Η Αγιάσος απέκτησε συγχρονισμένο Γυμναστήριο

Η Αγιάσος απέκτησε συγχρονισμένο Γυμναστήριο, το «Χριστοφίδειον Γυμναστήριον». -Ένας ευγενικός δωρητής που εδαπάνησε πολλά για την Αγιάσο. -Αμείωτο πάντα το ενδιαφέρον του αν και λείπει 40 ολόκληρα χρόνια απ’ το χωριό του. -Τα επίσημα εγκαίνια του Γυμναστηρίου. -Ο κ. Γεώργιος Χριστοφίδης αποθεώνεται στο Γυμναστήριο.

εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ

20/12/1955

Σε πολλές Κοινότητες του νησιού μας οι ξενιτεμένοι των έχουν κοσμήσει τα χωριά των με διάφορα έργα: ύδρευσις, δρό­μοι, Σχολεία κλπ. που τα βλέπει ο ξένος επισκέπτης και τα θαυμάζει. Μόνο στην Αγιάσο δεν υπήρχεν έργο που να έγινε με τη συμβολή των ξενιτεμένων της. Και υπάρχουν πολλοί ξενιτεμένοι. Πάνω από 1000 θάναι κυρίως στην Αμερική. Αρκετοί απ’ τους ξενιτεμένους είναι πολύ καλά εγκαταστημένοι με κα­λές δουλειές και αρκετά χρήμα­τα που τα κέρδισαν με τον ιδρώτα τους και την έντιμη και μακροχρόνια εργασία τους.

Κανείς όμως δεν θυμήθηκε τη γενέτειρά του. Να μη ξέρουν τις ανάγκες του χωριού των; Αδύνατον. Αρκετές φορές εστάλησαν εκκλήσεις απ’ την Κοι­νότητα, απ’ την Εκκλησία, από Σχολεία, Σωματεία κλπ. σε πολλούς που μπορούσαν να βοηθήσουν. Άλλοι μεν δεν απήντησαν καθόλου και άλλοι απήντησαν στέλλοντας ασήμαντα ποσά.

Ύστερα απ’ τον αείμνηστο Θ. Βάλλα και τη Βασιλική Βαλασοπούλου που χάρισαν ο πρώ­τος το κτήμα του, και η δεύτερη το σπίτι της και 100 λίρες Αιγύπτου στο «Αναγνωστήριο» παρουσιάστηκε ο κ. Γεώργιος Χριστοφίδης (Δασκαλέλ’) που με μια του επιστολή στον «Γυμναστικό» γεμάτη θάρρος και ελπίδες και με ένα χρηματικό ποσό 15. 000. 000 ως πρώτη δό­ση όπως έγραφε, κάνει την καλή αρχή με αντικειμενικό σκο­πό ν’ αποκτήσει η γενέτειρά του συγχρονισμένο Γυμναστήριο. Στο ίδιο γράμμα του εβεβαίωνε πως θα αναλάβει να ολοκληρώσει το έργο. Και η βεβαίωση αυτή επαλήθευσε με δεύτερο έμβασμά του εκ 5.000.000 δρχ.

Με τα λεφτά αυτά η Δ/σις του Γυμναστικού έκανε τη περίφραξι του γηπέδου και καλλωπίστηκεν όλος εκείνος ο χώρος. Απ’ την είσοδο του Σχολείου και κατά μήκος του γηπέδου ως την είσοδο του Χατζησπυρείου Νοσοκομείου προέβη ο «Γυμναστικός» στην δενδροφύτευση του δρόμου.

Παρ’ όλο που έφυγε από παι­δί ο κ. Γεώργ. Χριστοφίδης στη ξενιτιά και ζει 45 χρόνια τώρα μακριά απ’ τον τόπο του δεν έπαυσε να θυμάται και να μα­θαίνει απ’ τις εφημερίδες και επιστολές φίλων και συγγενών του το τι γίνεται στο χωριό του και να τα παρακολουθεί όλα με μεγάλο ενδιαφέρον.

Οι ανταποκρίσεις που δημο­σιεύονται στις τοπικές εφημερίδες (και ιδίως στον αγαπητό «Δημοκράτη» που κάθε τόσο Α­πασχολούμε τις πολύ τιμές του στήλες που μάς παρέχει πρόθυμα και γι’ αυτό τον ευχαριστούμε από καρδιάς) παρακολουθούνται με ιδιαίτερον ενδιαφέρον και Αναδημοσιεύονται πολλές φορές απ’ τον ελληνόφωνο Αμερικα­νικό τύπο εφ’ όσον αναφέρονται στη συμβολή Ελλήνων που ευδοκίμησαν στην Αμερική απ’ τη μια, για να τους παρουσιά­ζουν σαν παράδειγμα και απ’ την άλλη για να τους φέρουν σε ψυχική επαφή με το τόπο τους.

Το καλοκαίρι ήρθε ο κ. Γιώργος Χριστοφίδης στο χωριό με τη λαχτάρα ν’ αρχίσει -μια και θάταν εδώ- τη δουλειά του Γυ­μναστηρίου ο ίδιος. Σκοπός του ν’ αποτελειώσει το Γυμναστήριο και φεύγοντας να το παραδώσει έτοιμο, στο Σύλλογο.

Όμως δεν είχε τελειώσει η διαδικασία των τύπων της απαλλοτριώσεως.

