαλικών εκθεμάτων. Κάποια από τα πιο εντυπωσιακά είναι έργα δικά τους, απ’ αυτά που κατασκεύασαν κατά καιρούς στα καρναβαλικά συγκροτήματα.

Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΜΑΡΟΣ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Είναι σίγουρο πως οι καταβολές που σέρνουμε μέσα μας, όσο κι αν μείνουν κρυμμένες έρχονται κάποτε να ξυπνήσουν και να εκδηλωθούν.

Slide97
Παπαχαραλάμπους

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Δημήτρης Καμαρός έχει στενή σχέση με την εκκλησία και μεγάλη προσφορά. Προπάππος του ο Χαράλαμπος Κουρούς, μετονομάσθει Παπαχαραλάμπους, και η γιαγιά του, μοδίστρα που έραβε ιερατικά άμφια τον προόριζε για την εκκλησία, γι’ αυτό και τον φώναζε «παπαδέλ’».

Ήταν πάντοτε πρόθυμος να βοηθάει στα εξωκλήσια αφιλοκερδώς. Το 1947 χτιζόταν το εκκλησάκι στον Προφήτη Ηλία, βοήθησε με την παρέα του, και όταν ο τότε Δεσπότης Ιάκωβος ο Α’ ήθελε να δει πώς ήταν το κτίσμα, μια και δεν μπορούσε να ανεβεί επάνω, ο Δημ. Καμαρός έφτιαξε τη μακέτα και την παρουσίασε στο Δεσπότη. Τότε δε, καρφώσανε και δυο σανίδες και κάνανε τον πρώτο ξύλινο σταυρό για να φαίνεται από μακριά.

Ένα πολύ ωραίο προσκυνητάρι αφιερωμένο στον Ταξιάρχη στο Καστέλι στο παλιό εκκλησάκι είχε κατασκευάσει το 1949, το οποίο δυστυχώς χάθηκε ή εκλάπη μετά την ανακαίνισή του το 1960.

Επίσης εντυπωσίασε η έμπνευσή του να φτιάξει το 1948 ένα περιστέρι με ανοιχτά τα φτερά που θα υποβάσταζαν το Ιερό Ευαγγέλιο στην Ωραία Πύλη της Παναγίας και θα ήταν κινητή κατασκευή.

Είναι χαρακτηριστική η αποκάλυψη που έκανε, όταν πήρε στο μαγαζί του το παλιό παγκάρι στο ναό της Παναγίας να το επισκευάσει, και κάτω απ’ τη λεία βαμμένη επιφάνεια, απ’ τη μέσα πλευρά, βρήκε καταπληκτικά ξυλόγλυπτα που ήταν κομμάτια απ’ το παλιό καμένο τέμπλο της Παναγίας. Τα συναρμολόγησε δημιουργώντας τις ξυλόγλυπτες σκηνές που βλέπουμε σήμερα στην πρόσοψη και το πλάι του παγκαριού.

Slide103

Ο σημερινός Επιτάφιος της Παναγίας και της Αγ. Τριάδος είναι επίσης έργα του Δημ. Καμαρού, καθώς και η Φάτνη των Χριστουγέννων, ο ξύλινος κεντρικός πολυέλαιος, κατασκευή και τάμα του από προσωπική περιπέτεια υγείας που είχε.

Το έργο όμως που θα μείνει στην ιστορία, γιατί αποτελεί μια ζωντανή πραγματικότητα, είναι στη Ζωοδόχο Πηγή. Θα θυμούνται οι παλιότεροι πώς ήταν ο χώρος, πώς είναι σήμερα και τί θαυμασμό αποσπά απ’ τους χιλιάδες επισκέπτες! Και επειδή έζησα από κοντά αυτήν την προσπάθεια εδώ και δεκαεπτά χρόνια, καταθέτω πως είναι ο μπροστάρης αυτού του δημιουργήματος και φέρνει τη σφραγίδα του. Δείχνει την επιμονή του να μην κάνει πίσω, να βρει χορηγούς, δωρητές και συμπαραστάτες, να αγοραστεί το διπλανό οικόπεδο, να γίνουν όλες οι κατασκευές με μεράκι και γνώση, σεβόμενος την ιερότητα του χώρου, την παράδοση και το περιβάλλον. Σ’ αυτό τον βοήθησε και όλη η οικογένειά του.

Slide109Slide112

Τέλος η πιο πρόσφατη προσφορά του είναι η κατασκευή βρύσης στο δρόμο προς τον Ταξιάρχη στο Καστέλι στη μνήμη των γονιών του και των πεθερικών του.

Slide116

Αυτή είναι εν ολίγοις η υπερεξηντάχρονη πορεία του Δημήτρη Καμαρού, έτσι όπως της είδα μέσα από γραπτές και προφορικές πηγές, μέσα από έργα ζωντανά που θα μείνουν στην ιστορία.

Άριστος καλλιτέχνης, άριστος οικογενειάρχης, καρτερικός και επίμων στην επίτευξη των στόχων του, πάντα πρόθυμος για ανιδιοτελή προσφορά στα κοινά, πάνω απ’ όλα άνθρωπος και καλός φίλος.

ΚΛΕΑΝΘΗΣ ΚΟΡΟΜΗΛΑΣ