ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Σ’ ένα βιβλιαράκι με τίτλο « Η Αγιάσος και τα πέριξ », που τυπώσανε και κυκλοφορήσανε το 1896 οι Αγιασώτες δάσκαλοι Στρατής Κολαξιζέλλης και Βασίλης Τραγέλλης, εκτός των άλλων γράφουν πολύ σπουδαία κι ενδιαφέροντα στοιχεία για το πανηγύρι τ’ Αγιού Γιουργιού

Σ’ ένα βιβλιαράκι με τίτλο « Η Αγιάσος και τα πέριξ », που τυπώσανε και κυκλοφορήσανε  το 1896 οι Αγιασώτες δάσκαλοι Στρατής Κολαξιζέλλης και Βασίλης Τραγέλλης, εκτός των άλλων  γράφουν πολύ σπουδαία κι ενδιαφέροντα στοιχεία για το πανηγύρι τ’ Αγιού Γιουργιού. Αναφέρουν πως το ξωκλήσι χτίστηκε το 1836 απ’ τους Αγιασώτες, που κείνη τη χρονιά άφησαν τα σπίτια τους και πήγαν να κατοικήσουν στην περιοχή του μες στα καλύβια, για ν’ αποφύγουν την πανούκλα. Πως την εποχή αυτή και στο μέρος του ξωκλησιού γινόταν το παζάρι κάτω απ’ το μεγάλο πλάτανο, που το 1895 δεν υπήρχε πια.

Κατά τη μέρα του πανηγυριού, σύμφωνα με μαρτυρίες γεροντότερων, όπως γράφουν στο βιβλιαράκι τους, ξεκινούσαν απ’ την Αγιάσο με τους ψαλτάδες μπροστά, τους παπάδες και τα κάτασπρά τους άμφια, με τις εικόνες τής Παναγίας, του Χριστού και του Αγίου Γεωργίου, και με όλους γενικά τους κατοίκους με τα γιορτινά τους ρούχα, για το ξωκλήσι τ’ Αγιού Γιουργιού, όπου παρακολουθούσαν τη λειτουργία με κατάνυξη.

Ύστερα απ’ τη λειτουργία οι γυναίκες και κυρίως οι νιόπαντρες πήγαιναν στη λεγόμενη Τσύλα (Κυλίστρα), που βρίσκεται πιο πάνω απ’ το ξωκλήσι, και αγκαλιασμένες δυο δυο κατρακυλούσαν ως το τέρμα, λίγο πιο πάνω απ’ το εκκλησάκι, λέγοντας «και του χρόνου και οι δυο μας μ’ ένα κουπιλαρελ’».

Αφού τρώγανε τις κουμπάνιες και πίνανε τα κρασιά που είχαν, ξεκινούσαν πάλι όλοι μαζί και τραβούσαν στην εκεί κοντά τοποθεσία «Χουρεύτηρια», που λέγανε πως ήταν χωριουδάκι, κι άρχιζαν τους χορούς. Απ’ τους χορούς που γίνονταν κάθε χρόνο στο πανηγύρι πήρε και τ’ όνομα «Χουρεύτηρια», που το διατηρεί ως τα σήμερα. Το 1895 που γράφτηκε το βιβλιαράκι το πανηγύρι δεν υπήρχε πια. Αφορμή που παρήκμασε κι έσβησε ήταν, γιατί μια γυναίκα έτυχε να χάσει το καφάσι της (σειρά με μαργαριτάρια και φλουριά), που έβαζαν στο λαιμό και στο στήθος οι γυναίκες. Μετά το περιστατικό αυτό το πανηγύρι άρχισε να χάνει, να παρακμάζει και σιγά σιγά να σβήνει. Αυτά γράφουν για το πανηγύρι τ’ Αγιού Γιουργιού.

Τ’ Αγιού Γιουργιού γιόρταζε το σινάφι των μουτάφηδων και μαζεύονταν στο ξωκλήσι πάρα πολύς κόσμος. Ύστερα απ’ τη λειτουργία, οι γυναίκες, αφού παίρνανε το χαλβά, που τα χρόνια κείνα έπρεπε ν’ αγοράσει κάθε πανηγυριώτης, σκορπούσανε ένα γύρω στο ξωκλήσι, ανάβανε φωτιές και ψήνανε τον πρωινό τους καφέ, που προσφέρανε σε γνωστούς και φίλους. Οι κοπέλες ρίχνανε σχοινιά στις καστανιές και κάνανε κούνιες. Απ’ τα τραγούδια και τα γέλια τους χαλούσε ο κόσμος.