Τελικά, χάνοντας την υπομονή του, και λαχταρώντας πάντα να δη το Γυμναστήριο πραγμα­τοποιούμενο έβανε μπρος, με το ζήλο του πρακτικού ανθρώπου, που δεν θέλει να χάνει τον και­ρό του. Άρχισε με την ανέγερ­ση ολοκλήρου κτιρίου με δυο αίθουσες αποδυτηρίων, με ντου­λάπες, κρεμάστρες, λουτήρες, αποχωρητήρια με εγκαταστάσεις δεξαμενής νερού και δίπλα στο κτίριο αυτό έκανε, μπουφέ.

Στη πρόσοψη του κτιρίου ενετοίχισε πλάκα με την αφιέρωση: «Αφιερώνεται στους νέους της Αγιάσου εις μνήμην του πατρός μου Δημητρ. Χριστοφίδη (δασκαλέλ’) δημοδιδασκάλου Αγιάσου ΓΕΩΡ. ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ». Πιο πέρα και στο μέσον του γηπέδου και κατά μήκος του, έφτιαξε κερκί­δες Από μπετόν που μπορούν να καθίσουν άνετα 600 άτομα. Στις μετώπες των κερκίδων έ­γραψε διάφορα ρητά Αρχαίων σοφών. Για να Αποπερατωθούν όλα αυτά τα έργα, χρειάσθηκε πάνω από μήνα εντατικής εργασίας. Δούλευαν αρκετοί εργάτες, πολλές φορές και με τα ηλεκτρικά φώτα ως τις 9 με 10 τη νύχτα. Από το πρωί ως αργά τη νύχτα. Ανασκουμπωμένος δούλευε και ο ίδιος μες το λιοπύ­ρι κι’ έτρεχε από δω κι’ από κει πότε για να κατευθύνει την δουλειά και πότε για να επιβλέπει το ξεφόρτωμα των αυτοκι­νήτων με τα υλικά και τη μεταφορά των. Τέτοια εντατική εργασία δεν φανταζόμαστε να δούλεψε στην Αμερική. Ήθελε τη δουλειά που θα κάνη παρέχον­τας με τόση απλοχεριά το χρήμα του, να την ποτίσει και με τον προσωπικό του ιδρώτα. Στη μετώπη του κτιρίου και με με­γάλα γράμματα αναγράφεται το όνομα του Γυμναστηρίου: «ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΕΙΟΝ ΓΥΜΝΑΣΤΗΡΙΟΝ».

Δικαιολογημένη απότιση φό­ρου τιμής και ευγνωμοσύνης προς τον ευγενικό δωρητή. Υπολογίζεται πως ξόδεψε περί τας 100.000 νέες δραχμές.

Στις 9 Οκτωβρίου είχαν αποπερατωθεί όλα και αναγγέλθη­καν τα επίσημα εγκαίνια και τα βαφτίσια του Γυμναστηρίου.

Από πολύ νωρίς την Κυριακή εκείνη, όλη η Αγιάσος ήταν στο «Καμπούδη» και θαύμαζε και καμάρωνε το πολιτισμένο έργο του κ. Χριστοφίδη. Απ’ τη Μυτιλήνη ήρθαν ο δεσπότης που έκανε τον Αγιασμό, ο κ. Νομάρ­χης, ο κ. Επιθ. Φυσικής Αγω­γής, αντιπροσωπεία των αθλητι­κών σωματείων Μυτιλήνης, η φανφάρ του Ορφανοτροφείου και πολλοί φίλαθλοι.

Ύστερα απ’ τον αγιασμό μίλησε ο δεσπότης από μικροφώνου που είχε εγκατασταθεί εκεί για τον σκοπό αυτό, ο κ. Νομάρχης ο κ. Επιθ. Φυσ. Αγωγής, ο κ. Δήμαρχος Αγιάσου που είπε μεταξύ άλλων ότι «το Δημοτικόν Συμβούλιον με την υπ’ αριθ. 163/7/10/55 ομόφωνη απόφασή του έδωσε το όνομα του Χριστοφίδου στο γυμναστήριον». Κάθε φορά που ανεφέρετο το όνομα του κ. Χριστοφίδου απ’ τους επισήμους χαλούσε ο κόσμος από τα χειροκροτήματα του κόσμου. Στο τέλος πλησιάζει κατασυγκινημένος απ’ τις θερμές εκδηλώσεις στο μικρόφωνο ο κ. Χριστοφίδης για να ευχαριστήσει τους επισήμους για τα θερμά και κολακευτικά των λόγια. Το τι έγινε τη στιγμή που επανέλαβε και έκανε έτσι επίσημα τη δήλωση πως θα εξακολουθήσει παρέχων την οικονομική συνδρομήν του μέχρις ότου αποπερατωθεί ολόκληρο το γυμναστήριο, δεν περιγράφεται. Η ατμόσφαιρα εδονείτο πολλή ώρα απ’ τα χειροκροτήματα.

