Αγιάσου, Παναγία

Η εις τα μεσόγεια της νήσου Λέσβου και τας υπώρειας του Ολύμπου κωμόπολις της Αγιάσου κατέστη γνωστή και πολυσύχναστος χάρις εις τα προϊόντα της, τας φυσικάς καλλονάς της, το υγιεινόν κλίμα της, την βιοτεχνίαν της, κυρίως όμως χάρις εις το ιερόν προσκύνημα της Υπεραγίας Θεοτόκου

Σας παραθέτω ένα ενδιαφέρον λήμμα για την Αγιάσο, από την Θρησκευτική & Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος Α’. ΕΚΔΟΤΗΣ: Αθαν. Μαρτίνος. ΑΘΗΝΑ 1962

Η εις τα μεσόγεια της νήσου Λέσβου και τας υπώρειας του Ολύμπου κωμόπολις της Αγιάσου κατέστη γνωστή και πολυσύχναστος χάρις εις τα προϊόντα της, τας φυσικάς καλλονάς της, το υγιεινόν κλίμα της, την βιοτεχνίαν της, κυρίως όμως χάρις εις το ιερόν προσκύνημα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Πλήθη προσκυνητών εξ όλης της Λέσβου προσέρχονται εις αυτό κατά τας ημέρας της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ότε εορτάζεται ο ναός ούτος, ως και καθ’ όλην την διάρκειαν του θέρους. Ο ενοριακός ναός της Παναγίας Αγιάσου κατέστη προσκυνηματικός όσον ουδείς άλλος της Λέσβου, χάρις ιδίως εις την εν αυτώ θαυματουργικήν εικόνα της Θεοτόκου.
Ο σωζόμενος μεγάλων διαστάσεων ναός της Παναγίας ανηγέρθη εκ βάθρων το 1815 από τον εξ Άγρας της Λέσβου κάλφαν Χατζηελευθέριον, ο δε διάκοσμός του συνεπληρώθη το 1838, επεσκευάσθη δε και διεκοσμήθη εκ νέου το 1895, κατά την υπέρθυρον επιγραφήν του. Εις το σκευοφυλάκιον του ναού φυλάσσεται ωραίον χρυσοκέντητον επιτραχήλιον μετά εικονογραφικού διακόσμου, εκλεκτόν έργον της μεταβυζαντινής κεντητικής, εις δε την βιβλιοθήκην του υπάρχουν αρκετά χειρόγραφα. Εις τον κυρίως ναόν υπάρχει επιμελώς εκτεθειμένη λαμπρά συλλογή μικρών βυζαντινών και μεταβυζαντινών εικόνων, μερικαί εκ των όποιων είναι αξιολόγου τέχνης.
Το μεγαλύτερον όμως ενδιαφέρον εξ όλων των εικόνων του ναού παρουσιάζουν δύο παλαιοί εικόνες της Παναγίας, η μεγάλη του τέμπλου και η προ αυτής επί προσκυνηταρίου μικροτέρα εικών. Η πρώτη θεωρείται υπό του καθηγητού Κωνστ. Καλοκύρη ως «Παλαιολόγειον έργον (ΙΔ’ αιών), το οποίον κατά τον ΙΣΤ’ αιώνα επιδιωρθώθη κατά την λεγομένην «Κρητικήν» τεχνοτροπίαν, ίδια μάλιστα εις τα πρόσωπα», η δε μικροτέρα, λίαν εφθαρμένη εκ του χρόνου, εικών, η οποία απεκαλύφθη το 1938, εστερεώθη και ετέθη εν πλαισίω εις κοινόν προσκύνημα, ανάγεται, κατά τον ίδιον, «μάλλον εις τους περί τον ΙΒ’ αιώνα χρόνους» (περ. Ο Ποιμήν, Κζ΄ [1961] σ. 2 παράρτ.). Εις τας επιγραφάς, τας οποίας φέρει η μεγάλη εικών, ονομάζεται η Παναγία, την οποίαν παριστά, Αγία Σιών («μρ ΘΥ η αγία Σιών»), ενώ εις την επιγραφήν της επιχρύσου επενδύσεώς της (1731) αυτή αύτη η εικών.
Η κωμόπολις της Αγιάσου και το προσκύνημά της μαρτυρούνται από του ΙΣΤ’ αιώνος. Εκ των ιστορικών πληροφοριών, τας οποίας έχομεν, συνάγεται ότι η Αγιάσος τότε ήτο μικρόν χωρίον, το οποίον φαίνεται να έχη την αρχήν του εις τον ΙΕ’ αιώνα. Ωνομάζετο δε τότε και μέχρι του ΙΗ’ αιώνος «Αγία Σιών». Το όνομα τούτο προσέλαβεν εκ του εν αυτή ναού, ούτος δε πάλιν εκ της εικόνος της Θεοτόκου ονομαζόμενης «Αγία Σιών» ή πιθανώτερον εκ της προσωνυμίας της Θεοτόκου. Το δε εν χρήσει και σήμερον όνομα της κωμοπόλεως «Αγιάσος», το οποίον απαντά από του ΙΗ’ αιώνος, προέρχεται μάλλον εκ του παλαιοτέρου εκείνου ονόματος της. Ο ναός δε της Παναγίας, ο οποίος από του ΙΕ αιώνος είναι ενοριακός ναός του χωρίου και παλλεσβιακόν προσκύνημα, παρουσιάζεται από του ΙΖ’ μέχρι του ΙΘ’ αιώνος και ως καθολικόν μοναστήριον.