Τις «τσ’λίχτιργις» τις συνέχιζαν τα παλικάρια κι οι μικροί αγκαλιασμένοι. Το μεσημέρι παρέες παρέες βγάζανε απ’ τις καλάθες «τς γαβάν’ μι τα φαγιά», που είχε η καθεμιά της παρέας, και στρώνανε το κοινό τραπέζι, που ήταν πάρα πολύ πλούσιο και με μεγάλη ποικιλία φαγητών, χωρίς να λείπουν τα γνωστά και περίφημα «π’τάρια». Αφού πίνανε το ορεκτικό τους ουζάκι, αρχίζανε το φαγοπότι με εύθυμες και ευτράπελες κουβέντες και ξεσπούσαν σε γέλια και χάχανα. Κι αν κατέβαζαν κανένα ποτηράκι κρασί παραπάνω, όπως συνέβαινε, άρχιζαν και το τραγούδι. Και τότες καιγόταν το πελεκούδι. Το ξεφάντωμα αυτό  βαστούσε ως το βράδυ, που παίρνανε το δρόμο τής επιστροφής. Αυτά γίνονταν ως το 1923 περίπου. Με το άλλαγμα τού Ημερολογίου, το πανηγύρι συμπίπτει πάντα μέσα στη Μεγάλη Βδομάδα. Γι’ αυτό σιγά σιγά έσβησε. Τώρα γίνεται μια τυπική λειτουργία με ελάχιστες γυναίκες. Ακμή και παρακμή.

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΣΚΛΕΠΑΡΗΣ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ , τ. 03/1981

ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΦΩΤΕΙΝΗΣ

Το πανηγύρι της Αγίας Φωτεινής, της Αγια-Φουτιάς, όπως το λέγαμε, πριν από τον πόλεμο του ’40 γινόταν πολύ ωραίο, στη γραφική τοποθεσία των Λάμπου Μύλων. Τότες ζούσε εκεί ο γερο-Παλιβάνης με την πολυμελή του οικογένεια. Με δική του πάντοτε πρωτοβουλία, τη Λαμπροπέμπτη έπρεπε να πάει από το πρωί στους Λάμπου Μύλους η ορχήστρα μας των έξι οργάνων. Όταν φτάναμε εκεί, κατευθυνόμασταν στο εκκλησάκι της Αγίας Φωτεινής, όπου γινόταν η πρωινή λειτουργία. Είχε και μέσα και απέξω πολύ κόσμο και προπαντός γυναίκες. Το ανοιξιάτικο πρωινό ήταν πολύ ευχάριστο.

Όταν τέλειωνε η λειτουργία, ξεκινούσαμε εμείς μπροστά, παίζοντας ένα εμβατήριο, και μετά ερχόταν όλη η οικογένεια του γερο-Παλιβάνη, με αυτόν επικεφαλής και δίπλα του τον οικογενειακό του φίλο, τον υπασπιστή του Κώστα Ηλιογραμμένο (Κουντάρα). Όλη αυτή η πομπή φτάναμε στο κέντρο του χωριού, στο καφενείο των Παλιβάνηδων, όπου σταματούσαμε, για να παίξουμε. Εντωμεταξύ γέμιζε το καφενείο από κόσμο και μέσα και απέξω και άρχιζαν να του σερβίρουν τα γκαρσόνια. Εμείς μπαίναμε στο ιδιαίτερο του καφενείου και η μεγάλη κόρη του Παλιβάνη μας σερβίριζε το φαγητό. Ήταν πλούσιο το γεύμα μας, τυριά, μυζήθρες, γιαούρτια και άλλα. Μετά αρχίζαμε να παίζουμε και σε λίγο άρχιζαν οι χοροί. Παίζαμε μέχρι τη μια και πολλές φορές και μέχρι τις δυο μετά τα μεσάνυχτα. Ο τελευταίος χορός ήταν της οικογένειας των Παλιβάνηδων.