Αμέσως έγινε παρέλασις της αντιπροσωπείας των αθλητικών σωματείων Μυτιλήνης με τα λάβαρά των και την φανφάρ του Ορφανοτροφείου Μυτιλήνης. Μετά την παρέλασιν κατήλθεν στο γήπεδο για ποδοσφαιρική συνάντηση η ομάς του «Ολύμπου» Αγιάσου και «Άρεως» Μυτιλήνης. Πριν αρχίσει το ματς οι δυο ομάδες φωτογραφηθήκανε έχοντας στο μέσον των τον κ. Χριστοφίδην που έβαλαν και έδωσε και το εναρκτήριον λάκτισμα υπό τα θερμά και παρατεταμένα χειροκροτήματα του κόσμου. Με τη ποδοσφαιρική συνάντηση έληξε η όμορφη αυτή γιορτή των εγκαινίων του «Χριστοφιδείου Γυμναστηρίου».

Ο κ. Γ. Χριστοφίδης ενίσχυσεν οικονομικά και το Γυμνασιακόν παράρτημα Αγιάσου καθώς και το Αναγνωστήριόν της. Ευχόμεθα και ελπίζουμε πως το παράδειγμα του κ. Χριστοφίδη θα βρεθούν να το μιμηθούν και άλλοι.

Την επαύριο των εγκαινίων ο κ. Χριστοφίδης ανεχώρησε για τη θετή του πατρίδα την Αμερική με τις ολόθερμες ευχές της νεολαίας και ολοκλήρου της Αγιάσου.

ΜΙΣΚΑ

ΤΟ ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ (1)

Το ερασιτεχνικό θέατρο στην Αγιάσο έχει μεγάλη ιστορία και παράδοση. Από πότε όμως άρχισαν ακριβώς να δίνονται θεατρικές παραστάσεις και από ποιους αυτό δεν είναι ξεκαθαρισμένο και κανείς δεν μπορεί να δώσει μια θετική και συγκεκριμένη απάντηση. Το μόνο που ξέρουμε, κι’ αυτό εξ ακοή, απ’ τους παλιούς, είναι πως το Αναγνωστήριο άρχισε να δίνη παραστάσεις από πολύ παλιά χρόνια κι’ όταν ακόμα βρισκόμασταν κάτω απ’ την τουρκική σκλαβιά

Του κ. ΜΙΛΤΙΑΔΗ ΣΚΛΕΠΑΡΗ

Το ερασιτεχνικό θέατρο στην Αγιάσο έχει μεγάλη ιστορία και παράδοση. Από πότε όμως άρχισαν ακριβώς να δίνονται θεατρικές παραστάσεις και από ποιους αυτό δεν είναι ξεκαθαρισμένο και κανείς δεν μπορεί να δώσει μια θετική και συγκεκριμένη απάντηση. Το μόνο που ξέρουμε, κι’ αυτό εξ ακοή, απ’ τους παλιούς, είναι πως το Αναγνωστήριο άρχισε να δίνη παραστάσεις από πολύ παλιά χρόνια κι’ όταν ακόμα βρισκόμασταν κάτω απ’ την τουρκική σκλαβιά.

Η περιέργεια εδώ δεν έσπρωξε κανέναν στο να ερευνήσει το θέμα αυτό και να φέρει στο φως το πρώτο ξεκίνημα της καλλιτεχνικής προσπάθειας και τους πρωτεργάτες της.

 Επαναλαμβάνουμε κάθε τόσο με δικαιολογημένη βέβαια περηφάνια και καμάρι πως το ερασιτεχνικό μας θέατρο έχει μακροχρόνια ιστορία και παράδοση χωρίς να ξέρουμε ακριβώς από πότε και από ποιους άρχισε.

Από ένα δημοσίευμα στην εφημερίδα της Μυτιλήνης τη (φωνή του Αιγαίου) της 8ης Οκτωβρίου 1956 αριθ. φύλλου 260 με τίτλο «Στη καρδιά της Λέσβου» που ο σεβαστός κ. Χρύσανθος Μολίνος στο Ε’ σημείωμά του για τον πάτερ Κανιμά και τη ψυχόρμητη καλλιτεχνική του διάθεση για τη συγγραφή της ηθογραφίας του, και την απόδοση των ερασιτεχνών της Αγιάσου, έγραφε πως οι ερασιτεχνικές θεατρικές παραστάσεις στην Αγιάσο έχουν μακρόχρονη ιστορία και θα ήταν ευχής έργον αν κάποιος κατάλληλος ερευνητής μας έδινε κάποτε τη λεπτομερειακή ιστόρηση της θεατρικής αυτής δράσης.

 Από τότε μου δόθηκε η αφορμή – αν και δεν είμαι ο κατάλληλος—να ασχοληθώ και να ερευνήσω μέσα στο βαθύ σκοτάδι των χρόνων που τη σκεπάζει, ένα προς ένα τα αρχεία του Αναγνωστηρίου, από τον καιρό της ιδρύσεώς του 1894 κι’ ακόμα ό,τι άλλο γραφτό κείμενο υπάρχει, εφημερίδες κλπ. με την ελπίδα πως θα βρεθούν πηγές απ’ τις οποίες θα αντλήσουμε θετικές και αδιάψευστες πληροφορίες πάνω στις οποίες να θεμελιώσουμε και να στηρίξουμε την αφετηρίαν της ιστορίας του Ερασιτεχνικού Θεάτρου της Αγιάσου. Με την ερασιτεχνική μου διάθεση στη δημοσιογραφία – αν κατορθώσω και επιτύχω στην έρευνά μου – να τη φέρω στο φως και τη δημοσιότητα.

