1-Ημερολόγιο του δεκανέα αυτοκινήτων Αναστασέλλη Ευστρ. του Πολυδώρου και της Δέσποινας της Κλάσεως 1928

Τ’ άκουγα και μου φαινόταν περίεργο πώς μπορούν να κάνουν πόλεμο οι άνθρωποι του 1940. Κι όμως ήρθε η μέρα τούτη κι’ όσο να’ μουνα ενάντιος στους πολέμους τώρα βρίσκω πως δεν μπορεί αλλιώς να γίνει. Έτσι κι εγώ κοντά σ’ όλα τα νιάτα ντύθηκα στο χακί κι αρχίζω τη ζωή του φαντάρου

28/10/1940

Τ’ άκουγα και μου φαινόταν περίεργο πώς μπορούν να κάνουν πόλεμο οι άνθρωποι του 1940. Κι όμως ήρθε η μέρα τούτη κι’ όσο να’ μουνα ενάντιος στους πολέμους τώρα βρίσκω πως δεν μπορεί αλλιώς να γίνει μια κι άθελά μας τραβιούμαστε στο μακελειό απ’ ένα τρελό κακούργο το Φασίστα που σαν ύαινα κόλλησε στο ψοφίμι της Ευρώπης ο αρχιρεκλαμαδόρος το αίσχος που λέγεται Μπενίτο Μουσολίνι. Έτσι κι εγώ κοντά σ’ όλα τα νιάτα ντύθηκα στο χακί κι αρχίζω τη ζωή του φαντάρου.

Οι επιστρατευόμενοι οδηγοί Λέσβου με ένα λεωφορείο, κατά πάσαν πιθανότητα επίτακτο, αποθανατίζονται το 1940 στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Πρώτος, από αριστερά, όρθιος ο αμίμητος χωρατατζής της Αγιάσου Κώστας Βουλβούλης (με τα χέρια στις τσέπες), ενώ τέταρτος (καθήμενος στον «ουρανό» του λεωφορείου) ο δεκανέας Στυλιανός Ιωάννη Μαστραντωνάς (Βιλάκ’). Δεύτερος, απο δεξιά μπροστά, πιθανότατα ο Στρατής Ιωάννη Δουκάκης

ΑΓΙΑΣΩΤΕΣ ΚΑΙ ΛΥΣΣΟΦΟΒΙΑ

Το Φλεβάρη του 1936 η Αγιάσος ήταν ανάστατη. Είχε διαδοθεί πως ένα γουρούνι, που σφάχτηκε και πουλήθηκε σε πολλούς Αγιασώτες και Μυτιληνιούς, ήταν λυσσασμένο και πως υπήρχε κίνδυνος να λυσσάξουν κι όσοι έφαγαν κρέας απ’ αυτό. Για την ενημέρωση των κατοίκων πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση

Το Φλεβάρη του 1936 η Αγιάσος ήταν ανάστατη. Είχε διαδοθεί πως ένα γουρούνι, που σφάχτηκε και πουλήθηκε σε πολλούς Αγιασώτες και Μυτιληνιούς, ήταν λυσσασμένο και πως υπήρχε κίνδυνος να λυσσάξουν κι όσοι έφαγαν κρέας απ’ αυτό. Για την ενημέρωση των κατοίκων πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση στο Αναγνωστήριο κι έγινε σχετική συζήτηση. Πήραν μέρος πολλοί, επιστήμονες και μη, και διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις, οι οποίες περιλαμβάνονται στο πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου του Αναγνωστηρίου Αγιάσου (αρ. 36/24-2-1936)

Το θέμα τής λυσσοφοβίας ήταν αρκετά ενδιαφέρον , γι’ αυτό και το εκμεταλλεύτηκε ο καρνάβαλος της χρονιάς εκείνης, ο οποίος μεταξύ άλλων είπε:

Όλοι του φάγανι του γρούν(ι)

βρασμένου τσι ψημένου,

μόνου Βασίλ’ς γιου Τσιραμ’διάρ’ς

το ’φαγι παστουμένου.