Κάποτε, σ’ αυτό το πανηγύρι, μας πήρε έξω από το χωριό ο Κώστας Ηλιογραμμένος, ο υπασπιστής του γερο-Παλιβάνη. Ήταν πρωί, πριν πάμε ακόμα στη λειτουργία. Αυτός κρατούσε μια μεγάλη ανθοδέσμη. Κρυφτήκαμε σε κάτι θάμνους, δίπλα στον αμαξόδρομο, με τα όργανά μας και περιμέναμε να υποδεχτούμε το γιο του Παλιβάνη, το Νικολή, που ήταν αρραβωνιασμένος τότε με μια κοπέλα από την Πηγή. Κάποτε φάνηκε ο αραμπάς με τους αρραβωνιασμένους. Βγήκε ο Ηλιογραμμένος από την κρύπτη του και τους πρόσφερε την ανθοδέσμη. Εμείς παιανίζοντας πήραμε το δρόμο της επιστροφής…

ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΡΟΔΑΝΟΣ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 100/1997

Η ΠΑΝΑΓΙΟΥΔΑ ΤΗΣ ΠΕΝΘΙΛΗΣ

Στα δεξιά του αμαξωτού δρόμου, που ανεβαίνει από το Σταυρί και κατευθύνεται προς το Σανατόριο, υπάρχει ένα παρακλάδι που οδηγεί στο ναΰδριο της Παναγιούδας της Πενθίλης. Σύμφωνα με αφήγηση του μακαρίτη σήμερα Χριστόφα Σταυρακέλη (πέθανε το 1988), ο οποίος είχε περιβόλι και ερχόταν συχνά σ’ αυτό, κάθε χρόνο, γύρω στα μέσα Μαΐου – μέσα Ιουνίου, ανεξήγητη ευωδιά έβγαινε από το δάσος της περιοχής, το οποίο αποτελείται από πεύκα, βάτους και πουρνάρια… Κατά τον ιστορικό Στρατή Κολαξιζέλη, εκεί υπήρχε η Πενθίλη. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν ως τις μέρες μας πολλά λείψανα, σκορπισμένα σ’ ολόκληρη την περιοχή. Μέσα στα περιβόλια έχουν βρεθεί κατά καιρούς παλαιά νομίσματα, τεμάχια από σπασμένα πιάτα, πιθάρια, κεραμίδια και άλλα πήλινα αντικείμενα περασμένων αιώνων. Καθώς μου διηγήθηκε ο Ιωάννης Βαρουτέλης (πέθανε το 1980), ο ομοχώριος Ευστράτιος Τινός, επίσης μακαρίτης σήμερα, βρήκε ένα «ταγάρι» γεμάτο χρυσό, πάνω από το ξωκλήσι του Ταξιάρχη, στη στροφή του δρόμου προς την Παναγιούδα της Πενθίλης, αριστερά, μέσα σε πουρνάρια… Ακόμη στην περιοχή αυτή βρέθηκαν ιερά αντικείμενα. Η αδερφή του παπα-Νικόλα Παπουτσέλη Ανδρονίκη, σύζυγος Παναγιώτη Σκλεπάρη, ψάχνοντας προπολεμικά για χόρτα στην περιοχή, το μαχαίρι της συνάντησε αντίσταση… Έτσι ανάσυρε από τη γη ένα εικόνισμα μικρού μεγέθους, των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Αυτό το εικόνισμα δωρίστηκε από την οικογένεια του παπα-Νικόλα Παπουτσέλη στο Προσκύνημα της Παναγίας. Αφού καθαρίστηκε και συντηρήθηκε το 1938 από το Ρώσο τεχνικό Βασίλειο Ραχτσέβσκι, μπήκε σε πινακοθήκη, που είναι αναρτημένη στην τρίτη κολόνα δεξιά, καθώς μπαίνουμε στο Προσκύνημα της Παναγίας.

Αναμνηστική φωτογραφία από το πανηγύρι της Παναγιούδας στην Πενθίλη (8 Σεπτεμβρίου 1937). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Δημήτριος Καβαδάς)
Αναμνηστική φωτογραφία από το πανηγύρι της Παναγιούδας στην Πενθίλη (8 Σεπτεμβρίου 1937).
(Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Δημήτριος Καβαδάς)

Όταν χτιζόταν το νέο ξωκλήσι της Παναγίας της Πενθίλης το 1936, γιατί το παλιό είχε ήδη αρχίσει να καταρρέει, οι εργάτες βρήκαν ανθρώπινους σκελετούς μεγάλων διαστάσεων! Τα οστά αυτά τα συγκέντρωσαν οι εργάτες και τα έβαλαν για ασφάλεια σε θυρίδες, στους τοίχους του νέου ναϋδρίου, ενώ θα έπρεπε να προσκληθούν ειδικοί επιστήμονες, για να τα μελετήσουν. Αυτό μου διηγήθηκε ο τότε εργαζόμενος Ευστράτιος Περγάμαλης (Κουκόνα).