 Το μίτο της Αριάδνης τον βρήκαμε στο βιβλίο εσόδων και εξόδων του Αναγνωστηρίου στη σελίδα 18 και στις 6 Δεκεμβρίου 1897, που γράφει: Χαρτί δια Βοσκοπούλαν γρόσια 1,50 παράδες. Η Βοσκοπούλα είναι το κωμιδείλιο του Δ. Κορομηλά. Το χαρτί που αγοράστηκε, θα χρησιμοποιήθηκε για τα προγράμματα του έργου, όπως συνηθίζεται και σήμερα. Η πληροφορία αυτή αποτελεί τη πρώτη σπουδαία και αδιάψευστη πηγή, απ’ την οποία αναβλύζει ξεκάθαρα πως η πρώτη θεατρική παράσταση δόθηκε το 1897. Στο ίδιο βιβλίο, στη σελ. 36 και στις 18 Απριλίου 1902, διαβάζομε πως αγοράστηκαν η Γκόλφω, η Ψυχοκόρη και Ζητείται υπηρέτης γρόσ. 8. (Σημ. Και τα τρία βιβλία είναι θεατρικά, θα αγοράστηκαν για να δώσουν παραστάσεις και να πλουτίσουν το ρεπερτόριο του Αναγνωστηρίου).

 Στο βιβλίο πρακτικών Δ/κού Συμβουλίου και στο υπ’ αριθ. 59 της 15 Μαρτίου 1902 πρακτικόν, αναφέρεται ότι εν απαρτία απεφασίσθη κατόπιν ψηφοφορίας, όπως δοθούν θεατρικαί παραστάσεις τουλάχιστον δύο (2) υπέρ του Αναγνωστηρίου.

 Προς τούτο ωρίσθη ιδιαιτέρα επιτροπή ήτις θα εφρόντιζε διά τα «κατάλληλα». Επί των εισιτηρίων ήθελε «πατηθή» η σφραγίς του Αναγνωστηρίου.

Τα πρόσωπα του θεάτρου: Ιωάν. Αμανίτης, Νικ. Δεμιργκέλλης, Στ. Βύτινας, Παναγ. Ζαχαριάς, Θεοφρ. Παπανικολάου, Μιχ. Σκλεπάρης, Χρισ. Δ. Χριστοφίδης, Μιλτ. Χριστοφίδης, Ευρ. Μαριγλής, Μιχ. Σουσαμλής.

Η Επιτροπή: Χρισ. Στεφάνου, Ευστρ. Μανδαμάς, Ευστρ. Πολιτάκης, Δημ. Κύπριος, Βασ. Τζανετής, Αλκ. XηΠροκοπίου, Σταυρ. Βύτινας.

Σημ. Το πρακτικό αυτό αποτελεί τη πρώτη γάργαρη πηγή απ’ την οποία έχουμε ξεκάθαρα τα πρόσωπα που θα πάρουν μέρος στις παραστάσεις. Που αν όχι όλα απ’ αυτά που αναφέρει, τα περισσότερα ίσως να ήταν και οι πρώτοι ερασιτέχνες που ανέβηκαν στη σκηνή. Απ’ το πρακτικό αυτό φαίνεται πως τις παραστάσεις τις έδιναν για πολλούς σκοπούς. Ίσως φιλανθρωπικούς. Γι’ αυτό απεφάσισαν να δώσουν και δύο τουλάχιστον για το Αναγνωστήριο.

 Ίσως απ’ το παραπάνω πρακτικό ορισμένοι λεν πως οι θεατρικές παραστάσεις άρχισαν να δίνονται απ’ το 1902.

ΠΟΛΙΤΙΚΑ, 22/05/1972

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ Δ. ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ

Ο ελληνοαμερικανικός δημοσιογραφικός κόσμος θρηνεί μια σημαντική απώλεια στο πρόσωπο του Μιλτιάδη Δ. Χριστοφίδη

Default 1
ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΦΩΝΗ, 02-04-1959

ΣΤΡΑΤΗΣ Π. ΤΖΙΝΗΣ

Συνεχίζοντας την προσπάθεια καταγραφής γεγονότων που σχετίζονται με την Αγιάσο και όχι μόνο, επισκεφτήκαμε την 1 του Απρίλη του 2004, ημέρα Πέμπτη, στο διαμέρισμά του, στην οδό Ασπασίας 69, στο Χολαργό, το Στρατή Παναγιώτη Τζίνη και του πήραμε συνέντευξη. Συμπληρωματικά και διευκρινιστικά στοιχεία ζητήσαμε κατά τη δεύτερη επίσκεψή μας στις 13 του Ιούνη του 2005. Ο Στρατής Τζίνης, ενενηντατριάχρονος σήμερα, υπηρέτησε την ιδιαίτερή του πατρίδα από διάφορες θέσεις και την ωφέλησε ποικιλοτρόπως, κατά κοινή ομολογία, ακόμη και κατά τους χαλεπούς καιρούς του ανοίκειου και επιζήμιου εθνικά ναρθηκισμού του δημοκρατικού πολιτεύματος. Βασικά χαρακτηριστικά του η εργατικότητα, η προθυμία, ο ενθουσιασμός, η εντιμότητα, η τόλμη, η κοινωνικότητα, το ασίγαστο πάθος για το λαϊκό πολιτισμό και η έντονη διάθεσή του για προβολή του τόπου…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Γεννήθηκα στην Αγιάσο στις 10 Σεπτεμβρίου 1912. Ο πατέρας μου Παναγιώτης ήταν τσαγκάρης και ήταν γιος του Προκοπή Τζίνη. Η μητέρα μου λεγόταν Μαρία Μουτζουρέλη. Νουνά μου ήταν η πολύ καλή ράφτρα του χωριού Ειρήνη Αρβανιτέλη.