Τώρα ανησυχεί γιου φουκαράς,

μην τύχει τσι λυσσάξει,

τσι στην Αθήνα θενά πα

γιατρός να τουν κοιτάξει.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Έκτακτος Συνεδρίασις 24 -2 – 1936 Πρακτικόν 36ον

… Μετά την διαπίστωσιν της παρουσίας των ανωτέρω ο Πρόεδρος κ. Ηλίας Κουφέλλης προβαίνει εις την ανακοίνωσιν του θέματος δια το οποίον εκάλεσεν την έκτακτον ταύτην μεικτήν συνεδρίασιν.
Θέμα:     Επιστημονική συζήτησις επί του θρυλουμένου κινδύνου να πάθουν εκ λύσσης δύο χιλιάδες (αρ. 2000) άτομα της κωμοπόλεως, επειδή έφαγον από κρέας χοίρου, όστις είχεν δηχθή εκ λυσσώντος κυνός.

ΣΥΖΗΤΗΣΙΣ

Μετά την υπό του κ. Προέδρου γενομένην επίσημον ανακοίνωσιν του θέματος, λαμβάνει τον λόγον ο κ.
Ιωάννης Κοντός, υποδιοικητής Χωροφυλακής Αγιάσου, όστις λέγει περίπου τα εξής: Κύριοι, εξ όσων μέχρι στιγμής γνωρίζω, τα κύρια σημεία της υποθέσεως ταύτης έχουσιν ως εξής: 1) Ο χοίρος εδαγκάθη την 14ην Σεπτεμβρίου 1935. 2) Ηγοράσθη και εσφάγη υπό του κρεοπώλου Νικολάου Στεφανή την 14ην Φεβρουαρίου 1936, ήτοι εξ ολοκλήρους μήνας βραδύτερον. 3) την 14ην Φεβρουαρίου και 15ην ιδίου επωλήθησαν εκ τούτου ενενήκοντα (αρ. 90) οκάδες ενταύθα και εξήκοντα εις Μυτιλήνην, μεταφερθείσαι δι’ αυτοκινήτου υπό του εισπράκτορος των αυτοκινητιστών κ. Δημ. Παπουτσέλλη.

Εν συνεχεία ο κ. υποδιοικητής αναφέρει ότι, μόλις επληροφορήθη τα ανωτέρω, προέβη εις τας ενδεδειγμένας ενεργείας παρά τη Υγειονομική Υπηρεσία, τηλεγραφήσας συνάμα και εις την Δ/σιν του Δ. Λυσσιατρείου Αθηνών.

Μετά τον κ. Ιωάννην Κοντόν λαμβάνει τον λόγον ο κ. Ευάγγελος Παπασταματίου, όστις αναπτύσσων το ιστορικόν της υποθέσεως εν γένει λέγει τα ακόλουθα: Κύριοι, ως εξηκρίβωσα, προ εξ μηνών κύων τις λυσσών (περί την 14ην Σεπτεμβρίου 1935) και ευρισκόμενος εις την αγροτικήν περιφέρειαν Αγίου Δημητρίου, επετέθη κατά τινος όνου και κατά τινος γυναικός, ους έδηξεν εις τους πόδας, ο αυτός κύων επετέθη και κατά του αναφερομένου χοίρου, τον οποίον και έδηξεν εις το ους (αυτίον). Και η μεν γυνή μετέβη εις το Δημόσιον Λυσσιατρείον Αθηνών και υπεβλήθη εις την σχετικήν θεραπείαν, ο δε όνος έμεινεν έκτοτε εις την τύχην του, ότε πρό 15 ημερών (της σήμερον) επαρουσίασεν συμπτώματα λύσσης και κατεσπάραξεν εαυτόν. Ο χοίρος, ανήκων εις τον Βασίλειον Μώλην, εδέθη υπ’ αυτού αμέσως και παρηκολουθήθη επί δίμηνον. Επειδή δε επί εξήκοντα (60) ολοκλήρους ημέρας ουδέν σημείον έδειξεν ασθενείας, αφέθη ελεύθερος, χωρίς όμως και να διαλύση τας υπονοίας κυρίου και περιοίκων. Ο καιρός παρήρχετο και η υπόθεσις συν τω χρόνω υπέκυψεν εις τον νόμον της φυσικής του λήθης, ότε απροόπτως, μετά πάροδον πέντε (5) ολοκλήρων μηνών, όνος τις εις την αυτήν περιφέρειαν (Αγίου Δημητρίου) επαρουσίασεν συμπτώματα λύσσης και κατεσπάραξεν εαυτόν. Ήδη, ως εξηκριβώθη, ο κατασπαράξας εαυτόν όνος ήτο ακριβώς ο όνος όστις εδήχθη κατά τον Σεπτέμβριον υπό του ως άνω αναφερθέντος σκύλου. Τούτο εβεβαίωσεν και ο κύριος του όνου. Μετά 15-20 ημέρας ακριβώς από της εκδηλώσεως της λύσσης επί του όνου, ο δηχθείς χοίρος επωλήθη υπό του κ. Βασιλείου Μώλη εις τον κρεοπώλην Νικόλαον Στεφανήν, όστις αφού έσφαξεν αυτόν τον επώλησεν ενταύθα και εις Μυτιλήνην.