Η θαυματουργή εικών Παναγίας της Αγιάσου
Η θαυματουργή εικών Παναγίας της Αγιάσου

Φαίνεται δ’ ότι συνεστήθη η μονή κατά τον ΙΣΤ’ αιώνα, ως και αι λοιπαί λεσβιακαί μοναί, παρέμεινεν όμως αύτη υποτυπώδης και ατροφική, καθ’ ο αστική.
Κατά την παράδοσιν, η μονή της Παναγίας Αγίας Σιών είναι μεσαιωνική μονή. Τούτο είναι πολύ πιθανόν, διότι παρουσιάζει υπέρ αυτού τας εξής ενδείξεις : α) Ο χρόνος της κτίσεως του χωρίου συμπίπτει περίπου προς την διάλυσιν όλων των μεσαιωνικών μονών της Λέσβου, λόγω της καταλήψεως της νήσου υπό των Τούρκων ( 1462). Το τοιούτον, η ανάπτυξις δηλ. εγκαταστάσεως εις θέσιν παλαιοτέρου μοναστηρίου, δεν είναι ασύνηθες εις την Λέσβον. Παρατηρείται εις τας μονάς της Παναγίας του Ξηροκάστρου, Παναγίας της Οδηγητρίας του Κάστρου, των Αγίων Θεοδώρων και πιθανώτατα του Ταξιάρχου Μανταμάδου. β’) Ο ναός της Παναγίας προϋπήρχε του χωρίου, ως εικάζομεν εκ των δύο εικόνων αυτού και μεταγενεστέρων μαρτυριών. Και γ’) Κατά τον ΙΣΤ’ αιώνα, ότε εκδηλούται εις όλην την Λέσβον μία τάσις ανασυστάσεως των διαλυθεισών μεσαιωνικών μονών (Μυρσινιωτίσσης, Αγίου Γεωργίου Παρασιγίου, Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου κ. λ. π.), παρατηρείται και η σύστασις της μονής αύτης. Η μοναστηριακή παράδοσις του διατηρηθέντος ναού της Παναγίας Αγίας Σιών ήτο τόσον ισχυρά, ώστε, αν και ούτος είχε μεταβληθή εις ενοριακόν, όμως επέβαλε την ανασύστασιν μοναστηρίου παρ’ αυτώ.
Η μεσαιωνική μονή της Παναγίας, της Αγίας Σιών, φαίνεται ότι ιδρύθη παλαιότερον του μικρού μεσαιωνικού κάστρου, μέρος του οποίου διατηρείται ακόμη επί της κορυφής του παρακειμένου λόφου «Καστέλι» εις απόστασιν 15-20 λεπτών της ώρας, εντός του οποίου υπάρχει ναΐδριον του Ταξιάρχου. Η ίδρυσις του κάστρου φαίνεται ότι επεβλήθη από λόγους ασφαλείας των μοναχών της μονής Αγίας Σιών, η οποία είχε κτισθή εις παλαιοτέρους χρόνους εις θέσιν, ήτις εξησφάλιζε μεν την κάλυψίν της. όχι όμως και την άμυνάν της προς τους συχνούς επιδρομείς του ΙΓ’, του ΙΔ’ και του ΙΕ’ αιώνος. Τοιαύτας δε μεσαιωνικάς μονάς ευρισκομένας πλησίον κάστρων έχομεν και άλλας εις την Λέσβον, όπως η μονή «Βούρκος». Η τάσις λοιπόν της μονής κατά τους τρεις τελευταίους αιώνας του Μεσαίωνος να καταστή οχυρά επέβαλε την ίδρυσιν του πλησίον της ευρισκομένου κάστρου.