 

Το τσαγκαράδικο ο πατέρας μου το είχε στην Μπουτζαλιά, απέναντι από το σπίτι μας. Απασχολούσε και έναν κάλφα, το Στρατή Χρυσή, που ήταν γνωστός πιο πολύ με το παρατσούκλι «Κατζάλ’». Ήταν επιδέξιος τεχνίτης και έκανε λογιώ λογιώ παπούτσια, εργατικά, μποτίνια, παντόφλες. Επισκεπτόταν τα χωριά, τα σαββατοκύριακα, και πουλούσε το εμπόρευμά του. Τον εκτιμούσαν, γιατί ήταν καλός άνθρωπος. Πήγαινε στην Καλλονή, όπου γνωρίστηκε με τους κατοίκους. Εδώ μάλιστα έκανε και έναν κουμπάρο. Πήγαινε επίσης και στα χωριά της Γέρας. Εδώ γνωρίστηκε και με το αφεντικό Σουρλάγκα, που είχε το βυρσοδεψείο, το ταμπακαριό. Παράλληλα έκανε και μια άλλη δουλειά ο πατέρας μου. Έπαιρνε τα δέρματα των ζώων που σφάζονταν στην Αγιάσο και τα πήγαινε στο Πέραμα, στην επιχείρηση.

 

Default 5
Αναμνηστική φωτογραφία φίλων (18-1-1928). Διακρίνονται, από αριστερά: Στρατής Γιάννη Χατζηβασιλείου (Μπαλώτης), Πάνος Βασ. Τζανής, Στρατής Δημητρ. Δούκαρος, Νικόλαος Γεωργ. Βουνάτσος (μπροστά), Στρατής Παν. Τζίνης και Μιχάλης Παν. Χατζηπαναγιώτης (Σκανταλιάρης).
(Τη φωτογραφία παραχώρησε η Φιλίτσα Σταυρακέλη-Σκλεπάρη)
Επισκεπτόταν τα χωριά, τα σαββατοκύριακα, και πουλούσε το εμπόρευμά του. Τον εκτιμούσαν, γιατί ήταν καλός άνθρωπος. Πήγαινε στην Καλλονή, όπου γνωρίστηκε με τους κατοίκους. Εδώ μάλιστα έκανε και έναν κουμπάρο. Πήγαινε επίσης και στα χωριά της Γέρας. Εδώ γνωρίστηκε και με το αφεντικό Σουρλάγκα, που είχε το βυρσοδεψείο, το ταμπακαριό. Παράλληλα έκανε και μια άλλη δουλειά ο πατέρας μου. Έπαιρνε τα δέρματα των ζώων που σφάζονταν στην Αγιάσο και τα πήγαινε στο Πέραμα, στην επιχείρηση.

 

Εγώ δεν ακολούθησα το επάγγελμα του πατέρα μου. Το ακολούθησε όμως ο αδερφός μου, ο Δημητρός, που ήταν μεγαλύτερος από μένα. Αυτός ήταν πολύ μερακλής. Άμα έκανε παπούτσια και τα έβαζε στη ζυγαριά, το βάρος τους ήταν ακριβώς το ίδιο. Ο αδερφός μου παντρεύτηκε την Αμερισούδα Τάλιου. Συνέχισε την οικογενειακή παράδοση στο ίδιο τσαγκαράδικο, που ήταν, όπως είπα, στην ωραία Μπουτζαλιά, κοντά στο σπίτι του δασκάλου Χριστόφα Χατζηπαναγιώτη, στη γωνία. Μετά ο αδερφός μου τα παράτησε και τελικά συνταξιοδοτήθηκε ως υπάλληλος της ΔΕΗ. Από τότε που δούλευα στον Αλαμανέλη, τον είχα πάρει στο μηχανοστάσιο.

 

Εγώ δεν έμαθα την τέχνη του πατέρα μου. Πήγαινα στο τσαγκαράδικο, για να ξεκαρφώνω ή για να ισιώνω «καρφέλια». Είχα κλίση στη ζωγραφική. Είχα μάλιστα και ένα τρίποδο και το έστηνα απέναντι από το μαγαζί μας, όπου υπήρχε άδειος χώρος. Ανεβαίνοντας ο Ξενοφώντας Σουσαμλής, ο γνωστός Ξινόφ’ς, με έβλεπε και έλεγε στον πατέρα μου: Ρε, τι θέλ’ς τσι του βάζ’ς του μουρό στου παπ’τσίδ’κου; Εν του βλέπ’ς τούτου; Και έδειχνε το τρίποδο.

