ΟΙ ΚΕΤΣΕΤΖΗΔΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ

Άλλοτε στην Αγιάσο υπήρχαν «πιλητές», κετσετζήδες. Η τέχνη τους , είχε πέραση, το προϊόν τους ήταν περιζήτητο σ’ όλο το νησί, ακόμα κι έξω απ’ αυτό. Το δούλευαν οι σαμαράδες, τότε που τα υποζύγια ήταν πολλά. Έντυναν μ’ αυτό τα σαμάρια. Στο πάνω μέρος, κάτω από το δέρμα, έβαζαν λεπτό κετσέ, ενώ στο κάτω, που ακουμπούσε στη ράχη και στα πλευρά, έβαζαν χοντρό, για να μην πληγώνονται τα ζώα. Το δούλευαν οι καπιστράδες και το ’βαζαν στις μεσιές και στους «καπνουδέτες» (καπουλοδέτες). Το χρησιμοποιούσαν οι τσομπάνηδες, γιατί μ’ αυτό γίνονταν οι ασήκωτες αχειρίδωτες κουκουλάτες κάπες, τα «κιπινέτσια», που προστάτευαν από τις βροχές, τα χιόνια και τις παγωνιές. Επίσης το χρησιμοποιούσαν κάποτε κάποτε κι οι νοικοκυρές σαν καρπέτα. Οι μανάδες το έβαζαν στις κούνιες…

Τα κετσετζήδικα ήταν στο Σταυρί. Φαίνεται πως θα λειτουργούσαν από πολύ παλιά. Οι γεροντότεροι θυμούνται δυο απ’ αυτά. Ίσως να μη χρειάζονται και περισσότερα. Το ένα το είχε ο Πάνος Κτενάς (Χτένα), που έμαθε την τέχνη από τον πατέρα του Περικλή – κοντά στην Καμάρα, από δεξιά, καθώς αρχίζει ο κατήφορος της Πατωμένης. Ένα διάστημα στον ίδιο χώρο ο Πάνος Κτενάς είχε εστιατόριο -καφενείο, ασκούσε άλλο επάγγελμα. Τώρα είναι ερείπιο. Το άλλο το είχε ο Προκοπής Χατζηκομνηνός (Κολλυβάς), κάτω από το κέντρο Φαμάκα, προτού φτάσουμε στα σκαλιά. Και τούτο από καιρό έπαψε να λειτουργεί.

Εκτός από τον Πάνο Κτενά και τον Προκόπη Χατζηκομνηνό, υπήρχαν κι άλλοι που δούλεψαν στα κετσετζήδικα. Απ’ αυτούς αναφέρουμε το Στρατή Κτενά, το Χριστόφα Χατζηκομνηνό, το Γρηγόρη Γεωργίου Συναδινό (Βαρού), που διακρίθηκε κι ως ερασιτέχνης του Αναγνωστηρίου, τον Ηλία Χριστόφα Σιάχο, τον Παναγιώτη Νικολάου Νουλέλη (Ρουδιά), ο οποίος μετά, για ένα διάστημα, άνοιξε δικό του εργαστήρι στην Αθήνα, τον Ευάγγελο Ντογραματζή (Φουνιά), το Στρατή Δούκα Γριμανέλη, το μακαρίτη Προκόπη Σαβέλη (Πατάτα) και τα παιδιά του και κυρίως τον Αναστάση που είναι στην Αυστραλία. Επειδή ήταν περιορισμένος ο αριθμός τους, δεν είχαν σινάφι, όπως άλλοι επαγγελματίες. Ήταν ίσως προσκολλημένοι στους τσερβουλάδες – καπιστράδες, που είχαν προστάτη τον Άγιο Σπυρίδωνα και γιόρταζαν στις 12 Δεκεμβρίου.

ketsetzides
Το δοξάρι κι οι δουλευτές του. Διακρίνονται από αριστερά ο Γρηγόρης Συναδινός (Βαρού) κι ο Ηλίας Σιάχος.
(Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Στρατής Γραμμέλης)

Η πρώτη ύλη που χρησιμοποιούσαν ήταν τ’ αρνόμαλλα. Τ’ αγόραζαν από τους τσομπάνηδες, αλλά κι από τους βυρσοδέψες, τους ταμπάκηδες. Τα ταμπάκικα ή ταμπακόμαλλα τα προτιμούσαν, γιατί ήταν περασμένα από ασβεστερές και ξαίνονταν πιο εύκολα, αλλά και γιατί ήταν πιο φτηνά. Αν δεν επαρκούσαν τα «εγχώρια», αγόραζαν κι από άλλα χωριά του νησιού, αλλά κι από αλλού. Σε μικρές ποσότητες χρησιμοποιούσαν και γουρουνότριχες, για να σφίγγει ο κετσές, να «ψήνεται», όπως έλεγαν.

Η επεξεργασία άρχιζε από το «στοίβασμα». Έτσι λεγόταν η ξάνση, το «λανάρισμα» των μαλλιών. Αυτή γινόταν μ’ ένα καμπυλωτό πλατανίτικο δοξάρι, στο οποίο ήταν προσαρμοσμένη μια γερή χορδή, η «κόρδα», όπως την έλεγαν. Έβαζαν μπροστά τα μαλλιά, χτυπούσαν μ’ έναν κόπανο τη χορδή κι αυτή τα πετούσε στην άκρη και τα έξαινε.

