ΕΦΑΓΑ ΠΑΤΣΑ…

Ένας γέρους Αγιασώτ’ς ήνταν άρρουστους στου Νουσουκουμείου τς Μυτιλήνς. Μες στουν ίδιου του θάλαμου πήγι παπα-Κουμής α μιταλάβ’ έναν που ήνταν βαριά άρρουστους. Μόλις τουν είδι γέρους, έκανι πους λαγουτσμάτι τσ’ έκουβι μι τ’ κόχ’ τ’ ματιού τ’ κίνησ’. Παπα-Κουμής ποίτσι κουβέντα μι του γιο τ’ γέρ’. Γέρους τσιμουδιά. Τν ώρα που μιταλάβινι παπα-Κουμής τουν άλλουν, ρώτ’σι γιου γέρους του γιοντ.

-Τίντα ‘λιγι παπάς;
-Να, ρώτ’σι μι, άμα θελς α μιταλάβς…
-Γιατί, μομ είμι για τσίνμα…
 

Φεύγουντας παπάς στάστσι στου κριβάτ’ τ’ γέρου.

-Τι κάνεις, κυρ Στρατή, περαστικά σου.
-Καλά, ω παπά, φχαριστώ. Συ πού γυρίγς;
-Να, γυρίζω και κοινωνώ τους αρρώστους στο Νοσοκομείο. Μήπως θέλεις να κοινωνήσεις και συ ή μήπως έφαγες τίποτα το πρωί;
-Έφαγα… έφαγα, ω παπά… πατσά…
 

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 55/1989

Περιμένουμε τα σχόλιά σας!