 

Πήγα στο Δημοτικό Σχολείο Αγιάσου και είχα δασκάλους το Στυλιανίδη, το Φωτεινέλη, το Λιάκατο. Μετά φοίτησα στο Ημιγυμνάσιο και είχα καθηγητές το Νουλέλη, τον Κύπριο, το Σκούνιογλου. Πήγα μόνο στην πρώτη τάξη και θυμάμαι τους συμμαθητές μου Παναγιώτη Τζανή και τον αυτοκινητιστή Στρατή Δούκαρο. Τα γράμματα δεν τα ήθελα. Με τραβούσαν οι μηχανές. Πήγαινα λοιπόν στο σταθμό του Ηλεκτροφωτισμού της Αγιάσου, παρακολουθούσα και μάθαινα. Θυμάμαι τους μηχανικούς, τον Πάρη Λεωνιδόπουλο, το Στέλιο, καθώς και τον ηλεκτρολόγο Παναγιώτη, που τον έλεγαν Νυχτερίδα.

 

Ο σταθμός παραγωγής ρεύματος ήταν σε αποθήκη, δίπλα στου Κακλαμάνου, στο στενό που οδηγούσε στο σπίτι του Χρίστου Χατζηκομνηνού, της Μπίλιας. Ήταν μια εγγλέζικη μηχανή Κάμπελ με γεννήτρια. Πήγαινα κάθε βράδυ και λάδωνα, αλλά έκανα και άλλες δουλειές, γιατί με εμπιστευόντουσαν, παρ’ όλο που οι μηχανές αυτές δούλευαν με δυο λουριά και ήταν επικίνδυνες. Προηγουμένως ο σταθμός ήταν κοντά στην Αγορά, δίπλα στο σπίτι του Δημητρού Καραμάνου, όπου υπήρχε μια αποθήκη, ένα μαγαζί. Εκεί λειτούργησε η πρώτη μηχανή.
Πήγαινα μαζί με τον Παναγιώτη, τη Νυχτερίδα. Σηκώναμε σκάλες και κάναμε εγκαταστάσεις. Όταν είδε ότι είχα προχωρήσει, με άφηνε μόνο και σιγά σιγά άρχισα να κάνω και εγώ μικροεγκαταστάσεις.

Default 8
Ο Στρατής Τζίνης και η κινηματογραφική μηχανή του, που και αυτή αποτελεί έκθεμα της Λαογραφικής Συλλογής του.
Ανάδοχος του Ηλεκτροφωτισμού στην Αγιάσο ήταν η Βάνα, κόρη του γιατρού Στρατή Δούκαρου και σύζυγος του δικηγόρου Στρατή Αλαμανέλη. Πρέπει να σημειώσω πως για ένα μικρό χρονικό διάστημα πήγα και στη Μυτιλήνη, στο Ηλεκτρολογικό Κατάστημα του Διονύση Χατζή, που ήταν καλός άνθρωπος και είχε συνεργείο με ηλεκτροτεχνίτες. Μετά με φώναξαν στον Ηλεκτροφωτισμό της Καλλονής, όπου και εργάστηκα επί δυο χρόνια. Εδώ υπήρχε μηχανή που λειτουργούσε για τον Ηλεκτροφωτισμό, αλλά και για το άλεσμα των σιτηρών. Ήταν του Συμεών Πρασακάκη, ο οποίος αργότερα έγινε και κουμπάρος μου, με πάντρεψε. Κουμπάρα μας έγινε και η Χρυσούλα, η κόρη του Στρατή και της Βάνας Αλαμανέλη. Με τη μεσολάβηση του Στρατή Δούκαρου, ο οποίος είχε μάθει για μένα, ήρθα ως ηλεκτροτεχνίτης στην Αγιάσο. Άμα ανακοίνωσα στον Πρασακάκη πως θα φύγω, στενοχωρέθηκε πολύ και έκλαψε. Στην Αγιάσο είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ με όλους όσοι υπηρέτησαν στον Ηλεκτροφωτισμό, από διάφορες θέσεις. Θυμάμαι τον εισπράκτορα Μιλτιάδη Σκλεπάρη, τους μηχανικούς Γιώργο Τσάκωνα και Στρατή Αλτιπαρμάκη ή Ρουγίδ’, που ήταν και μουσικός, τους βοηθούς Δημητρό Τζίνη και Ηλία Μακρέλη ή Ψυρκούδη, καθώς και άλλους.

 

Ήμουνα πρακτικός, δεν είχα τελειώσει τεχνική σχολή. Τοποθετήθηκα όμως ως ναύτης το 1932 στο πολεμικό «Ήφαιστος», από το οποίο πήρα και απολυτήριο. Εδώ γεμίζαμε τις μπαταρίες για τα υποβρύχια. Το σκάφος αυτό ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι του Πειραιά.

 

Όταν απολύθηκα, επέστρεψα στην Αγιάσο και άρχισα να δουλεύω πάλι στου Αλαμανέλη. Εντωμεταξύ χτιζόταν στην Καρυά η γνωστή Ηλεκτρομηχανή, η οποία τέλειωσε το Μάιο του 1936. Οφείλω να πω ότι δεν πήρα μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, γιατί δε με επιστράτευσαν. Πολύ αργότερα έδωσα εξετάσεις στην Αθήνα και έλαβα άδεια ηλεκτροτεχνίτη. Ως το 1963 ήμουνα υπάλληλος του Αλαμανέλη στον Ηλεκτροφωτισμό. Από το 1963 ως το 1970 εργάστηκα έχοντας άδεια εργοδηγού. Ήμουνα υπεύθυνος για όλο το δίκτυο της Αγιάσου, του οποίου έφτιαξα και τις εγκαταστάσεις. Υπήρχε στην Αγιάσο Γραφείο της ΔΕΗ, με προϊστάμενο εμένα και με γραμματέα το Δημητρό Καραμάνη.