Αλλά και η παλαιά παράδοσις, ότι υπήρχεν εις την Αγίαν Σιών μεσαιωνική σκήτη, δεν είναι διόλου απίθανος, διότι η ύπαρξις σκήτης πλησίον μονής η μάλλον η μεταβολή παλαιοτέρου ασκητηρίου εις μονήν δεν είναι τι ασύνηθες. Συνέβη εις τας λεσβιακάς μονάς του αγίου Αλεξάνδρου, της αγίας Θεοφανούς και της Παναγίας της Καλής Λαγκάδος.
Περί της αρχής και της παλαιοτέρας ιστορίας του προσκυνήματος υπάρχουν διάφοροι παραδόσεις. Εις όλας τας παραλλαγάς της παραδόσεως γίνεται λόγος περί κληρικού, κομιστού εκ των Αγίων Τόπων εικόνος της Θεοτόκου και άλλων ιερών κειμηλίων και περί ιδρύσεως υπ’ αυτού σκήτης πλησίον του σημερινού προσκυνήματος, η οποία κατέστη προσκύνημα. Επί τη βάσει της παραδόσεως αύτης, υπεστηρίχθησαν διάφοροι απόψεις. Υπεστηρίχθη ότι ο άγιος Γρηγόριος, επίσκοπος Άσσου, ίδρυσε τον ναόν της Παναγίας και κατέστησεν αυτόν μονήν. Η γνώμη αύτη εστηρίχθη μάλλον εις παρετυμολογίαν του ονόματος της Αγιάσου εκ του «άγιος Άσσου» και εις μερικάς ομοιότητας, τας οποίας παρουσιάζει η τοπογραφική περιγραφή του ναού, τον οποίον ίδρυσεν ο άγιος Γρηγόριος, με τον ναόν της Αγιάσου, εις τον βίον του άγιου τούτου. Αι ομοιότητες όμως αύται αποδεικνύονται συμπτωματικοί μετά την ανακάλυψιν των ερειπίων του ναού της μονής, την οποίαν έκτισεν ο άγιος Γρηγόριος, εις την περιφέρειαν Γέρας. Μερικοί, στηριζόμενοι, ως λέγουν, εις την παράδοσιν, συνδέουν την μεταφοράν της εικόνος της Θεοτόκου εκ της Ιερουσαλήμ με τους διωγμούς των εικονομάχων αυτοκρατόρων. Λέγουν δηλ., ότι κληρικός εκόμισε την εικόνα της Θεοτόκου εις την Αγιάσον, «φεύγων οργήν Ισαύρου εικονομάχου, ορμώμενος εξ Αγίας Σιώνος». Αλλά και η εκδοχή αύτη δεν φαίνεται πιθανή δια τον εξής κυρίως λόγον : Δεν είναι νοητόν διατί, είτε επί του Λέοντος Γ’ Ισαύρου (717-740) ,είτε επί του Κωνσταντίνου Ε΄ (741-775), επί του οποίου κυρίως εξαπελύθη σφοδρός και συστηματικός διωγμός κατά των εικονοφίλων μοναχών, ο κομιστής της εικόνος κληρικός άφησε την αραβοκρατουμένην τότε Παλαιστίνην, η οποία δεν επηρεάζετο από τους εικονοκλαστικούς διωγμούς, και ήλθεν εις Λέσβον, αφού, αντιθέτως, είναι γνωστόν, ότι αποτέλεσμα των μέτρων, τα οποία έλαβεν ο Κωνσταντίνος Ε΄, ήτο να μεταναστεύσουν εκ της Ελλάδος πολλοί μοναχοί εις τας ακτάς της Συρίας και Παλαιστίνης.