Όταν ήταν αρχιερατικός επίτροπος ο πρωτοπρεσβύτερος Εμμανουήλ Γ. Μυτιληναίος, οργανώθηκε γιορτή και από τότε κάθε χρόνο με πομπή μεταφερόταν στολισμένη η μεγάλη εικόνα της Παναγίας μέσα σε ανοιχτό αυτοκίνητο. Αφού τέλειωνε ο όρθρος στο ναό της Παναγίας, ξεκινούσε η πομπή με χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες. Προπορεύονταν τα παιδιά, ντυμένα με ιερατικές στολές και κρατώντας εξαπτέρυγα, οι τέσσερις εφημέριοι του ιερού ναού της Παναγίας και ο διάκονος, ο οποίος σ’ όλη τη διάρκεια της μεταφοράς θυμιάτιζε την ιερή εικόνα. Τα πρώτα χρόνια που καθιερώθηκε η γιορτή, στις 8 Σεπτεμβρίου, δρομολογούσαν και λεωφορείο το οποίο μετέφερε προσκυνητές από το Σταυρί. Σήμερα η γιορτή αυτή έχει ατονήσει. Μεταφέρεται βέβαια άλλη εικόνα της Παναγίας, τελείται λειτουργία και μεταφέρεται ξανά η εικόνα στο ναό με κωδωνουκρουσίες…

Διατηρώ ιερές αναμνήσεις από τη γραφική τοποθεσία της Πενθίλης, γιατί σε νεαρή ηλικία υπήρξα μέλος της «Χριστιανικής Αδελφότητας η Θεοτόκος», την οποία είχε ιδρύσει ο τότε εφημέριος του ιερού Προσκυνήματος ριζαρείτης οικονόμος Παναγιώτης Στόικος. Απαρτιζόταν από 150 μέλη και είχε καταστατικό, εγκεκριμένο από το Πρωτοδικείο Μυτιλήνης, καθώς και σφραγίδα που έγραφε γύρω γύρω «Χριστιανική Αδελφότης Αγιάσου, η Θεοτόκος», με χρονολογία 1932 και με σταυρό στο κέντρο. Επίσης υπήρχε δανειστική βιβλιοθήκη για τα μέλη της. Ποιος έχει σήμερα τη σφραγίδα, το καταστατικό και τα βιβλία της βιβλιοθήκης της Αδελφότητας, δε γνωρίζω. Κάθε Κυριακή και Τετάρτη απόγευμα γινόταν ομιλία από τον πρόεδρο ιερέα Παναγιώτη Στόικο. Έκτακτα όμως μιλούσαν στα μέλη της Αδελφότητας και οι ιεροκήρυκες που έρχονταν στον ιερό ναό της Παναγίας. Οι ιεροκήρυκες αυτοί ήταν ο Ιωάννης Καψιμάλης και ο Χριστόδουλος Παπαγιάννης. Η επέτειος της Αδελφότητας γιορταζόταν τη μέρα του Γενεσίου της Θεοτόκου. Ολα τα μέλη της Αδελφότητας ξεκινούσαμε από τον Απέσο και περπατώντας ανεβαίναμε στο ξωκλήσι της Παναγίας. Στη γιορτή αυτή συμμετείχε και ο οργανωμένος σύλλογος οργανοπαικτών Αγιάσου.

Εκφράζουμε την ευχή ν’ αναβιώσει η ωραία αυτή γιορτή, όπως καθιερώθηκε προπολεμικά από τον τότε αρχιερατικό επίτροπο Εμμανουήλ Μυτιληναίο…

ΑΓΙΑΣΙΩΝΙΤΗΣ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 84/1994

ΕΝΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΤΟΥ 1880. ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΣΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑ-ΦΩΤΙΑΣ

