ΦΟΝΟΣ ΟΜΟΧΩΡΙΟΥ ΕΝ ΑΜΕΡΙΚΗ

Ληστεία μετά φόνου διεπράχθη εις την πολιτείαν Springfield με θύμα τον Νικόλ. Λιγιέλην, ετών 42, ιδιοκτήτην ξενοδοχείου φαγητού, καταγόμενον δε εξ Αγιάσσου της Λέσβου

agiassos_19310426_fonos-ameriki

ΑΓΙΑΣΣΟΣ, 26-04-1931

Η ΛΕΣΒΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ, 16-09-1936

ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΒΑΛΕΣΗΣ. Άρχων Υμνωδός του Οικουμενικού Θρόνου

Ύφος ψαλτικό, κωνσταντινουπολίτικο. Φωνή απαλή, μελωδική. Ο ήχος της γεμίζει την εκκλησία της Παναγίας. Αν αφεθείς, στο άκουσμά της, μέσα στο χώρο το μυστηριακό, ρίγος συγκίνησης σε κυριεύει. Συμπλήρωσε εξήντα χρόνια στο ψαλτήρι επάνω. Επιδιώξαμε και είχαμε την ευτυχία να συζητήσουμε μαζί του. Απλός, προσηνής, ουσιαστικός, ειλικρινής, ευχάριστος.Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1926. Ο πατέρας του Αντώνης Βάλεσης, γεννημένος το 1887, ήταν τσαγκάρης. Η μητέρα του Μαριγούλα, το γένος Παναγιώτη Στεφανή, εξαδέλφη του παπα-Αλκιβιάδη Στεφανή, γεννημένη το 1886, ήταν αγρότισσα.Στο Δημοτικό Σχολείο, διευθυντή είχε τον Ευστράτιο Λιάκατο. Όταν πήγε στο τότε Ημιγυμνάσιο, τελείωσε την πρώτη τάξη και στη δεύτερη, σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων, τον βρήκε ο πόλεμος του 1940.

Οι γονείς του, άνθρωποι απλοί και καλοί χριστιανοί, τον οδήγησαν προς την εκκλησία. Ντυνόταν παπαδάκι και έψελνε μαζί με άλλα παιδιά στο αριστερό ψαλτήρι, κοντά στον Παναγιώτη Καβαδά. Στο δεξιό ψαλτήρι ήταν ο Αθανάσιος Πούπουρας, ψάλτης Κωνσταντινουπολίτης, το ύφος του οποίου επηρέασε σημαντικά τον Στρατή. Η αγάπη του προς τους εκκλησιαστικούς ύμνους και η σωστή φωνή του τον οδήγησαν να γίνει μέλος της Χορωδίας του δασκάλου Χριστόφα Χατζηπαναγιώτη, όπου συνάντησε μεγαλύτερους και ώριμους ερασιτέχνες της ψαλτικής, τους Ραφαήλ Σουσαμλή, Στρατή Αλτιπαρμάκη, Χαρίλαο Κορομηλά, Νίκο Τσεσμελή και άλλους.

Η άλλη του αγάπη, μετά την εκκλησία, ήταν το ποδόσφαιρο και η ομάδα του χωριού, ο «Όλυμπος», με τις μπλε-άσπρες φανέλες, στη διοίκηση του οποίου ήταν οι Δημήτριος Παπάνης, Νικόλαος Πιτιάς, Γιάννης Γούναρης, Γιώργος Κουτσκουδής, Αριστής Τζανετής και Απόλλων Στάικος. Ο πρώτος από αυτούς διαπίστωσε το ποδοσφαιρικό ταλέντο του μικρού Στρατή Βάλεση και τον προόριζε για τη βασική ομάδα.

Η επίθεση όμως των Ιταλών εναντίον της Ελλάδας τον Οκτώβριο του 1940, καθώς και η κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς την άνοιξη του 1941, άλλαξαν πολλά πράγματα. Πρώτα πρώτα σταμάτησε το σχολείο. Πού μυαλό για ποδόσφαιρο. Η κατοχή ήταν σκληρή. Η ανέχεια μεγάλη. Θυμάται πως υπήρξε περίοδος, που για 40 μέρες στο σπίτι δεν υπήρχε ούτε ψωμί ούτε κάστανα ούτε μήλα και πως στην οικογένεια έτρωγαν μόνο χόρτα και ελιές. Γύρω στο 1944, φίλοι του στο χωριό, ο Γρηγόρης Δημητρίου Παπουτσέλης (Παπέλ’) και ο Γιώργος Ταμβακέλης, που ήταν μαθητές, στη βυζαντινή μουσική, του δασκάλου Παναγιώτη Καβαδά, τον προέτρεψαν να παρακολουθήσει κι αυτός μαθήματα. Τους άκουσε και διδάχτηκε βυζαντινή μουσική από τον Καβαδά, για έξι μήνες, αρκετούς για ν’ αποκτήσει γερές βάσεις, αφού, όπως ο ίδιος λέει, «ο Καβαδάς ήταν πολύ καλός δάσκαλος». Ο δάσκαλος του πήγε στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας ως ψάλτης. Ο Στρατής τον ακολούθησε και το 1945, σε ηλικία 19 χρονών, ορίστηκε αριστερός ψάλτης της εκκλησίας για ένα χρόνο. Εκεί τον άκουσε ο Μητροπολίτης Ιάκωβος ο Α’ και είπε στον πρωτοπρεσβύτερο της Παναγίας, τον Νικόλα Παπουτσέλη: «τον αριστερό της Αγίας Τριάδας να τον κατεβάσεις στην Παναγία». Έτσι, το 1946 παίρνει το διορισμό του ως αριστερός ψάλτης στην εκκλησία της Παναγίας. Δεξιά έψελνε ο Γιάννης Παπαδόπουλος, πολύ καλός γνώστης της βυζαντινής μουσικής.