Μετά την εξιστόρησιν του κ. Ευαγγέλου Παπασταματίου, ο φαρμακοποιός κ. Ιωάννης Β. Χατζηλεωνίδας και σύμβουλος του Αναγνωστηρίου επερώτησεν τον κ. Ευάγγελον Παπασταματίου, εάν τότε που εφάνη ο λυσσών κύων κατηγγέλθη (το γεγονός) εις την αστυνομίαν. Εκ της γενομένης διαλεκτικής συζητήσεις των παρευρισκομένων διεπιστώθη ότι το γεγονός και κατηγγέλθη και η αστυνομία απέστειλεν την κεφαλήν του σκύλου εις το Λυσσιατρείον, το οποίον διεπίστωσεν συμπτώματα λύσσης.

Ο κ. Πάνος Ευαγγελινός επερωτά εάν τα συμπτώματα της λύσσης τα εκδηλωθέντα εις τον όνον ήσαν πραγματικά ή μη τυχόν είναι θρύλοι, εμφανιζόμενα ως αληθή υπό της κοινής γνώμης. Εξηκριβώθη ότι ουδείς εκ των παρευρισκομένων είδεν τον όνον να κατασπαράζη εαυτόν, πλην του κ. Χριστόφα Κανεμά, όστις εβεβαίωσεν το γεγονός, εφ’ όσον ούτος ήκουσεν την τραγικήν ιστορίαν του όνου εκ στόματος του ιδίου κυρίου και ιδιοκτήτου του όνου.

Εξακολουθών κατόπιν ο κ. Ευάγγελος Παπασταματίου συμπληρώνει την ιστορίαν του σκύλου – γυναικός – όνου -χοίρου, τονίσας εν τέλει ότι το γεγονός δεν είναι σύνηθες και ακίνδυνον και συνεπώς η ανησυχία του λαού του δηχθέντος είναι δικαία και λογική. Άλλωστε το γεγονός του όνου καθιστά έτι ανησυχητικόν το γεγονός. Τελειώνων αναφέρει και άλλας περιπτώσεις, κατά τας οποίας χοίροι δηχθέντες υπό λυσσώντος κυνός επαρουσίασαν συμπτώματα λύσσης.