Φαίνεται ότι στα τέλη του περασμένου αιώνα στην τοποθεσία «Μπαμπατσούλα» περιοχής Σκούντας γινόταν κάθε χρόνο πανηγύρι της Αγια-Φωτιάς, με πληθωρική συμμετοχή κατοίκων των γειτονικών χωριών. Πιστεύω ότι στην περιοχή αυτή, που τη χαρακτηρίζει μια αδιατάρακτη παραδοσιακή συνέχεια από τα πανάρχαια χρόνια, το πανηγύρι θα επιζεί μέχρι σήμερα. Τα επεισόδια πάντως που έγιναν το 1880, χάριν κάποιας ωραίας Ελένης, ήταν τόσο σοβαρά, ώστε ο εισαγγελέας της Μυτιλήνης Χουσνή-Βέης πήγε προσωπικά στη Σκούντα μαζί με ιατροδικαστή, που υπέβαλε το ραπόρτο που δημοσιεύουμε πιο κάτω. Ο κόσμος μέσα από τις γραμμές του παλιού εγγράφου μοιάζει σαν όνειρο μακρινό, που ποτέ δεν θα ήταν υπαρκτό, αν τα ονόματα που ακούγονται και σήμερα δε θύμιζαν την αλήθεια.

palikaria
Παλικάρια της Αγιάσου βρακοφορεμένα, γαρουφαλοστόλιστα… Ο φραγκοφορεμένος Βασίλης Σταύρου Μπεγιάζης έφυγε λαθραία και πήγε να καζαντίσει στην Αμερική… (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Χρύσανθος Παν. Χατζηπαναγιώτης)

«Σήμερον, την 24ην Απριλίου 1880, την 3ην μ.μ. ώραν, ανεχωρήσαμεν μετά του Είσαγγελέως Χουσνή-βέη εις χωρίον Σκούδαν (sic) (εφθάσαμεν την 6ην μ.μ.), ίνα εξετάσωμεν τον Κλεάνθην Κωνσταντίνου ηκισθέντα υπό των Ηρακλή Ποδαρά, Γιάννη Χριστοφαρέλλη, Στρατή Μουτζούρη, Δημήτρη Γιαταγανέλλη και άλλων τριών ακόμη ατόμων, όλων Αγιασωτών και μεθυσμένων, την 24η Απριλίου 1880, την πρωίαν, εις την Αγίαν Φωτιάν (Φωτεινήν) εις Μπαμπατσούλα, όπου εγένετο πανήγυρις. Οι Αγιασώται ούτοι εζήτουν να κακοποιήσουν τον άνδρα μιας εξ Ιππείου, άλλοτε φυλακισμένης εις το Νοσοκομείον Αγίου Θεράποντος, Ελένης, διότι εις Μακαρόνης (όστις ήτο φυλακισμένος) ηράσθη αυτής και αυτή αυτού και εξήλθον και εσυγκατοίκησαν επί εβδομάδα. Ο δε Μακαρόνης ούτος ήτο Αγιασώτης και είχε φίλους τους άνω Αγιασώτας, οίτινες, διατί ο ανήρ αυτής εζήτησεν να δεχθή αυτήν πάλιν και μετά το πάθημα αυτό, εζήτησαν να κακοποιήσουν προς εκδίκησιν τον άνδρα της Ελένης, αλλά κατά δυστυχίαν, κατά λάθος ενόμισαν αυτόν, λέγουν οι χωρικοί, ως άνδρα της Ελένης.

Ο αικισθείς εκ χωρίου Θερμής ηρραβωνισμένος εις Σκούδαν, ηλικίας 26 ετών, εύρωστου κράσεως, γεωργός το επάγγελμα, είχε την αριστερόν κτλ». Επακολουθεί λεπτομερής ιατροδικαστική έκθεση, με περιγραφή των τραυμάτων, των οργάνων με τα οποία «κατηνέχθησαν», την πρόγνωση και τη διάρκεια της θεραπείας, την τυχόν αναπηρία που θα παρέμενε, καθώς και το όνομα του πραγματικού συζύγου της Ελένης, ο οποίος στο σημείο αυτό στάθηκε τυχερός και γλίτωσε τις «αικίες».

Ο ιατροδικαστής από επαγγελματικό ενδιαφέρον φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σκούντα πληροφορήθηκε και σημειώνει στο περιθώριο: «Εις Ήπιος (αυτή τη γραφή χρησιμοποιεί αντί Ίππειος) υπάρχει ο ιατρός των δηγμάτων των όφεων, εις αράπης, όστις πιπιλίζει το τραύμα καί τα χείλη του πρήσκονται, ως μοι είπον. Εις παις δηχθείς υπό κυνός (ίσως λυσσώντος) εγέμισεν, μοι είπον, από φούσκας και εις την γλώσσαν και επήγε εις Πέργαμον να θεραπευθή».

ΠΑΥΛΟΣ ΒΛΑΧΟΣ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 25/1984