Default 2
Ανταλλαγή αναμνηστικών σε κάποιον ποδοσφαιρικό αγώνα. Δεξιά διακρίνεται ο Ευστράτιος Βάλεσης.
Ο Στρατής ήδη είχε ερωτευθεί τη μουσική αυτή, τόσο πολύ, που εκτός της μελέτης που έκανε μόνος του παρακολουθούσε τις εκτελέσεις των ύμνων όλων των καλών ψαλτάδων της Μυτιλήνης. Εξελίχθηκε και βελτιώθηκε τόσο πολύ, που κάποια μέρα, στο παπουτσίδικο του πατέρα του, όπου βοηθούσε, ο παλιός του δάσκαλος, ο Καβαδάς, του λέει: «Εμ τώρα συ πρέπ’ να δείχτ’ς σι μένα…».Ευγνωμονεί το δάσκαλο του, που τον κατηύθυνε σωστά στα μονοπάτια της βυζαντινής μουσικής και σε ανταπόδοση του καλού που του έκανε, κάθε χρόνο, την ημέρα των ψυχών, μαζί με τους γονείς και τους νονούς του μνημονεύει και το όνομα του Παναγιώτη Καβαδά.Το 1949 στρατεύτηκε και παρουσιάστηκε μαζί με 17 Αγιασώτες, τον Παναγιώτη Βουνάτσο, τονΣτρατή Γεωργαλά και άλλους, στο Κέντρο Διαβιβάσεων, στο Βόλο. Σε 18 μέρες αποσπάστηκε στο Χαϊδάρι και εκπαιδεύτηκε ως ασυρματιστής. Υπηρέτησε 37 μήνες, μέχρι το 1952.
Γύρισε στο χωριό και βρήκε τη μεγάλη του αγάπη, την ποδοσφαιρική ομάδα «Όλυμπος», διαλυμένη. Ορισμένοι όμως δραστήριοι παλιοί φίλαθλοι, όπως ο Στρατής Γαββές, ο Στρατής Βέτσικας και άλλοι, κατάφεραν και οργάνωσαν ξανά την ομάδα, με τη συμβολή του Στρατή Βάλεση και του γυμνασιάρχη Κώστα Τζηρίδη. Μάλιστα, με πρόταση του ίδιου του Στρατή, τα χρώματα της ομάδας, από μπλε-άσπρο έγιναν πράσινο-άσπρο. Κι αυτό, γιατί ήταν οπαδός του Παναθηναϊκού. Στο πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του καινούργιου «Ολύμπου» ήταν ο δήμαρχος Στρατής Τραγάκης, ο Στρατής Γαββές, ο Μιλτιάδης Σκλεπάρης, ο Παναγιώτης Βλαστάρης και ο ίδιος ο Στρατής Βάλεσης.Ευτυχής συγκυρία για την ομάδα: την εποχή αυτή ήρθε στην Αγιάσο ως γυμναστής στο Γυμνάσιο ο Χρίστος Μητσιώνης, άριστος επιθετικός ποδοσφαιριστής και αργότερα προπονητής στην ομάδα. Μαζί του ο «Όλυμπος» είχε πολύ καλές στιγμές.Ο Στρατής έπαιξε πέντε χρόνια ως αμυντικός. Θυμάται τη μαζική παρουσία του κόσμου. Κάθε αγώνα παρακολουθούσαν πάρα πολλοί θεατές, ιδιαίτερα εκδηλωτικοί, κυρίως στα παιχνίδια με τον «Αιγέα», την ποδοσφαιρική ομάδα του Πλωμαρίου. Το κάθε παιχνίδι, με την ομάδα αυτή, χαρακτηριζόταν από έντονο πάθος και από τις δυο πλευρές.
Για τους αγώνες αυτούς ο Στρατής θυμάται δυο περιστατικά και τα δυο στο Πλωμάρι. Την ομάδα μας, πάντα συνόδευε μεγάλος αριθμός φιλάθλων, στους αγώνες της έξω από το χωριό. Ανάμεσα σ’ αυτούς κι ένας φιλόλογος καθηγητής στο Γυμνάσιο, ο Κώστας Μπουζέας. Ψηλός, αδύνατος, σοβαρός, βαρήκοος, άριστος επιστήμονας, σεβαστός από τους μαθητές και από την κοινωνία της Αγιάσου. Φανατικός οπαδός του «Ολύμπου». Σ’ έναν αγώνα λοιπόν, στο Πλωμάρι, διαιτητής ήταν ο δικηγόρος Χιωτέλης, που αδικούσε κατάφωρα τον «Όλυμπο». Ο Μπουζέας καθόταν απέναντι από το γήπεδο, σ’ ένα μπαλκόνι. Αγανακτισμένος ο Μπουζέας από την αδικία, κατέβηκε μέσα στο γήπεδο και άρχισε να προτρέπει τους παίκτες ν’ αποχωρήσουν. Αντέδρασε ο διαιτητής και λέει στον Μπουζέα: «αν αποχωρήσουν, η ομάδα θα τιμωρηθεί. Είμαι δικηγόρος και ξέρω τους νόμους». Και ο Μπουζέας: «Απορώ, κύριε Χιωτέλη, τίνα σχέσιν έχει η υψηλόφρων θέμις με τα κάτω άκρα». Και η ομάδα αποχώρησε. Σ’ έναν άλλον πάλι αγώνα, έγινε ένα φάουλ εις βάρος του «Αιγέα», έξω από την περιοχή του. Τρέχει ο Δημήτριος Προκοπίου Τσαμπλάκος (Μανάρικος) να το χτυπήσει. Ο Στρατής, έχοντας εμπιστοσύνη σε γερό αριστερό του σουτ, τον εμποδίζει και εκτελεί ο ίδιος το φάουλ. Η μπάλα μπαίνει στα δίχτυα, τα τρυπά, χτυπά στον απέναντι τοίχο και κατεβάζει ένα κομμάτι σοβά. Σε χρόνο μηδέν, κατεβαίνει ο πρόεδρος του «Αιγέα» και λέει στον Στρατή: «πιο σιγά, θα σκοτώσεις κανέναν άνθρωπο». Όταν πρόεδρος του «Ολύμπου» ήταν ο Στρατής Τζίνης, ο Σύλλογος ανέβαζε και θεατρικές παραστάσεις για την ενίσχυσή του. Σε μια από αυτές, στην κωμωδία του Ψαθά «Φον Δημητράκης», με σκηνοθέτη τον Ηλία Ψυρκούδη, έλαβε μέρος και ο Στρατής.
Default 6
Ο Ευστράτιος Βάλεσης με άλλους ιεροψάλτες κατεβαίνει από την εξέδρα υποδοχής του Οικουμενικού Πατριάρχη, για να λάβει μέρος στη μεγάλη πομπή, στις 12-8-2006, στην Αγιάσο
Ας γυρίσουμε όμως στην ψαλτική. Όταν απολύθηκε από το στρατό, το 1952, στη θέση του αριστερού ψάλτη είχε τοποθετηθεί ο Προκόπης Λιγέλης. Σ’ ένα χρόνο φεύγει ο Γιάννης Παπαδόπουλος, ο Λιγέλης ορίζεται δεξιός και κατεβαίνει πάλι ως αριστερός ψάλτης από την Αγία Τριάδα, όπου είχε πάει ο Στρατής Βάλεσης. Μέχρι το θάνατο του Λιγέλη διακόνησε στο αριστερό ψαλτήρι.Με τη γυναίκα του τη Σοφία, το γένος Παναγιώτη Παπάνη, ειδώθηκαν και αλληλοερωτεύθηκαν σε μια κηδεία. Οι επαφές τότε γίνονταν με νεύματα. Η σχέση, αδιάλειπτη για τρία χρόνια, οδήγησε στο γάμο το 1955. Καρποί του γάμου είναι ο Αντώνης (1959), απόφοιτος της Νομικής και της Παιδαγωγικής Ακαδημίας που ασχολείται έντονα με τη δημοσιογραφία. Ακόμη ένας γιος, ο Παναγιώτης (1965), είναι ανώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας.
Default 9
Στιγμιότυπο από την ακολουθία του Όρθρου της Εορτής της 15ης Αυγούστου, στον Ιερό Ναό της Παναγίας Αγιάσου, όπου χοροστάτησε η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Στο δεξιό ψαλτήρι διακρίνεται ο Ευστράτιος Βάλεσης.
Εξήντα χρόνια λοιπόν διακονίας στην ψαλτική τέχνη. Πώς αυτό να περάσει απαρατήρητο; Έτσι, κάποιο βράδυ του Αυγούστου, μετά το Μεγάλο Εσπερινό της παραμονής της μεγάλης γιορτής της Παναγίας, στο Συνοδικό της Εκκλησίας, ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος παρουσίασε στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο το δεξιό ψάλτη και του έπλεξε το εγκώμιο. Εντελώς αυθόρμητα ο Πατριάρχης, για να δείξει τη μεγάλη του ικανοποίηση για τον άνθρωπο αυτό, τον ονομάζει «Άρχοντα Υμνωδό του Οικουμενικού Θρόνου», οφίκιο που θα του αποδοθεί στις 23 Οκτωβρίου από το Μητροπολίτη Μυτιλήνης.
Default 12
Η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, μετά την αναγόρευση του Ευστρατίου Βάλεση σε Άρχοντα Υμνωδό του Οικουμενικού θρόνου, του χαρίζει εικόνα της Παναγίας. Παρίστανται οι Σεβ. Μητροπολίτες Μυτιλήνης Ιάκωβος (αριστερά) και Δημήτριος Σεβαστείας (δεξιά), καθώς και ο Αρχιμανδρίτης Κύριλλος Συκής
Default 15
Αναμνηστική φωτογραφία από διεξαγωγή ποδοσφαιρικού αγώνα στο Χριστοφίδειο Γυμναστήριο Αγιάσου.
Άξιος ο Στρατής ο Βάλεσης. Τον ευχαριστούμε. Για τα τόσα χρόνια προσφοράς του στην εκκλησία και στο χωριό. Γι’ αυτό που είναι. Για την καλοσύνη του, την ευπρέπεια και την ταπεινοφροσύνη. Και γιατί μας έδωσε την ευκαιρία να συζητήσουμε μαζί του, για δυο ώρες, όλα όσα αφορούν τη ζωή του.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΡΟΜΗΛΑΣ
περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 158/2007

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΧΑΤΖΗΣΠΥΡΟΥ

Ο Δημήτριος Χατζησπύρου γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1864. Ήταν παιδί ευκατάστατης οικογένειας, του κτηματία Χατζησπύρου Χατζηδημητριού και της Ρήγαινας Δ. Ντομάνη, συγγενούς του γνωστού μουσικοδιδάσκαλου Γεωργίου του Λεσβίου. Είχε τέσσερα αδέρφια, το Θεοφάνη (1854-1918), τον οποίο ο πατέρας του είχε αποκτήσει από την πρώτη σύζυγό του Αικατερίνη Παναγιώτη Βαμβουρέλη, τον Παναγιώτη, ο οποίος τραυματίστηκε βαριά σε κτήμα, στην περιφέρεια Απέσος, και πέθανε στις 25 Αυγούστου 1906, την Αφροδίτη (1865-1937), η οποία παντρεύτηκε τον Ασωματιανό κτηματία Λεωνίδα Γεωργίου Σαμοθρακή, και την Ευαγγελούδα (1877-1916), η οποία παντρεύτηκε τον Αγιασώτη έμπορο Δημήτριο Ευστρατίου Πράτσο (Βράτσου, Μπράτσου).

Ο πατέρας του Χατζησπύρος Χατζηδημητρίου, υιοθετημένο παιδί του Χατζηδημητρίου Φρατζέλη, πέθανε πλήρης ημερών τον Ιούνιο του 1912. Υπήρξε κοινοτικός παράγοντας επί πολλά χρόνια (δημογέροντας, έφορος σχολείων, επιθεωρητής εφορείας σχολείων, εξελεγκτής). Ήταν άνθρωπος με περιορισμένες γραμματικές γνώσεις, αλλά με μεγάλη έφεση για τα γράμματα, την οποία κληροδότησε και στο γιο του. «Αυτός ο ζήλος, γράφει ο Γεώργιος Βαλέτας, τον έκανε να σπουδάσει με κάθε τρόπο το γιο του στην Αθήνα και στη Γερμανία και να τον αναδείξει σπουδαίο φιλόλογο και γυμνασιάρχη της Μυτιλήνης (1899)» Ήταν ένας ζηλωτής του έργου του Βενιαμίν του Λεσβίου. Σ’ αυτόν οφείλονται και δυο χειρόγραφα -αντίγραφα έργων του Βενιαμίν του Λεσβίου, τα οποία φυλάσσονται στη Βιβλιοθήκη του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξις» Αγιάσου. (Α. Στοιχεία Μεταφυσικής, συνταχθέντα παρά Βενιαμήν (sic) του Λεσβίου, αντιγραφέντα δε παρά του Χ”Σπύρου Χ”Δημητρίου, κατά το έτος 1892. Β. Στοιχεία Ηθικής (sic), συνταχθέντα παρά του σοφού Βενιαμήν (sic) εκ Πλωμαρίου της Λέσβου, αντιγραφέντα δε κατά το έτος 1896 παρά του Χ”Σπύρου Χ”Δημητρίου εξ Αγιάσου).

Ο Δημήτριος Χατζησπύρου παρακολούθησε τα εγκύκλια μαθήματα στην ιδιαίτερή του πατρίδα, όπου λειτουργούσαν Δημοτικό Σχολείο Αρρένων, Δημοτικό Σχολείο Θηλέων, που λεγόταν και Παρθεναγωγείο, Ελληνικό Σχολείο Αρρένων και από το 1885 Ημιγυμνάσιο Αρρένων, με μια τάξη το πρώτο έτος και από το 1886 με δυο τάξεις, από το οποίο μπορούσε κανείς να πάει στις δυο ανώτερες τάξεις του τετρατάξιου Γυμνασίου Μυτιλήνης και να πάρει Απολυτήριο.