Ο κ. Χατζηγιάννης, αστίατρος, υποστηρίζει ότι ούτε ο γάιδαρος είχε λύσσα ούτε ο χοίρος, εφ’ όσον δεν έδειξαν συμπτώματα λύσσης εντός του υπό της επιστήμης καθοριζομένου χρονικού ορίου. Ότι (θεωρεί διαγράφεται μία λέξις) πρέπει να υπάρχη το ελάχιστον ξύσιμον και έκδηλος η λύσσα και θεωρεί τον θόρυβον άσκοπον και τον φόβον επιζήμιον. Τονίζει ότι ο χοίρος έπρεπε μετά ένα μήνα να εκδηλώση συμπτώματα λύσσης κ.λ.π. Αναφέρει ότι πρακτικώς δια του πεπτικού σωλήνος είναι αδύνατος η μετάδοσις της νόσου. Υπάρχει φόβος εις την παρούσαν περίπτωσιν 1/1000 και τούτο απίθανον. Συνεπώς δεν πρέπει να ανησυχούμεν και να προκαλούμεν συζητήσεις, αφού η δια του πεπτικού σωλήνος μετάδοσις της νόσου είναι σχεδόν αδύνατος, εφ’ όσον ακόμη εις τον χοίρον δεν υπήρχον εκδηλώσεις λύσσης. Τον αστίατρον επερωτά  ο κ. Ι. Χατζηλεωνίδας, δια ποίον λόγον δεν εγένετο η δέουσα ανακοίνωσις. Ο κ. Χατζηγιάννης απαντών λέγει ότι ως αστίατρος προέβη εις την δέουσαν ανακοίνωσιν μέσον της τοπικής εφημερίδος «Ηχώ της Αγιάσου» την 23ην Φεβρουαρίου 1936. Ο κ. Ι. Χατζηλεωνίδας λέγει ότι η ανακοίνωσις δεν διασαφηνίζει το πράγμα καλώς και συνεπώς ήτο απαραίτητος η σημερινή συζήτησις. Ο κ. αστίατρος Χατζηγιάννης λέγει ότι εγκρίνει την σημερινήν συζήτησιν του Αναγνωστηρίου με μόνην την διαφοράν ότι έπρεπε να περιμένη την απάντησιν του Λυσσιατρείου και μετά να καλέση συζήτησιν επιστημονικήν.

Ο κ. Ευάγγελος Παπασταματίου υπό τύπον απαντήσεως λέγει ότι, εφ’ όσον και 1/1000 υπάρχη φόβος να μεταδοθή η νόσος, είναι εύλογος ο φόβος, δικαία και απαραίτητος η σημερινή συζήτησις, η οποία θα μας παρουσιάση εν τέλει εν ασφαλές και πειστικόν συμπέρασμα. Ακολουθεί διαλογική συζήτησις μεταξύ Παπασταματίου και Χατζηγιάννη δια τον όνον και κατόπιν ο έφορος της βιβλιοθήκης κ. Όμηρος Κοντούλης λέγει: Εφ’ όσον δια την ιδίαν περίπτωσιν εις άλλην περιφέρειαν του κράτους εστάλη συνεργείον, πρέπει να γίνουν αι επιβαλλόμεναι ενέργειαι, είτε μεταδίδεται η νόσος είτε όχι είτε ο φόβος είναι μικρός είτε μεγάλος.

Ο κ. Περικλής Τζαννετής λέγει: Εφ’ όσον δεν ημπορούμεν να αποκλείσωμεν τον φόβον της μεταδόσεως, οι έχοντες αμυχάς να μεταβούν αμέσως εις Αθήνας και να υποβληθούν εις θεραπείαν. Ο κ. Δημήτριος Σκλεπάρης (φιλόλογος) συγχαίρει το Αναγνωστήριον δια την πρωτοβουλίαν του ταύτην και τονίζει ότι θά πρέπη να γίνη διεξοδική και λεπτομερής ανακοίνωσις προς τον ανησυχούντα λαόν.