Από την λιτάνευσιν της ιεράς εικόνος
Από την λιτάνευσιν της ιεράς εικόνος

Το 1939 εδημοσιεύθη, το πρώτον, εις το περιοδικόν του ιερού Προσκυνήματος «Αγία Σιών» (Γ’, σ. 56-58) αυτόγραφος επιστολή του εξ Αγιάσου Π. Αποστόλου, την οποίαν ούτος απέστειλεν εκ Κωνσταντινουπόλεως εις Αγιάσον την 8ην Απριλίου 1704 και εις την οποίαν διαλαμβάνεται αντίγραφον εγγράφου του «άρχοντος της Λέσβου Κωνσταντίνου Βαλέριου». Δι’ αυτού εχορηγείτο άδεια εις τους χριστιανούς να κτίσουν τον πρώτον ναόν προς τιμήν της Θεοτόκου εις θέσιν «ένθα μιμνήσιον τύμβου μοναχοπρεσβύτου Αγάθωνος Εφεσίου κομιστού της άγιας εικόνος» της Θεοτόκου. Έφερε δε το έγγραφον την χρονολογίαν : «ΙΑ’ αιώνι Ο’ έτει ΙΖ’ Αυγούστου». Εδημοσιεύθη επίσης εις το αυτό περιοδικόν και «επίγραμμα πλακός ναού» της Θεοτόκου Αγίας Σιών, το οποίον κατείχεν επίσης ο Π. Αποστόλου και το οποίον επαναλαμβάνει τας πληροφορίας του εγγράφου και προσθέτει ότι ο Βαλέριος Κωνσταντίνος ήτο άρχων της Λέσβου επί αυτοκράτορος Μανουήλ Κομνηνού. Φέρει δε τούτο την χρονολογίαν: «ενέτει ςχπι’ ημέραν πεντεκαιδεκάτην μηνός Αυγούστου». Τα ανωτέρω αντίγραφα θα έπρεπε να θεωρηθούν σημαντικοί ιστορικαί πηγαί δια την ιστορίαν του προσκυνήματος, εάν θα ήτο δυνατόν ν’ αποδειχθή η γνησιότης των. Δυστυχώς όμως υπάρχουν πολλοί λόγοι πείθοντες μάλλον περί του αντιθέτου. Πλην των άλλων, αι αναγραφόμεναι εις αυτά χρονολογίαι γεννώσιν εύλογους υπονοίας περί της πλαστότητός των. Εν πρώτοις είναι άγνωστος κατά τον Μεσαίωνα η από Χριστού χρονολογία και μάλιστα εις αιώνας, ως παρατηρείται εις το «έγγραφον παροχής αδείας» οικοδομής του ναού. Έπειτα η χρονολογία αυτού «ΙΑ’ αιώνι Ο’ έτει» δεν αντιστοιχεί προς το 1170. έτος της βασιλείας του Μανουήλ Κομνηνού, αλλά προς το 1070. Προφανώς ο συντάκτης του ηγνόει ότι ο ΙΑ’ αιών περιλαμβάνεται μεταξύ των ετών 1001 και 1100. Αλλά και εις την από κτίσεως κόσμου χρονολογίαν του «επιγράμματος» αστοχεί ο συντάκτης του, διότι εις την θέσιν της μονάδος μεταχειρίζεται δεκάδα (ι).
Αι ως άνω υποστηριχθείσαι απόψεις αποδεικνύονται ατυχείς. Ως εκ τούτου, η σύστασις και η παλαιοτέρα ιστορία του προσκυνήματος Αγιάσου θα πρέπει να συσχετισθούν προς άλλα ιστορικά γεγονότα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡ. Β. Β ρ α ν η, Το εξακουστόν προσκύνημα, ήτοι περιγραφή της εν Λέσβω κωμοπόλεως Αγιάσσου και της εν αυτή υπαρχούσης άγιας και θαυματουργού εικόνος της Κυρίας ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, Σμύρνη, 1861. Στ. Αναγνώστου, Η Λεσβίας. 1850. σ. 137 – 138. 156. Οικον. Σ. Τάξη. Συνοπτική ιστορία και τοπογραφία της Λέσβου. Κάιρον. 1909. σ. 95, 98. Ευστρ. Δράκου. Μελέτη επί της ιστορίας της Εκκλησίας της Λέσβου, Δράμα, 1928, σ. 24. Του αυτού. Ιστορία της Εικοσιφοινίσσης μονής επί του Παγγαίου και αγιολογία της Λέσβου, Δράμα. 1928. σ. 15. Ο Ποιμήν. περ. Ί. Μητρ. Μυτιλήνης. 6τ. ΙΑ’ (Ι946)-ΚΓ’ (1958). Περ. Αγία Σιών. δελτίον Ι. προσκυν. Αγιάσου. Α’ (1937 – 1938) – Γ’ (1939). Ε. Κλεομβρότου (νυν Μητρ. Μυτιλ. Ιακώβου), Συνοπτική ιστορία της εκκλησίας Λέσβου, ο Ποιμήν, Ε’ 155 παρ. Στρ. Κολαξιζέλη, θρύλος και ιστορία της Αγιάσου, τεύχη 5. M. Richard Repertoire des bibliotheques et des catalogues de manuscrits Grecs Paris 1958, σ. 140. Γαβριήλ, μητρ. Μηθύμνης. Περιγραφή της Λέσβου, εκδ. Ι. Φουντούλη. Αθήναι, 1960, σ. 32.