80_1994_xatzispiroy1
Προσωπογραφία Δημητρίου Χατζησπύρου, φιλοτεχνημένη στο Μόναχο από το γνωστό ζωγράφο Σπυρίδωνα Βικάτο

Το 1890, σε ηλικία 26 ετών, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παρέχει το «Βαθμολόγιον 1885-1901» του Γυμνασίου της Μυτιλήνης, το οποίο σήμερα φυλάσσεται στο Τοπικό Ιστορικό Αρχείο Μυτιλήνης, ο Δημήτριος Χατζησπύρου έλαβε Απολυτήριο Δ’ τάξης. Γυμνασιάρχης του Γυμνασίου Μυτιλήνης ήταν τότε ο Γρηγόριος Βερναρδάκης, διαπρεπής κλασικός φιλόλογος, μετέπειτα καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού Πανεπιστημίου. Το ίδιο έτος έλαβε Απολυτήριο και ο επίσης Αγιασώτης Χριστόφας Αντωνίου Καρατζάς (1870-1947), ο μετέπειτα φαρμακοποιός της Μυτιλήνης, αδερφός του λαμπρού θεολόγου Ευστρατίου Καρατζά (1867-1907).

Ο Δημήτριος Χατζησπύρου, προτού αρχίσει πανεπιστημιακές σπουδές, ακολουθώντας τη συνήθεια της εποχής, χρημάτισε ελληνοδιδάσκαλος στην ιδιαίτερη του πατρίδα. Εργάστηκε με νεανικό ενθουσιασμό για την πρόοδο των μαθητών του. Δεν περιοριζόταν μόνο στη μετάδοση ξερών γνώσεων, αλλά στόχευε παράλληλα και στην αφύπνιση της εθνικής συνείδησης, διδάσκοντας με θάρρος, παρά τις τουρκικές δεσμεύσεις, την ένδοξη ιστορία της φυλής, όπως προκύπτει από περιστατικά, τα οποία μου διηγήθηκαν Αγιασώτες που τον γνώρισαν, αλλά και από την όλη του δράση. Διδάσκαλόν μας είχομεν ήρωα Χατζησπύρον, αδιακόπως ενεργών, καλώς τον σπόρον σπείρων… έλεγε σ’ ένα στιχοπλόκημά του ο μαθητής του Πολύδωρος Αντωνίου Αναστασέλης (1876-1947), ο πατέρας του λογοτέχνη Στρατή Αναστασέλη.

Η λήψη του Απολυτηρίου από το Γυμνάσιο της Μυτιλήνης το 1890 απετέλεσε την αφετηρία για ανώτερες σπουδές στην Αθήνα και στο εξωτερικό. Το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους Δημήτριος Χατζησπύρου γράφτηκε στο μητρώο των φοιτητών του Εθνικού Πανεπιστημίου και κατατάχτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή, όπως φαίνεται από το οικείο Πιστοποιητικό, το οποίο υπογράφουν ο τότε πρύτανης Γεώργιος Μιστριώτης, καθηγητής της ελληνικής φιλολογίας και φανατικός υπέρμαχος της καθαρεύουσας, και ο γραμματέας Αριστομένης Προβελέγγιος, ο γνωστός Σιφνιός ποιητής. Επί ένα ακαδημαϊκό έτος ο Δημήτριος Χατζησπύρου παρακολούθησε μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού Πανεπιστημίου, όπως προκύπτει από το με αριθμό 792/19 Σεπτεμβρίου 1891 Αποφοιτήριο, το οποίο υπογράφουν ο πρύτανης Παύλος Ιωάννου, καθηγητής της εγχειρητικής, και ο πρώην κοσμήτορας Γεώργιος Χατζιδάκης, ο γνωστός γλωσσολόγος.

Στη συνέχεια ο Δημήτριος Χατζησπύρου θέλησε να συμπληρώσει τις σπουδές του σε ξένα πανεπιστήμια, όπως έκαναν και άλλοι Έλληνες. Προτίμησε, κατά τη συνήθεια της εποχής, να μεταβεί στη Γερμανία. «Τώρα, έγραφε το 1869 αρθρογράφος του ελληνικού περιοδικού του Παρισιού «Μυρία Οσα», οι πλείστοι λαμβάνουσι τον δρόμον της Γερμανίας, φρονιμώτατα ούτω ποιούντες, διότι εκεί και αι διασκεδάσεις είναι ολιγώτεραι και η διδασκαλία υγιεστέρα και αι δαπάναι μικρότεροι». Αυτό το αυστηρό κλίμα ταίριαζε περισσότερο στην ψυχοσύνθεση του Δημητρίου Χατζησπύρου και άφησε έντονα την επίδρασή του επάνω της.

Μετά το πέρας των σπουδών του στο Εθνικό Πανεπιστήμιο, ήρθε στη Γερμανία και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Ιένας το Νοέμβριο του 1891. Στην πόλη αυτή της Θουριγγίας έμεινε μέχρι τον Οκτώβριο του 1892, δηλαδή δύο εξάμηνα (χειμερινό εξάμηνο 1891/1892 και θερινό εξάμηνο 1892). Στο Πανεπιστήμιο αυτό είχε την ευκαιρία ο Δημήτριος Χατζησπύρου να παρακολουθήσει ενδιαφέροντα μαθήματα, που δίδασκαν διαπρεπείς καθηγητές, όπως ο φιλόλογος και ιστορικός Heinrich Gelzer, ο γλωσσολόγος Berthold Delbruck, πατέρας και ιδρυτής της συγκριτικής σύνταξης των ιαπετικών ή ινδογερμανικών γλωσσών, ο λατινιστής Georg Goetz και άλλοι, που αναγράφονται στην τρίτη σελίδα του αποδεικτικού σπουδών.

80_1994_xatzispiroy2
Πιστοποιητικό εγγραφής του Δημητρίου Χατζησπύρου στο Πανεπιστήμιο της Ιένας (13 Νοεμβρίου 1891)

Στη συνέχεια ο Δημήτριος Χατζησπύρου ήρθε στη Λειψία, στο μεγάλο αυτό πνευματικό κέντρο της Γερμανίας, και φοίτησε στο φημισμένο Πανεπιστήμιό της, όπως φαίνεται από το Πιστοποιητικό εγγραφής, το οποίο υπογράφει ο γνωστός φιλόλογος Justus Hermannus Lipsius (1834-1920), με ημερομηνία 26 Οκτωβρίου 1892. Είχε την ευκαιρία και εδώ να παρακολουθήσει μέχρι 25 Απριλίου 1893 λαμπρούς καθηγητές, το Lipsius, που προαναφέραμε, το γλωσσολόγο Karl Brugmann και το λατινιστή Otto Ribbeck, του οποίου το σημαντικό έργο «Geschichte der Romischen Dichtung» (Ιστορία της Ρωμαϊκής Ποίησης) μεταφράστηκε και στα ελληνικά από τον πανεπιστημιακό Σπυρίδωνα Κ. Σακελλαρόπουλο και εκδόθηκε στη σειρά της Μαρασλείου Βιβλιοθήκης.

Στις 10 Μαΐου 1893 ο Δημήτριος Χατζησπύρου γράφτηκε στο Koniglich Bayerische Friedrich-Alexanders-Universitat της Ερλάγγης, όπου παρακολούθησε μαθήματα επί δύο εξάμηνα, θερινό του 1893 και χειμερινό 1893/1894, και είχε καθηγητές τον κλασικό φιλόλογο Iwan Muller, ο οποίος το 1893 ήρθε ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, το Falckenberg, το Romer, το Suchs και τον Pohlmann, οι οποίοι αναγράφονται στο Πιστοποιητικό, το οποίο έχει ημερομηνία 13 Μαρτίου 1894.

Στη συνέχεια, μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο της Ερλάγγης, ο Δημήτριος Χατζησπύρου ήρθε στο Μόναχο και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο στις 23 Απριλίου του 1894. Πόσο διάρκεσαν οι σπουδές του στο Πανεπιστήμιο αυτό δεν μπόρεσα να εξακριβώσω, γιατί δε βρήκα το Πιστοποιητικό σπουδών. Πάντως στην πόλη αυτή, την οποία αγάπησε ιδιαίτερα, έμεινε μέχρι το 1896, αλλά την επισκέφτηκε και αργότερα και διέμεινε αρκετό χρονικό διάστημα (1902-1907), όπως προκύπτει από τις σωζόμενες επιστολές του, αλλά και από τις ιδιόχειρες σημειώσεις του (ονοματογράφηση, τοποχρονολογίες) σε βιβλία του, τα οποία σήμερα βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξις» Αγιάσου. Για τελευταία, ίσως, φορά επισκέφτηκε τη Γερμανία το 1920, σύμφωνα με τις πληροφορίες που μας παρέχει το με αριθμό 1847 από Μυτιλήνη/18 Νοεμβρίου 1919 Διαβατήριό του.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι στο Μόναχο υπήρχε από παλαιά ανθηρή ελληνική παροικία και Ελληνικός Σύλλογος και ότι σπούδαζαν πολλοί Έλληνες, από τους οποίους ορισμένοι διακρίθηκαν αργότερα στα γράμματα, στις τέχνες, στην επιστήμη, στην πολιτική και αλλού, όπως ο Ιωάννης Βαλαωρίτης, ο Νικόλαος Δόσιος, ο Αναστάσιος Μάλτος, ο Λέσβιος ζωγράφος Γεώργιος Ιακωβίδης, ο Νικόλαος Πολίτης, ο Αριστομένης Προβελέγγιος, ο Γεώργιος Σωτηριάδης, ο Χρίστος Τσούντας, ο Δημήτριος Φίλιος και άλλοι. Εδώ έδρασε και ο Γερμανός (Βαυαρός) φιλόλογος και ιδρυτής της Βυζαντινολογίας Karl Krumbacher (1856-1909), ο οποίος μάλιστα σε επιστημονικό ταξίδι του στην Ελλάδα και στην Τουρκία, από τον Οκτώβριο του 1884 έως το Μάιο του 1885, επισκέφτηκε και τη Λέσβο και μας έδωσε τις εντυπώσεις του στο βιβλίο «Griechische Reise» (Ελληνικό ταξίδι), που εκδόθηκε στο Βερολίνο το 1886.