 

Από το 1970 έως το 1974 ήμουνα δήμαρχος της Αγιάσου. Με κάλεσε επί Χούντας ένας ανώτερος αξιωματικός της Χωροφυλακής, ο οποίος είχε καλέσει προηγουμένως και άλλους, και μου είπε: Θέλουμε δήμαρχο. Του είπα ότι εγώ είμαι αγράμματος, ότι είμαι υπάλληλος της ΔΕΗ. Στο διάλογο με έβλεπε κρύο και ασκούσε πίεση. Το θέμα της ΔΕΗ είπε ότι θα το ρυθμίσει αυτός. Από τώρα, μου είπε, είσαι δήμαρχος. Του απάντησα ότι πρώτα πρέπει να εξηγηθούμε. Θα αναλάβω, αλλά θα δώσετε λεφτά, για να κάνουμε έργα στην Αγιάσο. Έτσι δέχτηκα. Ως δήμαρχος επικάλυψα αρχικά το χείμαρρο Απέσο, από το παρεκκλήσι περίπου της Αγίας Παρασκευής έως την Αγία Σωτήρα, ο οποίος περνώντας μέσα από το χωριό αποτελούσε εστία μόλυνσης. Αργότερα προχώρησα από το γεφύρι του Νεκροταφείου προς τα κάτω. Προχωρούσα συστηματικά. Διανοίξαμε και καθαρίσαμε με προσωπική εργασία το δρόμο από το Σανατόριο ως τον Ψωριάρη, ο οποίος βοηθούσε στην αξιοποίηση των γύρω περιοχών, από το Καγιάνι μέχρι τα Άντρια. Ανακαίνισα το Δημοτικό Ελαιοτριβείο. Δημιούργησα ομάδα Προσκοπισμού, καθώς επίσης και Φιλαρμονική. Ενδιαφέρθηκα για τις καρναβαλικές εκδηλώσεις, των οποίων την οργάνωση μετά από το Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξη» ανέλαβε για κάποιο χρονικό διάστημα ο Δήμος Αγιάσου, καθώς και για την τουριστική αξιοποίηση του τόπου.

Default 11
Από την οργάνωση των Γ’ Χριστοφιδείων (9-8-1959). Στο μικρόφωνο ο ευεργέτης Γεώργιος Χριστοφίδης, δεξιά του ο Στρατής Τζίνης, πίσω του ο αθλητής Άρης Κουζέλης, δεξιά του ο δάσκαλος Πολύδωρος Πρινίτης και ο γραμματικός του Δήμου Μιχάλης Γαλετσέλης, με τα χαρτιά στο χέρι…
(Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Πολύδωρος Πρινίτης)
Αναβιώσαμε το έθιμο να πηγαίνουν καβαλάρηδες στον Προφήτη Ηλία και ο κόσμος να τους περιμένει κατά την επιστροφή τους στον Απέσο. Επίσης, στις 22 Σεπτεμβρίου 1973, αναπαραστήσαμε με επιτυχία τον παραδοσιακό αγιασώτικο γάμο, τον οποίο είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν και πολλοί ξένοι τουρίστες, που επισκέφτηκαν το νησί μας. Για την επιτυχία αυτής της αναπαράστασης βοήθησαν πάρα πολλοί. Ανάμεσά τους και οι μουσικοί μας, με πρωτοπόρο το βιολιστή Χαρίλαο Ρόδανο. Συνεργείο της τηλεόρασης κινηματογράφησε την όλη τελετή με τα ενδιαφέροντα έθιμα της παλιάς εποχής.

 

Συνέβαλα στην ίδρυση του Λαογραφικού Συλλόγου Αγιάσου «η Παράδοση» το 1973, του οποίου διατέλεσα και πρόεδρος. Κύριος στόχος η διατήρηση, η αναβίωση και η προβολή εθίμων του τόπου μας, όπως είναι το Καρναβάλι, η Περικεφαλαία, η Σούσα, αλλά και άλλες πνευματοκαλλιτεχνικές δραστηριότητες, όπως είναι οι θεατρικές παραστάσεις.

 

Επί είκοσι πέντε χρόνια, από το 1964 – 1989, υπηρέτησα ως Επίτροπος στην Εκκλησία της Παναγίας. Συνεργάστηκα αρμονικά και αποδοτικά με τον πρωτοσύγκελο και μετέπειτα μητροπολίτη Ιάκωβο, με τους ιερείς, με τους επιτρόπους. Κατά την περίοδο αυτή έγιναν πολλά, το Ξενοδοχείο, το Πνευματικό Κέντρο, η δενδροφύτευση της αυλής της Εκκλησίας, το Βυζαντινό Μουσείο, όπου είχα έναν καλό και τίμιο άνθρωπο, το Στρατή Καλυφό, το Λαϊκό Μουσείο, που εγκαινιάστηκε το 1982 και που στεγάζεται κάτω ακριβώς από το Βυζαντινό Μουσείο, η διευθέτηση και η ταξινόμηση του αρχειακού υλικού, η καταγραφή των κειμηλίων. Επίσης πραγματοποιήθηκε η γεώτρηση στο Χάνι, σε βάθος 35 μέτρων, που έδωσε νερό στην εκκλησία. Το μαγαζί που είχε ο Κωνσταντής Μαϊστρέλης, η Αφατσιά, έγινε δεξαμενή διαστάσεων 4×4 μέτρα. Επίσης μπορούμε ν’ αναφέρουμε την τοποθέτηση καλοριφέρ στο ναό, το φωτισμό του κωδωνοστασίου, της αυλής και του εσωτερικού του ναού, καθώς και την αξιοποίηση του χώρου κάτω από το Συνοδικό, που λειτουργούσε παλαιότερα ως κρύπτη. Υπηρεσίες πρόσφερα και από άλλες θέσεις, όντας μέλος διαφόρων Επιτροπών, όπως του Χατζησπύρειου Κληροδοτήματος.

