ΔΕΣ’ ΤΟΥ ΣΤΣΥΛΟΥ

Γιου Σταύρους πάγινι στα χουριά αρβύλις. Στα Βασιλ’κά αντάμουσι ένα γιουλντάσιντ τσι κάτσαν στου καφινέ τσι ρακουπίναν. Μι τ’ κουβέντα πέρασι γη ώρα, πήγι μισάν’χτα. Λέγ’ φίλουσιντ: τούλουγια θα φυγς μες στ’ νύχτα. Έλα στου σπίτ’ να τσμηθείς τσι φεβς, άμα ξμηρώσ’. Σκουθήκαν τσι παραπατώντας πήγαν στου σπίτ’. Βρότξι τ’ πόρτα τσ’ ίβγι γη γναίκαντ. Μόλις τουν είδι, ίβαλι τς φουνές. Γιου Σταύρους αλαργάριψι. –Έλα, τ’είπι του γιουλντάσιντ. –Δέσ’ του στσύλου, λέγ’ Σταύρους. –Εμ εν έχου στσύλου. Λέγ’ Σταύρους: θαρρείς του!

ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΗΝΑΣ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 58/1990

ΚΑΝ’ ;

Για να γιλά ένας Αγιασώτ’ς, ρώτ’σι του παπά του Πιτσέλ’.

Ε παπά, κάν’ α σκαλώσου σήμιρα που ‘νι Σάββατου;

Λέγιντ γιου παπάς:

κάνι ό,τ’ θα κανς τώρα που μπουρείς, γιατί σι καμπόσα χρόνια θαν εχς κάθα μέρα Σάββατου.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΗΝΑΣ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 50/1989