Ο Krumbacher κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Μόναχο και στη Λειψία επιζήτησε και συνδέθηκε με προσωπική γνωριμία και φιλία με πολλούς Έλληνες φοιτητές. Από αυτούς ζητούσε και μάθαινε λεπτομέρειες της νεότερης ελληνικής γλώσσας, ιστορίας και λαογραφίας. Αργότερα, όπως φαίνεται, συνδέθηκε και με το Δημήτριο Χατζησπύρου. Από αυτόν, καθώς και από το Γεώργιο Ιακωβίδη, τον οποίο προαναφέραμε, ζητούσε πληροφορίες για τη λεσβιακή διάλεκτο. Αυτό προκύπτει από μια εργασία του γλωσσολόγου και λογοτέχνη Γιάννη Ψυχάρη για το «Έποικα», το αγιασώτικο ποίκα, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Byzantinische Zeitschrift» IX (1900), σσ. 658-663) και αναδημοσιεύτηκε αργότερα σε βιβλίο του. Στη μελέτη αυτή ο Γιάννης Ψυχάρης αξιοποιεί τις πληροφορίες που έδωσαν στον Krumbacher ο Δημήτριος Χατζησπύρου και ο Γεώργιος Ιακωβίδης.

Στο Μόναχο είχε την ευκαιρία ο Δημήτριος Χατζησπύρου να γνωριστεί με πολλούς ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης. Εδώ γνώρισε και το ζωγράφο Σπυρίδωνα Βικάτο, ο οποίος μάλιστα του φιλοτέχνησε την προσωπογραφία, η οποία περιήλθε στον ανεψιό και βαφτιστικό του Πάνο Πράτσο και σήμερα βρίσκεται στο Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξις» Αγιάσου.

Στη Γερμανία ο Δημήτριος Χατζησπύρου, παράλληλα με τις σπουδές του, είναι πιθανόν και να εργάστηκε. Στη διαθήκη του πατέρα του Χατζησπύρου Χατζηδημητρίου, η οποία συντάχτηκε στην Αγιάσο στις 29 Σεπτεμβρίου 1906, αναγράφονται τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία κληροδοτούνται και σ’ αυτόν και δικαιολογείται η διαφορά που παρουσιάζουν, συγκρινόμενα προς τα αντίστοιχα των άλλων κληρονόμων. «Ικανοποιεί και τούτον, καθότι και δια τας σπουδάς του επί έτη εν Γερμανία ως φιλολόγου, εν μέρει συνέδραμε και συνετέλεσε», δηλαδή ο διαθέτης πατέρας του.

Η μακρόχρονη παραμονή στη Γερμανία επέτρεψε στο Δημήτριο Χατζησπύρου να λάβει άρτια φιλολογική μόρφωση και παράλληλα να δεχτεί επιδράσεις από τα τότε ιδεολογικά ρεύματα. Οι σπουδές του ήταν συστηματικές και μπορούσαν να του ανοίξουν το δρόμο για κατάληψη σημαντικών θέσεων.

Το 1899, λίγο προτού ανατείλει ο εικοστός αιώνας, ο Δημήτριος Χατζησπύρου κατέλαβε την επίζηλη θέση του Γυμνασιάρχη του Γυμνασίου Μυτιλήνης, του ανώτατου εκείνη την εποχή εκπαιδευτηρίου της Λέσβου, την οποία τίμησαν από το 1840, έτος ίδρυσης, λόγιοι άνδρες, ο Νικόλαος Αργυριάδης, ο Γεώργιος Αριστείδης ή Πάππης, ο Χριστόφας Λαίλιος και οι μετέπειτα πανεπιστημιακοί Γρηγόριος Βερναρδάκης και Πέτρος Παπαγεωργίου. Η γυμνασιαρχία του στάθηκε σύντομη (1899-1900). «Ανεξάρτητος οικονομικά, γράφει ο Παναγιώτης Σαμάρας, μετά το 1900 αποσύρθηκε στην ιδιαίτερή του πατρίδα, όπου και έζησε ως τα τελευταία του».

Συνεργάτες του στο Γυμνάσιο Μυτιλήνης είχε ο Δημήτριος Χατζησπύρου το Μιχαήλ Κ. Στεφανίδη, μετέπειτα καθηγητή της Ιστορίας των Φυσικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ακαδημαϊκό, τον Ιωάννη Ολύμπιο, ο οποίος λίγο αργότερα έγινε Γυμνασιάρχης, το Στυλιανό Δ. Μεταξά, το Μιχαήλ I. Μιχαηλίδη, τον Ιγνάτιο Ευστρατιάδη, το Δ. Δημητριάδη και το Δ. Γκίκα. Στους παραπάνω καθηγητές θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τον Αγιασώτη θεολόγο Ευστράτιο Αντωνίου Καρατζά, ο οποίος για λόγους υγείας αποσύρθηκε το 1902.

Επί γυμνασιαρχίας του Δημητρίου Χατζησπύρου στεγάστηκε σε νέο κτίριο το Παρθεναγωγείο της Μυτιλήνης, το οποίο διοικητικά υπαγόταν, όπως και όλα τα κατώτερα σχολεία, στο Γυμνάσιο. Για τα εγκαίνιά του και για τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Ζαφειρίου Βουρνάζου, που έγιναν το Σεπτέμβριο του 1899, μας δίνει πληροφορίες σε ανταπόκρισή του σε εφημερίδα της Κωνσταντινούπολης ο καθηγητής Μ.Ι. Μιχαλίδης, ο γνωστός βιογράφος του Δημητρίου Βερναρδάκη, τον οποίο προαναφέραμε.

Η γυμνασιαρχία του Δημητρίου Χατζησπύρου ήταν σύντομη και δεν έδωσε περιθώρια ευρύτερου προγραμματισμού και πλούσιας δράσης, όπως συνέβη με άλλους. Σύμφωνα με μαρτυρίες παλαιοτέρων, ο Χατζησπύρου ήταν άνθρωπος σοβαρός, αγέλαστος, εσωστρεφής, απλός στους τρόπους, απερηφάνευτος, εχθρός κάθε εθιμοτυπίας, πολύ αυστηρός με τον εαυτό του. Ο modus vivendi που ακολουθούσε φαίνεται ότι παρεξηγήθηκε και αποτέλεσε σημείο τριβής με την Εφορεία των Σχολείων της πρωτεύουσας. Η μυτιληναϊκή αριστοκρατία είχε απαιτήσεις από το Γυμνασιάρχη. Έπρεπε να κινείται με άμαξα, να γευματίζει σε πολυτελή εστιατόρια, να πίνει τον ερατεινό του με πρόσωπα σημαίνοντα, να εμφανίζεται σε δεξιώσεις, να διατηρεί το «κύρος» του. Ο Δημήτριος Χατζησπύρου όμως απόφευγε τις πολλές επιδείξεις. Προτιμούσε το Αγιασώτικο Μετόχι στη Μυτιλήνη και τους απλοϊκούς θαμώνες του. Δε θεωρούσε κακό να ανοίξει το «μεσάλι» του και να γευματίσει κοντά τους. Ήταν φιλάργυρος, «σφιχτός» για τον εαυτό του, λιτοδίαιτος, όπως και πολλοί από αυτούς που διακρίθηκαν ως ευεργέτες.

Η γυμνασιαρχία του, παρ’ όλο που ήταν σύντομη, ενθάρρυνε τους Αγιασώτες γονείς να στείλουν τα παιδιά τους στο Γυμνάσιο της Μυτιλήνης. Κατά τη διάρκειά της οι Αγιασώτες μαθητές ήταν περισσότεροι από κάθε άλλη φορά, συνολικά έντεκα.

Το Δημήτριο Χατζησπύρου τον διαδέχτηκε ο φιλόλογος Σπυρίδων Μωραΐτης και αυτόν μετά από υπηρεσία επίσης ενός σχολικού έτους ο Ιωάννης Ολύμπιος (1901-1907). Πρέπει να έφυγε πικραμένος και απογοητευμένος. Διέξοδο βρήκε και πάλι στο Μόναχο, όπου έμεινε πέντε χρόνια, από το 1902-1907, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες που μπόρεσα να συγκεντρώσω.

Από τότε που επέστρεψε στη Λέσβο ως το θάνατό του, ο Δημήτριος Χατζησπύρου δραστηριοποιήθηκε σε πολλούς τομείς. Απερίσπαστος από οικογενειακές φροντίδες, εργάστηκε για την προκοπή του τόπου και διαπότισε το περιβάλλον της μικρής κοινωνίας της γενέτειράς του Αγιάσου. Υπήρξε κατηχητής του λαού, πολίτης φιλελεύθερων δημοκρατικών αρχών, ικανός κοινοτάρχης, δραστήριο στέλεχος διαφόρων σωματείων, πολιτιστικών, αγροτικών, πολιτικών, ευσυνείδητος δάσκαλος, έφορος των σχολείων, επίτροπος του Ιερού Ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου, χαρισματικός ρήτορας, εργάτης της κοινωνικής πρόνοιας, αγνός οραματιστής. Άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στον τόπο που αγάπησε. Οι παλαιοί Αγιασώτες μέχρι σήμερα αναφέρουν περιστατικά από τη ζωή του και τον μνημονεύουν με σεβασμό, με πολλή εκτίμηση. Ο λόγιος και ανθρωπιστής Δημήτριος Χατζησπύρου με τις πράξεις του άνοιξε το μακρύ δρόμο της μνήμης.