Ο κ. Γρηγόριος Μαστραντωνάς (όστις έφαγεν και αυτός κρέας) προκαλεί τον αστίατρον Χατζηγιάννην να φάγη και αυτός από το υπάρχον ακόμη κρέας, δια να πεισθή ότι δεν υπάρχει φόβος μεταδόσεως της νόσου. Ο κ. Δημ. Σκλεπάρης τονίζει ότι εις το εξής πρέπει να προσέχεται η σφαγή των ζώων. Ο κ. Σωκράτης Φραντζής, αντιπρόσωπος της Ενώσεως Εφέδρων, έρωτά τον ιατρόν εάν κατά την σφαγήν του χοίρου έγιναν τα κεκανονισμένα. Ο κ. αστίατρος απαντά ότι δεν ύπήρχε τραύμα ούτε σημείον τι έκδηλον. Ακολουθεί διαλογική συζήτησις μεταξύ ιατρού και Ομ. Κοντούλη και μετά ο κ. Φραντζής Σωκρ. λέγει ότι η πώλησις αυτή αύτη είναι εγκληματική. Ο κ. Ιωάν. Χατζηλεωνίδας λέγει ότι ο κρεοπώλης εγνώριζεν ότι ο χοίρος είχεν δηχθή. Ο κ. Μαστραντωνάς Γρηγ. αναπτύσσει και παρουσιάζει επιχειρήματα  ότι υπάρχει ενοχή. Ο Περικλής Τζαννετής λέγει ότι πρώτον υπεύθυνοι είναι παρουσιάζοντες σήμερον στοιχεία, διότι δεν κατήγγελον ταύτα εγκαίρως εις τους αρμοδίους. Ο κ. Πρόεδρος του Αναγνωστηρίου Ηλίας Κουφέλλης υπεραμύνεται του κ. Μαστραντωνά και λέγει ότι δεν ημπορούμεν να αποδίδωμεν ευθύνας εις τα άτομα τα οποία είναι άξια ευχαριστιών, διότι και αυτήν την στιγμήν ενδιαφέρονται με ζηλευτήν πρωτοβουλίαν δια την ανεύρεσιν της αληθείας.

Κατόπιν γενομένης συζητήσεως αποφασίζεται τελικώς να γίνη επείγουσα συνδιάλεξις του αστιάτρου με τον νομίατρον Λέσβου δια ν’ άποφανθή, κατόπιν δε να γίνη επίσημος ανακοίνωσις του Αναγνωστηρίου προς τον λαόν.

Απεφασίσθη, εγένετο και υπογράφεται.

Ο Πρόεδρος                  Ο Γεν. Γραμμ.

Ηλίας Γ. Κουφέλλης    Ε. Π. Αναστασέλλης

Tα μέλη

Όμηρος Κοντούλης

Ιωάννης Χατζηλεωνίδας

Σταύρος Σταυρακέλλης

Ευστράτιος Καβαδέλλης

Πάνος Δ. Πράτσος

Oι συμμετάσχοντες

Σωκράτης Φραντζής

Παναγιώτης Καββαδάς

Δημήτριος Σκλεπάρης

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, Τευχ. 8/1982

ΟΙ ΚΙΒΩΤΙΟΠΟΙΟΙ ΚΑΙ Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥΣ

IMG
Αναμνηστική φωτογραφία τριών φίλων. Διακρίνονται από αριστερά ο Ασωματιανός κοφινάς Γεώργιος Κωνσταντίνου Βαλαλάς, ο “Λιμνιώτης” γεωργός Στρατής Ιωάννου Καραγεωργίου, γνωστός με το παρατσούκλι “Μουν’ “, κι ο πετράς-λατόμος Στρατής Τσουκαλαδέλης.

Πολλά κι εκλεκτά τα προϊόντα της αγιασώτικης γης. Μήλα, απίδια, κεράσια, βύσσινα, κάστανα… Οι έμποροι, ντόπιοι και ξένοι, τα ζητούσαν, τα παζάρευαν από νωρίς, τα μοσχοπουλούσαν στο νησί, μα κι όξω απ’ αυτό.

Η μεγάλη παραγωγή συντηρούσε και τη βιοτεχνία, που σήμερα βρίσκεται στα τελευταία της. Κάποιοι έπρεπε να μένουν στο χωριό, να στήνουν εργαστήρια, να στηρίζουν τον παραγωγό, τον αγρότη, στην καλλιέργεια της γης, στο μάζεμα των λογής λογής γεννημάτων, στη μεταφορά και στο εμπόριο τους.

Στον αγώνα των δουλευτών της γης ανεκτίμητοι βοηθοί κι οι κιβωτιοποιοί, οι τεχνίτες που έφτιαχναν κασέλια. Πρόγονοι τους οι κοφινάδες αυτοί που έμπλεκαν μαστορικά τη λυγαριά με το καλάμι.

Ο Γεώργιος Κωνσταντίνου Βαλαλάς, Ασωματιανός κοφινάς, ήρθε και παντρεύτηκε στην Αγιάσο. Ίσαμε το τέλος της ζωής του έφτιαχνε κοφίνια. Την τέχνη του την έμαθαν και τα παιδιά του, ο Κωνσταντίνος, μακαρίτης σήμερα, κι ο Παναγιώτης, και την άσκησαν για ένα χρονικό διάστημα, συνεχίζοντας την οικογενειακή παράδοση.