ΙΩ. ΜΟΥΤΖΟΥΡΗΣ

Επιστολές ενός εξορίστου

Καταθέτω στό Ἀναγνωστήριο Ἁγιάσου, μέ τιμή και ἀγάπη στό ἔργο πού ἐπιτελεῖ, ΕΙΚΟΣΙ ΕΠΙΣΤΟΛΙΚΑ ΔΕΛΤΑΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΡΤΕΣ ΑΠΟ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟ, ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΕΞΟΡΙΣΤΟ ΣΤΗΝ ΙΚΑΡΙΑ.
‒Φαίδων Χατζηδημητρίου, Φθινόπωρο 2022‒

Τά πρόσωπα πού ἀλληλογραφοῦν κατοικοῦσαν, μόνιμα ἤ προσωρινά, στήν Ἰκαρία καί στήν Ἁγιάσο. Ὅταν συνέλαβαν καί ἐξόρισαν τόν πατέρα μου, κατοικούσαμε στήν πόλη τῆς Μυτιλήνης, ἐκεῖνος, ἡ μητέρα μου Μαρία, ἐγώ (δυόμισι ἐτῶν), στό σπίτι τῶν γονιῶν του, Δημητροῦ καί Μαριάνθης Χατζηδημητρίου. Προέκυψε ζήτημα ἐπιβίωσης. Ἡ οἰκονομική βοήθεια πού ἄρχισε νά στέλνει ἀπό τήν Ἀμερική ἡ ἀδελφή τοῦ πατέρα μου Φωτεινή δέν ἐπαρκοῦσε. Ἔτσι, ἡ μητέρα μου μέ πῆρε κι ἐγκατασταθήκαμε στήν Ἁγιάσο, στό πατρικό της (μητέρα της ἡ Διαμάντη Καναρέλλη, πατέρας της ὁ παπα-Χριστόφας Κανιμᾶς). Κι ἐκεῖ τά οἰκονομικά περιορισμένα, ἀφοῦ ὁ παππούς μου, μετά ἀπό πεντάμηνη κράτηση στίς φυλακές τῆς Μυτιλήνης γιά τήν ἐνεργό συμμετοχή του στό ΕΑΜ, ἀντιμετώπιζε ἀργίες καί δυσμενῆ ὑπηρεσιακή μεταχείριση. Ἡ μητέρα μου κατέβαινε συχνά στή Μυτιλήνη, γιά νά βοηθᾶ τά πεθερικά της κι αὐτοί μᾶς ἐπισκέπτονταν στήν Ἁγιάσο.

Σημειώσεις:

  1. Τά εἴκοσι δελτάρια καί κάρτες ἀποτελοῦν ἕνα μέρος τῆς ἀλληλογραφίας μεταξύ τῶν παραπάνω προσώπων. Ἡ φωτογραφία τοῦ Κεμερλῆ ἀπό τά «Τσαμάκια Μυτιλήνης» εἶναι κάρτα τῆς γειτόνισσάς μας Μηλιᾶς καί τῆς κόρης της Ξανθούλας (στενές μας φίλες στη Μυτιλήνη).
  2. Τά κόκκαλα τοῦ Γιάννη Χατζηδημητρίου βρίσκονται στόν οἰκογενειακό τάφο τοῦ παπα-Κανιμᾶ στήν Ἁγιάσο.

ΑΘΛΗΤΙΚΑΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Εν μέσω επεισοδίων και κατόπιν σκληρού αγώνος, ο Απόλλων νίκησε στην Αγιάσο τον τοπικό Όλυμπο με 2-0

ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ, 06/10/1970

ΟΙ ΜΟΝΙΜΟΙ ΛΙΜΕΝΟΦΥΛΑΚΕΣ

Στις Δημόσιες Σχολές Εμπορικού Ναυτικού, έγινε προ ημερών μια σεμνή τελετή ενώπιον του κ. Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και της ηγεσίας του Λιμενικού Σώματος.
Ορκίστηκαν 360 νέοι μόνιμοι Λιμενοφύλακες.
Ο θεσμός καθιερώνεται για πρώτη φορά

ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ, 24/10/1970