Πιστοποιητικό Σπουδών του Δημητρίου Χατζησπύρου στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας (25 Απριλίου 1893)
Πιστοποιητικό Σπουδών του Δημητρίου Χατζησπύρου στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας (25 Απριλίου 1893)

Στις 8 Νοεμβρίου 1912 οι Λέσβιοι υποδέχτηκαν με παραλήρημα χαράς τα ελληνικά στρατιωτικά αγήματα. Την επόμενη μέρα Επιτροπή Προκρίτων της Αγιάσου κατέβηκε στη Μυτιλήνη και εξέφρασε τη βαθιά ευγνωμοσύνη των κατοίκων προς τη Στρατιωτική Διοίκηση. Λίγο αργότερα, στις 2 Δεκεμβρίου, ο Δημήτριος Χατζησπύρου, ο δικηγόρος Ευστράτιος Τζανετής, ο οποίος είχε διοριστεί προσωρινά από τη Στρατιωτική Διοίκηση Μυτιλήνης αστυνόμος Αγιάσου και ο δάσκαλος Ευστράτιος Κολαξιζέλης, συγκάλεσαν τους συμπολίτες των στην Αγορά και τους ενημέρωσαν για τις ενέργειες των Τούρκων, οι οποίοι εξακολουθούσαν να διεκδικούν τα ελευθερωμένα νησιά του Αιγαίου, καθώς επίσης και για τους διπλωματικούς χειρισμούς και τις προθέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων. Συντάχτηκε ψήφισμα, με το οποίο οι Αγιασώτες διαδήλωναν τη θέλησή τους για την ένωση με τη μητέρα Ελλάδα. Την ίδια μέρα έγινε πανηγυρική δοξολογία στην εκκλησία προς τιμήν του αξιωματικού Σκοπελίτη και των 55 πεζοναυτών, οι οποίοι είχαν έρθει στην Αγιάσο από την προηγούμενη. Κατά τη δοξολογία «ωμίλησεν ευφραδέστατα ο τέως γυμνασιάρχης Μυτιλήνης κ. Δ. Χ”Σπύρος και ο αστυνόμος Αγιάσου κ. Ε. Τζαννετής», γράφει σε ανταπόκρισή του στην εφημερίδα «Σάλπιγξ» ο Αγιασώτης δημοσιογράφος Αλκιβιάδης Μαριγλής. Την επόμενη μέρα, στις 3 Δεκεμβρίου 1912, έγινε επίδοση του ψηφίσματος στη Στρατιωτική Διοίκηση και στα Προξενεία των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μυτιλήνη. «Υπερχίλιοι Αγιασώτες, γράφει ο Στρατής Κολαξιζέλης, με την ελληνική σημαία και με τις μουσικές έκαμνον ενθουσιαστικές παρελάσεις εις τους δρόμους της Μυτιλήνης και την Αγοράν ψάλλοντες τον Εθνικόν ύμνον, το «Μαύρ’ είν’ η νύκτα στα βουνά, στους βράχους πέφτει χιόνι» και άλλα άσματα πατριωτικά, και φωνάζοντες το σύνθημα «Ένωσις ή θάνατος». Ενώθηκαν με αυτούς και πάρα πολλοί Μυτιληναίοι και όσοι ήσαν εκείνη την ημέρα από τα χωριά, και έτσι το συλλαλητήριο των Αγιασωτών δια την ενσωμάτωσιν της Λέσβου εις το σώμα της Ελλάδος πήρε παλλεσβιακήν μορφήν».

 Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου ο Δημήτριος Χατζησπύρου έκρινε προσφορότερη την πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος ζητούσε να ταχθεί η Ελλάδα με το μέρος των Αγγλογάλλων. Αντίθετα το «Κόμμα Εθνικοφρόνων», το οποίο αργότερα μετονομάστηκε «Λαϊκό», ήταν φορέας της πολιτικής της ουδετερότητας και των αντισυμμαχικών τάσεων. Η παραταξιοποίηση σε βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς ήταν έκδηλη και στη Λέσβο. Στην Αγιάσο μάλιστα, καθώς γράφει ο Στρατής Κολαξιζέλης, «ο ιατρός Ευστράτιος Δούκαρος που σπούδασε στη Γαλλία εξεδηλώθη ως φανατικός αντιβενιζελικός και ο φιλόλογος Δημήτριος Χατζησπύρος που σπούδασε στη Γερμανία εξεδηλώθη ως φανατικός βενιζελικός».

Στις 29 Μαρτίου 1915 ο «Γεωργικός Σύνδεσμος Αγιάσου» γιόρτασε τη 10η επέτειο της ίδρυσής του. Ο Πρόεδρός του Δημήτριος Χατζησπύρου, στο τέλος της λογοδοσίας του, « προυκάλεσε πάντας όπως ζητωκραυγάσωσιν υπέρ του δαφνοστεφούς Βασιλέως, ευχόμενος όπως νέαι δάφναι και νέα τρόπαια εξάρωσιν έτι μάλλον την αίγλην του θρόνου Αυτού. Ο κ. Πρόεδρος προυκάλεσε κατόπιν τους παρεστώτας όπως ζητωκραυγάσωσιν και υπέρ Εκείνου, όστις έδωκεν ημίν το φως της ελευθερίας δια της μεγαλουργού αυτού δράσεως, ευχηθείς όπως ταχέως και πάλιν αναλάβη εις τας στιβαράς αυτού χείρας τας ηνίας του κράτους επ’ αγαθώ της πατρίδος. Και εν ζήτω ο Βενιζέλος εκάλυψε τας τελευταίας λέξεις του Προέδρου».

Στις 3 Μαΐου 1915 ο «Γεωργικός Σύνδεσμος Αγιάσου» ανακήρυξε σε επίσημη συνεδρίαση ως υποψήφιο βουλευτή τον επανεκλεγέντα πρόεδρο του Δημήτριο Χατζησπύρου. Ηταν οι πρώτες εκλογές, στις οποίες πήραν μέρος Λέσβιοι ως ελεύθεροι Έλληνες πολίτες. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, παραιτημένος αυτή την εποχή από την κυβέρνηση, επισκέφτηκε και τη Λέσβο. Ήρθε μάλιστα και στην Αγιάσο, όπου οι κάτοικοι τον υποδέχτηκαν με μεγάλες τιμές και τον αποθέωσαν. Υπήρχαν δύο συνδυασμοί που εκπροσωπούσαν τη Λέσβο, τη Σαμοθράκη και τον Αγιο Ευστράτιο: 1) Ο Συνδυασμός Φιλελευθέρων Λέσβου. 2) Άλλος Βενιζελικός Συνδυασμός. Σ’ αυτόν ανήκε ο Αγιασώτης δικηγόρος, που προαναφέραμε, Ευστράτιος Τζανετής. 3) Βενιζελικοί υποψήφιοι εκτός συνδυασμού. Αυτοί ήταν τρεις, ο δικηγόρος και δημοσιογράφος Νικόλαος Παρίτσης, ο γιατρός Ορέστης Κυπριανός και ο Δημήτριος Χατζησπύρου.

Βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο – οι εκλογές έγιναν στις 31 Μαΐου 1915 – και ο Δημήτριος Χατζησπύρου ακολουθεί την ενωτική γραμμή του Συνδυασμού των Φιλελευθέρων Λέσβου, η οποία φαίνεται στην Προκήρυξή τους της 14ης Μαΐου 1915. «Συμπατριώται, αποδοθείσης, θεία συνάρσει, μετά μακραίωνα δουλείαν δια των ευκλεών άθλων του Εθνικού Στρατού και Στόλου και δια της διπλωματικής περινοίας του εξόχου εκ Κρήτης πολιτευτού, της ελευθερίας εις την ημετέραν Λέσβον υπαχθείσαν ούτως υπό το σκήπτρον του ενδόξου και πολυφιλήτου ημών Άνακτος, του Στρατηλάτου Κωνσταντίνου IB’, εγκαινιάζομεν επί χρυσαίς ελπίσι τον πρώτον παρ’ ημίν εκλογικόν αγώνα, εν εποχή μεγάλων ιστορικών γεγονότων και μεταπλάσεων». Λίγο αργότερα οι Έλληνες θα διχαστούν, θα αλληλομισηθούν και θα οδηγήσουν την πατρίδα τους σε περιπέτειες και συμφορές. Η βουλευτική προκήρυξη του Δημητρίου Χατζησπύρου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Σάλπιγξ», διευθυντής, ιδιοκτήτης και υπεύθυνος της οποίας ήταν ο επίσης υποψήφιος βουλευτής, δικηγόρος Νικόλαος Κ. Παρίτσης, τον οποίο προαναφέραμε.

Συμπολίται.
Κατερχόμενος εις τον εκλογικόν αγώνα ως υποψήφιος βουλευτής, λαμβάνω την τιμήν να δηλώσω προς τους εκλογείς συμπολίτας μου ότι τασσόμενος υπό την σημαίαν των Φιλελευθέρων και την ηγεσίαν του εκ Κρήτης μεγαλοφυούς πολιτικού ανδρός, θέλω αγωνισθή, όση μοι δύναμις, πιστός εις τας αρχάς του κόμματος, έχων ως πρόγραμμά μου το πρόγραμμα του φιλελευθέρου κόμματος. Όσον δε αφορά τα τοπικά συμφέροντα, θέλω προσπαθήσει, όση μοι δύναμις, υπέρ θεραπείας των κακώς εχόντων και ενισχύσεως των τοπικών συμφερόντων είτε ταύτα την γεωργίαν αποβλέπουσι και το εμπόριον και την βιομηχανίαν είτε τας περί την συγκοινωνίαν και την δημοσίαν ασφάλειαν ελλείψεις είτε τους λοιπούς εν γένει κλάδους. Υπό τοιαύτας αρχάς και τοιούτον πρόγραμμα εκτιθέμενοι, θέλομεν αγωνισθή παρά το πλευρόν των Φιλελευθέρων μέχρις εσχάτων, εάν μας τιμήση η ψήφος των συμπολιτών μας.