Οι κόφες και τα κοφίνια σιγά σιγά αχρηστεύτηκαν, περιορίστηκε η χρήση τους. Απαιτούσαν περισσότερη δουλειά και κόστιζαν. Πέρα απ’ αυτό, κρίθηκαν λιγότερο κατάλληλα, γιατί η ανώμαλη εσωτερική επιφάνειά τους, παρά τις επενδύσεις, πολλές φορές κατά τη μεταφορά κατάστρεφε το ευπαθές προϊόν. Όλα αυτά άνοιξαν το δρόμο σε περισσότερο σύγχρονα μέσα συσκευασίας και μεταφοράς προϊόντων, στα γνωστά ωοειδή κιβώτια, στα κασέλια.

IMG (2)
Στου “Βρανιάδη”, εκεί που σήμερα είναι χτισμένο το Αναγνωστήριο “η Ανάπτυξη” Αγιάσου. Ο κιβωτιοποιός Πάνος Βαλαλάς σχίζει με ειδικό μαχαίρι τις βέργες για τα κασέλια (περίπου 1945).

Πρώτος σκέφτηκε να εξυπηρετήσει τους παραγωγούς με κασέλια ο ξυλέμπορας Παναγιώτης Βερδούκας, ο οποίος είχε εγκαταστημένη πριονοκορδέλα στου «Βρανιάδη», εκεί που σήμερα είναι χτισμένο το Αναγνωστήριο. Επιστράτευσε Αγιασώτες μαραγκούς, για να υλοποιήσουν τη σκέψη του. Δε χρειάστηκε πολύ, για να πετύχουν αυτό που ήθελαν. Έφτιαξαν καλούπια, μπόγια μπόγια, για κάθε ζωντανό, για κάθε χρήση. Μικρά, μεσαία, μεγάλα. Άλλα ήταν μονοκόμματα, κουτούτσια, άλλα κομματιαστά. Το προϊόν που έβγαλαν στην αρχή ήταν «μπαστάρδικο», άσχημο, χοντροδουλειά. Σιγά σιγά όμως το τυποποίησαν, το τελειοποίησαν. Έμαθαν να κόβουν τις καστανίτικες και πλατανίτικες πήχες, να τις στρώνουν σωστά, να βάζουν εξωτερικά ζωνάρι από σχισμένες βέργες λυγαριάς ή καστανιάς ή πικροδάφνης, συνήθως τριπλό στα χείλη, μονό στη μέση και διπλό στον πάτο, να αρμολογούν με επιδεξιότητα το ξύλινο υλικό τους.

Στου Βερδούκα το εργαστήρι μαθήτεψαν και δούλεψαν κάμποσοι. Ανάμεσά τους κι ο κατεξοχήν τεχνίτης κιβωτιοποιός Παναγιώτης Βαλαλάς, που έμαθε την τέχνη και στον αδερφό του τον Κωνσταντίνο. Για ένα διάστημα μάλιστα εργάστηκαν συνεταιρικά. Αργότερα ο καθένας άνοιξε δικό του εργαστήρι, κιβωτιοποιείο. Ο Παναγιώτης στο Καμπούδι, κοντά στο Χριστοφίδειο Γυμναστήριο, κι ο Κωνσταντίνος στον Κούκο, κοντά στο σημερινό Εθνικό Παιδικό Σταθμό Αγιάσου. Εδώ και δέκα χρόνια όμως περίπου έκλεισαν κι αυτά τα εργαστήρια, όπως και τόσα άλλα.

IMG2
Στου “Βρανιάδη”. Διακρίνονται από αριστερά ο μαραγκός Γεώργιος Κολομόνδος, ο γιος του Βασίλειος, ο Στρατής Αϊβαλιώτης ή Φασούλα κι ο κιβωτιοποιός Πάνος Βαλαλάς.