Default 14
Ο Στρατής Τζίνης ως πρόεδρος του Ελαιουργικού Πιστωτικού Συνεταιρισμού Αγιάσου επιδεικνύει τη νέα ελαιοσυλλεκτική μηχανή, το γνωστό «σκαντζόχοιρο».
(Από τη Συλλογή Γιάννη Χατζηβασιλείου)
Έκανα και τρία χρόνια, από το 1968 – 1970, πρόεδρος του Ελαιουργικού Πιστωτικού Συνεταιρισμού Αγιάσου. Κατόρθωσα να αυξήσω τα πιεστήρια και από πέντε να τα κάνω εφτά.

 

Επί είκοσι εφτά περίπου χρόνια, από το 1946 -1973, είχα συνεταιρικά με τον Αλαμανέλη την επιχείρηση του Κινηματογράφου. Ήταν, βέβαια, στο όνομα της συζύγου μου Σαπφώς, γιατί εγώ ήμουνα υπάλληλος της ΔΕΗ. Χειμερινός κινηματογράφος ήταν ο «Όλυμπος», σε ακίνητο του Στέφανου Βρανιάδη. Θερινός κινηματογράφος ήταν η «Όασις», που λειτουργούσε σε χώρο του Κήπου της Παναγίας. Βοηθούσαν ο Νίκος Τσεσμελής ως μηχανικός, ο Γρηγόρης Ψαρρός ή Χαντράλης ως τιτλαδόρος, η σύζυγός μου Σαπφώ ως ταμίας και ο Ηλίας Μακρέλης ή Ψυρκούδης στην είσοδο.

 

Ενδιαφέρθηκα και για τον αθλητισμό. Επί δεκαπέντε χρόνια ήμουνα πρόεδρος του Αθλητικού Ποδοσφαιρικού Συλλόγου «Όλυμπος». Συνεργάστηκα στενά με το μεγάλο ευεργέτη, ομογενή που έμενε στη Νέα Υόρκη, Γεώργιο Δημητρίου Χριστοφίδη. Μου έλεγε: Εσύ θα επιστατείς, δε θα δουλεύεις, δε θα σκάβεις, και εγώ θα πληρώνω, για να γίνει το Γυμναστήριο. Έγινε απαλλοτρίωση των γύρω χώρων και επέκταση. Έγιναν οι κερκίδες, τα καινούρια αποδυτήρια με ύδρευση του Χριστοφίδειου Δημοτικού Γυμναστηρίου. Το αθλητικό σωματείο δεν περιοριζόταν μόνο στον αθλητισμό, αλλ’ έκανε και άλλες εκδηλώσεις. Ανεβάσαμε στη σκηνή και θεατρικά έργα. Σκηνοθέτης ήταν ο Ηλίας Μακρέλης ή Ψυρκούδης.

 

Όταν έφυγα από την Εκκλησία, άρχισε να με βασανίζει η ιδέα της ίδρυσης ιδιωτικής λαογραφικής συλλογής, με εκθέματα κυρίως τοπικής βιοτεχνίας και λαϊκής τέχνης. Στην προσπάθεια αυτή με βοήθησαν κάποιοι χωριανοί, που μου χάρισαν αρκετά είδη. Ξόδεψα όμως και πολλά χρήματα, για ν’ αγοράσω ή για να φτιάξω είδη που έχουν πια εκλείψει. Ρώτησα για τη χρήση και λειτουργικότητα του κάθε αντικειμένου και συγκέντρωσα χρήσιμες πληροφορίες, που τις έχω καταχωρίσει σ’ ένα πολυσέλιδο βιβλίο. Η συλλογή αυτή, που στεγάζεται σε οίκημα της συζύγου μου στην είσοδο του χωριού, στην Καρυά, άρχισε να λειτουργεί από τις 16 Μαρτίου του 1990. Την επισκέπτονται πολλοί ντόπιοι και ξένοι χωρίς εισιτήριο και εκφράζουν τα θερμά τους συγχαρητήρια.

 

Στις 17 Οκτωβρίου 1943 παντρεύτηκα τη Σαπφώ Παναγιώτη Κουτσκουδή και το 1949 γεννήθηκε ο γιος μας Παναγιώτης, ο οποίος σπούδασε μηχανολόγος-ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Είναι παντρεμένος με τη δικηγόρο Ντίνα Παπαγιάννη και έχουν ένα γιο, το Στρατή, μαθητή Γυμνασίου σήμερα».

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 149/2005