Ο υποψήφιος Βουλευτής Δ. Χατζησπύρου Ο Δημήτριος Χατζησπύρου δεν ευτύχησε να μπει στο ελληνικό κοινοβούλιο. Εξακολούθησε όμως να συμμετέχει στα κοινά και να αγωνίζεται για τα συμφέροντα του τόπου του, από διάφορες άλλες επάλξεις και γραμμές.

Ο Δημήτριος Χατζησπύρου δεν ήταν μόνο διανοούμενος. Ήταν και άνθρωπος της δράσης και των πραγματώσεων, Από πολύ νωρίς έδειξε ενδιαφέρον για τα τοπικά προβλήματα και εργάστηκε για τη λύση τους ως δημότης, ως μέλος σωματείων, ως πολιτικός παράγοντας, ως κοινοτάρχης. Προτεραιότητα είχαν η εκπαίδευση, η κοινωνική πρόνοια, το προσφυγικό, η οδοποιία, η ύδρευση, η καθαριότητα. Παραλείποντας πολλά, θα αρκεστούμε σε δύο μονάχα χαρακτηριστικές περιπτώσεις.

Το 1921, όταν Πρόεδρος της τότε Κοινότητας ήταν ο γιατρός Παναγιώτης Σκλεπάρης, επιτροπή από την Αγιάσο επέδωσε στο Γενικό Διοικητή Λέσβου Αντώνιο Σπηλιωτόπουλο αίτηση των κατοίκων για την κατασκευή διακλάδωσης της αμαξιτής οδού Μυτιλήνης-Αγιάσου, η οποία θα άρχιζε από τις εξαντλητικές για τους μετακινούμενους επιβάτες στροφές και θα οδηγούσε συντομότερα και κατευθείαν στο ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου και στην Αγορά. Την αίτηση αυτή, σύμφωνα με τις πληροφορίες που μας δίνει η εφημερίδα «Ελεύθερος Λόγος» της Μυτιλήνης, την οποία διεύθυνε ο Στρατής Παπανικόλας, «μόνον 6 άτομα εξ όσων εδόθη αύτη προς υπογραφήν ηρνήθησαν να υπογράψωσι, και τούτο διότι τα άτομα ταύτα έχουν ακίνητα επί της παλαιάς οδού και φοβούνται ότι δια της προτεινομένης διαρρυθμίσεως θα χάσωσι ταύτα μέρος της αξίας των». Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, και ο Δημήτριος Χατζησπύρου, του οποίου το σπίτι ήταν στη συνοικία Καμπούδι, ήταν αρχικά αντίθετος με την κατασκευή του κάτω δρόμου, του δρόμου της Περασιάς. Ήρθε μάλιστα σε ρήξη με το συνεργάτη και φίλο του Στέφανο Βρανιάδη, ο οποίος είχε ακίνητα στην Καρυά. Αργότερα όμως κυριάρχησε ωριμότερη σκέψη και υποχώρησαν τα προσωπικά μπροστά στο κοινό συμφέρον. Ο δεύτερος αυτοκινητόδρομος κατασκευάστηκε το 1923, όταν Πρόεδρος της Κοινότητας Αγιάσου ήταν ο Δημήτριος Χατζησπύρου.

80_1994_xatzispiroy4
Η σφραγίδα του Ιερού Νοσοκομείου Αγιάσου (1929)

Επί προεδρίας Δημητρίου Χατζησπύρου έγινε και ρύθμιση των χρεών της Κοινότητας προς το Νοσοκομείο. Ο ιεροδιάκονος Βασίλειος Μιχαηλίδης, σύμφωνα με τη διαθήκη του, η οποία συντάχτηκε στην Αγιάσο στις 19 Ιουλίου του 1868, αφιέρωσε τρία ελαιοκτήματα στο Νοσοκομείο Αγιάσου, το οποίο επρόκειτο να ανεγερθεί. «Θέλω, γράφει στη διαθήκη του ο μεγάλος ευεργέτης, ίνα πωληθώσι ταύτα παρά των επιτρόπων της παρούσης διαθήκης μου, των κάτωθεν αναφερομένων, εν ειλικρινεί συνειδήσει, και το ποσόν των χρημάτων χορηγηθή τοις Εφόροις του ανεγερθησομένου Νοσοκομείου και εναποτεθή εις τόκον παρ’ αυτοίς εν ασφαλέσι μέρεσι, όπως εκ του τόκου αυτών νοσηλεύωνται οι ασθενείς». Η Κοινότητα Αγιάσου είχε πωλήσει ένα μέρος της περιουσίας του ιεροδιακόνου Βασιλείου Μιχαηλίδη, η οποία ήταν αφιερωμένη στο Νοσοκομείο. Ο Δημήτριος Χατζησπύρου, ο οποίος από το 1910 ήταν Έφορος του Νοσοκομείου, για να εξοφλήσει το χρέος της Κοινότητας, παραχώρησε στο Νοσοκομείο το «παλαιό» λεγόμενο ελαιοτριβείο και το μισό Κήπο του Δημητρίου Γλεζέλη, τα οποία ήταν κτήματα της εκκλησίας, αλλά το 1919 παραχωρήθηκαν στην Κοινότητα.

Το 1894, όταν ιδρύθηκε το Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξις» Αγιάσου, ο Δημήτριος Χατζησπύρου βρισκόταν στο Μόναχο. Αργότερα όμως, όταν επέστρεψε στη γενέτειρά του, εργάστηκε φιλότιμα για την προαγωγή του σωματείου. Διετέλεσε Πρόεδρός του από 19 Σεπτεμβρίου 1912-18 Νοεμβρίου 1913, Αντιπρόεδρος από 12 Απριλίου 1917-21 Ιανουαρίου 1918 και από 20 Μαΐου 1921-10 Αυγούστου 1924. Σύμβουλος από 18 Νοεμβρίου 1913-12 Απριλίου 1917, καθώς επίσης και Έφορος. Το 1927, επί προεδρίας Πάνου Ευαγγελινού, ο Δημήτριος Χατζησπύρου ανακηρύχτηκε επίτιμος πρόεδρος του σωματείου, το 1928 ευεργέτης και το 1930 μεγάλος ευεργέτης αυτού.

Οταν ζούσε ακόμα ο Δημήτριος Χατζησπύρου, δώρισε στο Αναγνωστήριο αρκετά αξιόλογα βιβλία, αξίας πολλών χιλιάδων δραχμών, όπως αναφέρεται στη διαθήκη του, η οποία συντάχτηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1935, σε εποχή κομματικού φανατισμού και παθών. Τα βιβλία αυτά όφειλε η Εφορεία του Νοσοκομείου μαζί με τη Διαχειριστική Επιτροπή να τα πάρει πίσω, «καθόσον το σωματείον τούτο, επιλήσμον γενόμενον της αποστολής του, έπαυσε να εκπληροί τον προορισμόν του και συνεπώς εξέλιπε και ο σκοπός δια τον οποίον εδώρισε ταύτα εις αυτό, και ούτω η δωρεά του αύτη κατέστη νόμω ανακλητή και άκυρος, καθότι εξέλιπον αι προϋποθέσεις υφ’ ας εγένετο η δωρεά των βιβλίων του προς αυτό». Η ανάκληση αυτή ήταν αποτέλεσμα δυσαρέσκειας του δωρητή. Η πλούσια βιβλιοθήκη του περιελάμβανε κυρίως βιβλία σχετικά με την αρχαία ελληνική και λατινική φιλολογία, ελληνικά και ξενόγλωσσα, κυρίως γερμανικά (λεξικά, γραμματολογικά, στερεότυπες εκδόσεις, μεταφράσεις κ.ά.). Η βιβλιοθήκη αυτή κινδύνεψε από πυρκαγιά, η οποία προκλήθηκε από ανάφλεξη αναμμένης πυρήνας στο σπίτι του Δημητρίου Χατζησπύρου, στο Καμπούδι, την πρωτοχρονιά του 1932. Πολλά βιβλία του διατηρούν ως σήμερα ίχνη αυτής της πυρκαγιάς, για την οποία μας δίνει πληροφορίες η τοπική εφημερίδα «Αγιάσος».

Τρία χρόνια μετά το θάνατο του, το 1938, το Διοικητικό Συμβούλιο του Αναγνωστηρίου ζήτησε με έγγραφό του από την Εφορεία του Νοσοκομείου και την Εκτελεστική Επιτροπή της Διαθήκης του Δημητρίου Χατζησπύρου την προσωρινή παραχώρηση και τοποθέτηση των βιβλίων του στην αίθουσα του σωματείου, μέχρις ότου ιδρυθεί και λειτουργήσει το νέο νοσοκομείο. Η αίτηση αυτή έγινε δεκτή και έτσι παραχωρήθηκαν, με πρωτόκολλο που συντάχτηκε στις 5 Ιουνίου 1938, 452 συνολικά βιβλία, τα οποία σήμερα πια αποτελούν περιουσιακό στοιχείο του Αναγνωστηρίου. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ανάμεσα στα βιβλία αυτά ήταν και χειρόγραφα-αντίγραφα των έργων του Βενιαμίν Λεσβίου, τα οποία ανήκαν στο Χατζησπύρου Χατζηδημητρίου, για τον οποίο μιλήσαμε παραπάνω.

80_1994_xatzispiroy5
Δίπλωμα του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξις» Αγιάσου, με το οποίο αναγνωρίζει το Δημήτριο Χατζησπύρου ευεργέτη (5 Ιουνίου 1928)

Βιβλία του Δημητρίου Χατζησπύρου, εκτός από το Αναγνωστήριο, υπάρχουν και στην εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου Αγιάσου, στο δωμάτιο 3, τα οποία όμως δεν μπόρεσα να δω. Σύμφωνα με πληροφορία, αρκετά βιβλία της Βιβλιοθήκης του Χατζησπύρου υπήρχαν στο παλαιό ενιαίο Γυμνάσιο Αγιάσου. Σήμερα υπάρχουν μερικά στη Βιβλιοθήκη του Λυκείου Αγιάσου, στο οποίο περιήλθαν όλα τα περιουσιακά στοιχεία, μετά το διαχωρισμό των σχολείων σε Γυμνάσιο-Λύκειο.