Εκτός από τους Βαλαλάδες ασχολήθηκαν με την κιβωτιοποιία κι αρκετοί άλλοι, ευκαιριακά όμως, όπως ο μαραγκός και μουσικός (κορνετίστας) Γεώργιος Ευριπίδη Ζαφειρίου, που ζει σήμερα στην Αθήνα, ο επίσης μαραγκός Γεώργιος Κολομόνδος, ο Μιλτιάδης Νικολάου Μαστραντωνάς (Κτσουράδ’) και ο αξέχαστος καρνάβαλος Στρατής Αϊβαλιώτης ή Φασούλα. Σήμερα συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση ο γαμπρός των Βαλαλάδων Γεώργιος Σταύρου Αξιομάκαρος ή Γκέτα.

Στις μέρες μας άλλαξαν οι καταστάσεις, οι συνθήκες της ζωής και της εργασίας. Το αυτοκίνητο έφτασε έξω από πολλά κτήματα, σωθύρια και περιβόλια. Το πλαστικό διαδόθηκε παντού. Βγήκαν τα τελάρα και οι κλούβες. Τα κασέλια περιορίστηκαν, έχασαν την τιμητική τους. Άλλοτες ήταν στην πρώτη γραμμή. Είχαν πέραση, γιατί τα προϊόντα ήταν πολλά και εμπορεύσιμα. Και πού δεν χρησίμευαν! Ο παραγωγός σ’ αυτά απόθετε τους καρπούς της σκληρής δούλεψής του. Με το γέρμα ισορροπούσε στη ράχη του ζώου, δεξιά αριστερά, το μόχθο του, τρουλώνοντας και χαϊδεύοντάς τον με λογής λογής σαρκαπάνια, φτέρες και χορτάρια δροσερά. Και μόνο αυτό! Με τα κασέλια μπορούσε να μεταφέρει, άμα χρειαζόταν, τα κουτσούβελά του, να φτιάξει ένα βολικό παχνί, ένα απομονωτήριο νεογέννητων σκανταλιάρικων αμνοεριφίων, μια αποθήκη, μια εμπορική προσθήκη, ένα «μαγαζί», άμα ήθελε να γίνει και πλανόδιος πωλητής των προϊόντων του…

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΓΙΑΣΟΣ, 47/1988

ΑΠΟ ΤΗΝ ΧΙΛΙΟΤΡΑΓΟΥΔΙΣΜΕΝΗ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ

ΑΓΙΑΣΟΣ, ΑΓΡΙΑ, ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ, ΑΝΑΣΤΑΣΕΛΗΣ, ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΒΡΑΝΙΔΗΣ, ΓΗΡΟΚΟΜΕΙΟ, ΓΛΕΖΕΛΗΣ, ΔΕΜΙΡΓΚΕΛΗΣ, ΔΟΥΚΑΚΗΣ, ΕΘΡΟΝΟΣ, ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΕΞΕΛΙΞΙΣ, ΚΑΒΑΔΑΣ, ΚΑΡΑΤΖΑΣ, ΚΗΠΟΣ, ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΗΣ, ΚΟΝΔΥΛΗΣ, ΚΟΡΟΜΗΛΑΣ, ΜΑΚΑΡΩΝΗΣ, ΜΑΣΤΡΑΝΤΩΝΑΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ, ΜΟΥΤΖΟΥΡΕΛΗΣ, ΜΠΡΑΤΣΟΣ, ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ, ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ, ΞΕΝΕΛΗΣ, ΞΕΝΩΝΑΣ, ΠΑΝΑΓΙΑ, ΠΕΡΑΣΙΑ, ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ, ΣΑΠΟΥΝΑΔΕΛΗΣ, ΣΚΛΕΠΑΡΗΣ, ΣΚΟΥΝΙΟΓΛΟΥΣ, ΤΖΙΝΗΣ, ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ, ΦΙΛΟΠΤΩΧΟΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ, ΧΑΤΖΗΕΜΜΑΝΟΥΗΛ, ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ, ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΧΑΤΖΗΛΕΩΝΙΔΑΣ, ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑΣ, ΧΑΤΖΗΣΠΥΡΟΥ

ΕΞΕΛΙΞΙΣ, 27-05-1940