Ο Δημήτριος Χατζησπύρου υπήρξε ανθρωπιστής, με την ευρύτερη σημασία του όρου. Κάτω από τον επίπαγο της αποκρουστικής για πολλούς σοβαρότητάς του κυλούσε ο πακτωλός της ευγένειας των αισθημάτων, της καλοσύνης, της φιλανθρωπίας. Εργάστηκε από πολύ νωρίς στον κοινωνικό τομέα. Πρωτοστάτησε σε πολλές προσπάθειες, που απέβλεπαν στο συνάνθρωπο που αναξιοπαθούσε. Πήρε μέρος σε εθνικοκοινωνικούς εράνους και πρόσφερε όχι μόνο υπηρεσίες, αλλά και αξιόλογα χρηματικά ποσά. Στόχος του να βοηθήσει τον άρρωστο, το γέρο, το φτωχό. Σε επιμνημόσυνο λόγο του, αναφερόμενος στους ευεργέτες και δωρητές του Ιερού Νοσοκομείου Αγιάσου, δίνει και το δικό του πιστεύω «Οι αοίδιμοι ούτοι άνδρες εφλέγοντο από ένα ιερόν πόθον πώς να έλθουν όσον το δυνατόν αποτελεσματικώτερον αρωγοί εις την πάσχουσαν τάξιν των απόρων. Και προς τον σκοπόν τούτον ηγωνίζοντο και εμόχθουν καθ’ όλον αυτών τον βίον, υποβαλλόμενοι αγογγύστως εις μεγάλους περιορισμούς, ήσκουν αυστηράν οικονομίαν, έζων βίον λιτότατον, εις εν και μόνον αποβλέποντες, πώς να εξασφαλίσουν όσον το δυνατόν μεγαλυτέραν περιουσίαν προωρισμένην διά την ίδρυσιν Νοσοκομείου, εις το οποίον να ευρίσκουν άσυλον και νοσηλείαν οι απόκληροι ούτοι. Ανελογίζοντο την οικτράν θέσιν εις την οποίαν επόμενον είναι να περιέλθη ένας άνθρωπος στερούμενος των πάντων, όταν πέση κλινήρης και δεν έχη τα μέσα να καλέση ιατρόν προς επίσκεψίν του, δεν έχη χρήματα δια να αγοράση τα αναγκαιούντα προς θεραπείαν του φάρμακα, δεν έχη άνθρωπον να τον παραστέκεται παρά την κλίνην, να του αλλάξη την πληγήν, να του επιδέση τα τραύματα, να του προσφέρη εν κύπελλον γάλακτος ή έστω και εν ποτήριον ύδατος, δια να δροσίση τα καιόμενα χείλη του».

Ο Δημήτριος Χατζησπύρου έδεσε το όνομά του κυρίως με το Νοσοκομείο Αγιάσου ως Έφορος αυτού από το 1910 και αργότερα ως Αντιπρόεδρος της Εφορείας αυτού ως το 1935, έτος του θανάτου του. Δεν είναι βέβαια ο μόνος. Ο ίδιος στους επιμνημόσυνους λόγους που εκφωνούσε κάθε χρόνο, την Κυριακή της Σαμαρείτιδας, δοξολογούσε τους πρωτοπόρους ιδρυτές, ευεργέτες και αφιερωτές του Ιερού Νοσοκομείου, τους οποίους αξίζει και εμείς να μνημονεύσουμε.

Πρώτος συνέλαβε την ιδέα ίδρυσης Νοσοκομείου στην Αγιάσο ο γιατρός Μιχαήλος Χρυσαφουλιός. Αυτός σπούδασε τον περασμένο αιώνα στην Πίζα και άσκησε το επάγγελμά του στη Ρόδο, όπου και πέθανε. Προαισθανόμενος το τέλος της ζωής του, συνέταξε διαθήκη και όρισε όλη η περιουσία του να χρησιμοποιηθεί για την ίδρυση Νοσοκομείου στην Αγιάσο. Φοβούμενος μάλιστα μήπως κάποιοι αθετήσουν την τελευταία του θέληση, διατύπωσε στη διαθήκη του ένα φρικτό επιτίμιο, επικαλούμενος τις κατάρες των τριακοσίων δεκαοχτώ Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Δεύτερος μνημονεύεται ο ιεροδιάκονος Βασίλειος Μιχαηλίδης. Αυτός όρισε να εκποιηθεί η περιουσία του και να ανεγερθεί Νοσοκομείο στην Αγιάσο. Αν όμως οι συμπατριώτες του αμελούσαν, όριζε η περιουσία του να περιέλθει σε άλλο Νοσοκομείο.

Στη συνέχεια θα μπορούσαμε να μνημονεύσουμε τη θεία του Βασιλείου Μιχαηλίδη Χατζηρήγαινα Χ. Γεωργίου, το μοναχό Χατζηπαναγιώτη Μιχαηλίδη, τον Παναγιώτη Χατζηραβδέλη, την Ελένη Δ. Λιβάνου, τον Παναγιώτη Λίβανο, τον Παναγιώτη Βαλασόπουλο από τη Σπάρτη, σύζυγο της Βασιλικής Μιχαήλ Ασπρομάτη, τον Παναγιώτη Παπουτσή, το Δημήτριο Λιγέλη, το Σταύρο Νουλέλη, ο οποίος δώρισε το μεγάλο οικόπεδο στο οποίο χτίστηκε το Νοσοκομείο, τον Παναγιώτη Χατζησαραντινού, τον Ευστράτιο Αλεντά και τον Παναγιώτη Σαπουναδέλη ή Σαπναδέλη (Τοκιστή). Ο τελευταίος, ενώ ζούσε ακόμα και υπήρχαν άμεσοι συγγενείς του, δώρισε το 1905 στο Νοσοκομείο το ατμοκίνητο ελαιοτριβείο του.

Σύμφωνα με πληροφορίες που μας δίνει ο Στρατής Κολαξιζέλης, ο Δημήτριος Χατζησπύρου, επειδή στο Νοσοκομείο της Αγιάσου λειτουργούσε μόνο λαϊκό ιατρείο και στο Νοσοκομείο της Μυτιλήνης από το 1898 δε γίνονταν δεκτοί οι φτωχοί Αγιασώτες άρρωστοι, αποφάσισε να χτίσει ένα μεγάλο νοσοκομείο, με διάφορα ιατρικά τμήματα. Η ιδέα αυτή δεν επικροτήθηκε από όλους. Ο εγκατεστημένος στη Μυτιλήνη λαμπρός Αγιασώτης γιατρός Ευστράτιος Δούκαρος τόνιζε πως δεν είναι δυνατή η επάνδρωση ενός νοσοκομείου στην Αγιάσο με γιατρούς όλων των ειδικοτήτων. Συνιστούσε να παραμείνει το νοσοκομείο που υπήρχε, να λειτουργεί ως σταθμός πρώτων βοηθειών και να βρεθεί τρόπος να δέχεται και πάλι το Νοσοκομείο της Μυτιλήνης τους Αγιασώτες ασθενείς που ήταν άποροι. Ο Δημήτριος Χατζησπύρου όμως δεν έδωσε σημασία στις υποδείξεις αυτές, αλλά έθεσε το 1926 το θεμέλιο λίθο ενός μεγάλου και επιβλητικού νοσοκομείου, το οποίο όμως ποτέ δεν μπόρεσε να λειτουργήσει όπως ο ίδιος το οραματίστηκε.

Το Νοσοκομείο της Αγιάσου πέρασε από διάφορα στάδια. Το 1929 επισημοποιήθηκε με την επωνυμία «Ιερόν Νοσοκομείον Αγιάσου». Αρχικά στεγάστηκε στο σπίτι του Δημητρίου Χατζησπύρου και ονομαζόταν «Κλινική Δ. Χατζησπύρου» του Ιερού Νοσοκομείου Αγιάσου. Αργότερα, το 1943, εγκαταστάθηκε στο κτίριο, το οποίο εντωμεταξύ είχε ανοικοδομηθεί.

Ο Δημήτριος Χατζησπύρου έδειξε την αγάπη του και προς τον άνθρωπο της τρίτης ηλικίας. «Εάν τυχόν, αναγράφεται στη διαθήκη του, κατά την αποβίωσίν του ήθελον ευρεθή έλαια ή άλλα προϊόντα ανήκοντα εις αυτόν, υποχρεούται η Διαχειριστική Επιτροπή να φροντίση δια την εκποίησιν ταύτην υπό τους μάλλον επωφελεστέρους όρους και την είσπραξιν του αντιτίμου αυτών. Το δε εκ της εκποιήσεως προϊόν και τα τυχόν ευρεθησόμενα μετρητά, αι εν Τραπέζαις καταθέσεις, ομολογίαι, πολύτιμα αντικείμενα, θα αποτελέσωσι όλα ομού εν ποσόν δια του οποίου θα φροντίση η Διαχειριστική Επιτροπή να αγοράση εν κτήμα το οποίον μετά της εν Αγιάσω <εν> συνοικία Καμπούδι ιδιοκτήτου οικίας του διαθέτου θα αποτελέσωσι τον πυρήνα της ιδρύσεως Γηροκομείου, χρησιμοποιούμενης προς τούτο της εν λόγω οικίας του, εκτός εάν η Εφορεία κρίνη προσφορώτερον να χρησιμοποιήση προς τον σκοπόν τούτον αριθμόν τινα δωματίων του Νοσοκομείου, επιφυλάσσουσα δι’ άλλην χρήσιν την οικίαν του. Εις το ούτω ιδρυόμενον Γηροκομείον δύνανται να εισέρχωνται κατά πρώτον αιτήσει των γέροντες, αφού δια συμβολαιογραφικής πράξεως μεταβιβάσωσιν επ’ ονόματι του την περιουσίαν των, επιφυλασσομένης της Εφορείας δια την αποδοχήν απόρων, μέχρις εξασφαλίσεως των απαραιτήτων αποθεματικών κεφαλαίων».

Ο Δημήτριος Χατζησπύρου δεν έχει να παρουσιάσει συγγραφικό έργο. Δε μας άφησε κανένα βιβλίο, καμιά σοβαρή φιλολογική εργασία. Η έρευνά μου και προς αυτή την κατεύθυνση δεν απέδωσε καρπούς. Εκφωνούσε όμως λόγους, επικήδειους-επιμνημόσυνους, πανηγυρικούς. Κάποιοι από αυτούς, που είναι δημοσιευμένοι σε εφημερίδες, μαρτυρούν τη ρητορική του δεινότητα, αλλά παράλληλα και το εύρος των πνευματικών του ενδιαφερόντων. Ο Δημήτριος Χατζησπύρου, σύμφωνα με πληροφορίες ανθρώπων που τον γνώρισαν και τον άκουσαν πολλές φορές, ήταν χαρισματικός ομιλητής και κατάφερνε πάντοτε να επιβάλλεται και να συγκινεί το ακροατήριο με τον από στήθους καθαρευουσιάνικο λόγο του. Από τους λόγους του θα μπορούσαμε δειγματοληπτικά να αναφέρουμε τους παρακάτω: 1) Το λόγο που εκφώνησε στην Αγορά της Αγιάσου, στις 8 Νοεμβρίου 1931, κατά το συλλαλητήριο που οργάνωσαν οι κάτοικοι υπέρ της αγωνιζόμενης Κύπρου. 2) Το λόγο που εκφώνησε κατά το μνημόσυνο των δωρητών του Ιερού Νοσοκομείου το 1932, την Κυριακή της Σαμαρείτιδας. 3) Το λόγο που εκφώνησε κατά τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Παναγιώτη Σαπουναδέλη στις 14 Ιουνίου 1931. 4) Την ομιλία που πραγματοποίησε στις 10 Ιουλίου 1932, στα πλαίσια των εκδηλώσεων της «Εθνικιστικής Οργάνωσης Αγιάσου» με θέμα «Αι παραδοξολογίαι του Φαλμεράγερ και οι νεώτεροι Έλληνες».

Το 1935 ο Δημήτριος Χατζησπύρου έμελλε να δοκιμαστεί μαζί με πολλούς άλλους δημοκράτες. Όπως είναι γνωστό, την 1 Μαρτίου 1935 εκδηλώθηκε το Κίνημα, το οποίο οργάνωσαν δημοκρατικοί αξιωματικοί και του οποίου την ηγεσία αποδέχτηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Το κίνημα αυτό βέβαια απέτυχε. Οι κινηματίες, αλλά και πολλοί άλλοι οπαδοί, καταδιώχτηκαν και πέρασαν από έκτακτα στρατοδικεία. Στις 5 Μαΐου 1935 μάλιστα καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος εντωμεταξύ είχε καταφύγει στη Γαλλία.

Με το μέρος των κινηματιών τάχτηκαν πολλοί Λέσβιοι. Ένας από αυτούς ήταν και ο Δημήτριος Χατζησπύρου. Συμπαθών ήταν και ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος ο από Δυρραχίου (1878-1958). Όπως μας πληροφορεί η αντιβενιζελική εφημερίδα της Μυτιλήνης «Το Φως», διευθυντής της οποίας ήταν ο Αθανάσιος Γκράβαλης, από την Αγιάσο στάλθηκε το παρακάτω τηλεγράφημα προς τον Πρωθυπουργό, τον Υπουργό των Θρησκευμάτων, την Ιερή Σύνοδο και τις αθηναϊκές εφημερίδες «Τύπος» και «Βραδυνή»: «Λαός Αγιάσου ευλαβώς αξιοί απομάκρυνσιν Μητροπολίτου Ιακώβου, διαπράξαντος μυρίας αυθαιρεσίας και παρανομίας και τέλος συνταχθέντος με Εθνοκτόνον Επανάστασιν και υποστηρίξαντος σκανδαλωδώς σφετεριστάς κρατικής εξουσίας». Το τηλεγράφημα υπέγραψαν ο Πρόεδρος της Κοινότητας Γεώργιος Αλεντάς, καθώς επίσης και οι Ευστράτιος Αλεντάς, εκ μέρους του Αγροτικού Συμβουλίου, Δημήτριος Χατζησπύρου, εκ μέρους της Εφορείας του Νοσοκομείου, και Ευστράτιος Μαγλογιάννης, εκ μέρους της Λαϊκής Πολιτικής Οργάνωσης. Ο Δημήτριος Χατζησπύρου δοκίμασε μεγάλη λύπη τις τελευταίες μέρες της ζωής του, εξαιτίας αυτής της υπογραφής, την οποία, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, μάλλον υπέκλεψαν, όταν ήταν κατάκοιτος. Τη στάση αυτή των Αγιασωτών καταδίκασε η δημοκρατική παράταξη, όπως φαίνεται και από ανταπόκριση της 8ης Ιουλίου 1935, η οποία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ταχυδρόμος», με τίτλο «Η ζωή της υπαίθρου. Νέα από την Αγιάσο» και με υπογραφή το ψευδώνυμο «Ορεινός». «Τα έκτροπα που έγιναν και εδώ απ’ τους ανθρώπους της Ζούγκλας είναι περιττόν να τ’ αναφέρω. Τα ξέρετε. Οι άνθρωποι αυτοί δεν σεβάσθησαν και τα πλέον αγαπητά και ιερά πρόσωπα της Λέσβου, σαν τον λατρευτό μας Μητροπολίτη. Τι να πεις λοιπόν γι’ αυτούς τους κανίβαλους».

Την εποχή αυτή, όπως είναι γνωστό, έχουμε αναζωπύρωση παθών, στερέωση του αντιβενιζελισμού και ανάληψη πρωτοβουλίας για παλινόρθωση της δυναστείας των Glucksburg. Στις 9 Ιουνίου 1935 έγιναν, μετά την κατάργηση της Γερουσίας, εκλογές Εθνοσυνέλευσης, από τις οποίες απείχαν όλα τα κόμματα της βενιζελικής παράταξης. Στις 10 Οκτωβρίου 1935 ο πρωθυπουργός Παναγής Τσαλδάρης αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Ο Γεώργιος Κονδύλης σχημάτισε κυβέρνηση με τον I. Θεοτόκη και κατάργησαν τη δημοκρατία με ψήφισμα, το οποίο επικύρωσε η Εθνοσυνέλευση. Στις 25 Νοεμβρίου 1935 ο βασιλιάς Γεώργιος ο Β’ με το διάδοχο Παύλο επέστρεψαν στην Ελλάδα.

Στις 15 Ιουνίου 1935 ο Δημήτριος Χατζησπύρου έδωσε την προσωπική μάχη και νικήθηκε. Την επόμενη μέρα κηδεύτηκε με δαπάνη του Ιερού Νοσοκομείου. Οι συμπατριώτες του τον προέπεμψαν με τιμές στην τελευταία του κατοικία. Το παλαιό ελαιοτριβείο εσύριζε κατά την ώρα της εκφοράς. Το νεκρό αποχαιρέτησαν με επικήδειους λόγους ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος ο από Δυρραχίου εκ μέρους της Εφορείας του Ιερού Νοσοκομείου ως πρόεδρος αυτής, ο Ευάγγελος Παπασταματίου, ο Περικλής Τζανετής εκ μέρους της Κοινότητας και ο δάσκαλος Στρατής Κολαξιζέλης εκ μέρους της Επιτροπείας του Ιερού Ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου. Ψηφίσματα εξέδωσαν το Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξις» Αγιάσου, η Επιτροπεία του Ιερού Ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου, η Εφορεία του Ιερού Νοσοκομείου Αγιάσου, η Κοινότητα Αγιάσου, καθώς επίσης και η «Λαϊκή Πολιτική Οργάνωσις Αγιάσου», πρόεδρος της οποίας ήταν ο Ευστράτιος Μαγλογιάννης.

Στις 15 Ιουνίου 1935, δηλαδή την ίδια μέρα που αναγγέλθηκε ο θάνατος του, δημοσιεύτηκε και η διαθήκη του, με την οποία κατέστησε γενικό κληρονόμο της κινητής και ακίνητης περιουσίας του το Νοσοκομείο Αγιάσου.

Για τη διαχείριση της περιουσίας που άφησε στο Νοσοκομείο ο Δημήτριος Χατζησπύρου όρισε ιδιαίτερη επιτροπή, αποτελούμενη από τον εκάστοτε ειρηνοδίκη Αγιάσου ή το νόμιμο αναπληρωτή του ως πρόεδρο, και από τους Γεώργιο Λεωνίδα Σαμοθρακή, Ευστράτιο Αθανασίου Αλεντά (Μουλαδούλα), Ανδρέα Ιωάννη Δουκάκη και Παναγιώτη Ευστρατίου Βαμβουρέλη.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 80/1994

Στις 20 Αυγούστου 1989 το Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξη» Αγιάσου οργάνωσε στην αίθουσα της βιβλιοθήκης φιλολογικό μνημόσυνο, για να τιμήσει το λόγιο και ευεργέτη Δημήτριο Χατζησπύρου (1864-1935). Ομιλητής ήταν ο Γιάννης Χατζηβασιλείου. Ο λόγος του, με τις αναγκαίες βιβλιογραφικές και άλλες συμπληρώσεις, δημοσιεύτηκε στο Δελτίο της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών «Λεσβιακά» (Μυτιλήνη 1993, τόμος ΙΔ’, σσ. 249-296).