Τα ξασμένα μαλλιά, στη συνέχεια, τα άπλωναν σε μια ψάθα, που ήταν φτιαγμένη από καλάμια και καζίλι. Είχε διαστάσεις ίσαμε 10 μέτρα μήκος και 4 μέτρα φάρδος. Το πρώτο αυτό στρώμα το έβρεχαν με λιωμένο σαπούνι, το «ψχουρντίζαν», για να πετύχει η συγκόλληση. Μετά έκαναν ρολό την ψάθα και την πατούσαν με τα πόδια, για να καθίσουν τα μαλλιά (κλότσμα). Στη συνέχεια την άνοιγαν, έβαζαν δεύτερη πάτωση, έριχναν σαπούνι, την έκαναν πάλι ρολό, όπως και πριν. Αυτή η δουλειά συνεχιζόταν, ώσπου να δέσει καλά το μαλλί. Μετά γινόταν το στάφνισμα, το κόψιμο σε μικρότερα κομμάτια, το άπλωμά τους σε τσόλια, το βρέξιμό τους με ζεστό σαπουνόνερο και το νέο «κλότσμα». Αυτό ήταν και το τελευταίο στάδιο. Ο κετσές μετά πια ήταν έτοιμος.

Οι Αγιασώτες κετσετζήδες κάλυπταν τις ανάγκες όχι μόνο του χωριού τους, αλλά κι άλλων χωριών. Στη Μυτιλήνη μάλιστα είχαν κάτι σαν πρατήριο του προϊόντος τους. Πήγαιναν και στα χωριά, στη Γέρα, στο Πλωμάρι, ακόμα και στη διπλανή Χίο. Σήμερα δεν υπάρχουν πια κετσετζήδικα. Γίνεται εισαγωγή κετσέδων απ’ αλλού. Όσοι εργάστηκαν σ’ αυτή την τέχνη αναγκάστηκαν να την παρατήσουν, ν’ αναζητήσουν άλλο βιοποριστικό επάγγελμα…

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 27/1985

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΔΗΜ. ΧΟΥΤΖΑΙΟΣ

dimitrios xoytzaios
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝ. ΧΟΥΤΖΑΙΟΣ Ένας Μοραΐτης που ρίζωσε στην Αγιάσο.
(Τη φωτογραφία παραχώρησε η Χρυσώ Αγγελή-Καρίνη)

Ο Μιλτιάδης Χουτζαίος γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1887. Ο παππούς του Παναγιώτης καταγόταν από το χωριό Κοσμάς της επαρχίας Κυνουρίας κι ήρθε στη Λέσβο για εργασία με το γιο του Δημήτριο, ο οποίος παντρεύτηκε την Αγιασώτισσα Αικατερίνη Καλπακέλη. Είχαν ελληνική υπηκοότητα και το σπίτι τους, που βρισκόταν εκεί περίπου που σήμερα είναι το σπίτι της μακαρίτισσας Μυρσίνης Βατρικά Γαλετσέλη, ήταν σαν προξενείο, σαν άσυλο που δεν μπορούσαν να το παραβιάσουν οι Τούρκοι. Είχαν μάλιστα το δικαίωμα στις ελληνικές γιορτές να υψώνουν τη γαλανόλευκη.

Ο Δημήτριος Χουτζαίος, καθώς κι ο πατέρας του, ήταν γνωστοί και ως Μαγκανάδες. Το παρατσούκλι αυτό το χρωστούσαν στο επάγγελμα που εξασκούσαν. Ήταν πλανόδιοι ξάντες βαμβακιού, είχαν μάγκανο. Αργότερα ακολούθησαν το επάγγελμα του κεραμοποιού. Είχαν κεραμιδαριό στην Αγριά, στου Σαμουήλ τα ράχτα. Κατασκεύαζαν τούβλα (νεμέδες) και κεραμίδια.

Ο Μιλτιάδης, μικρότερος αδελφός του λαμπρού καλλιτέχνη φωτογράφου Σίμου, έφυγε στην Αμερική. Το 1912 κατατάχτηκε στη Λεσβιακή Φάλαγγα ως εθελοντής κι ήρθε στο αγωνιζόμενο νησί του, μαζί με πολλούς άλλους Λέσβιους. Το 1913 παντρεύτηκε την Παναγιωτούδα Ευστρατίου Εμβάλωμα ή Μαγέλη κι απόκτησε ένα γιο, που ως κοιλάρφανος πήρε τ’ όνομά του. Τον σκότωσε ένας συμπατριώτης του, ο Ψείρας, την 1 Ιουλίου 1914 (εφ. «Λέσβοο> 2-7 1914 (689) και 19-7-1914 (704)).

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 26/1985

ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΡΩΤΟΔΙΚΕΙΩΝ ΑΓΙΑΣΟΥ

Οι Αγιασώτες πάντοτε έβρισκαν τρόπους να σπάνε τη μονοτονία της καθημερινότητας. Μέσα στην κλειστή κοινωνία τους γίνονταν εφευρετικοί, προπαντός οι νέοι, οι μπεκιάρηδες. Σοφίζονταν πολλά, έκαναν του κόσμου τις τρέλες, έδιναν μια νότα χαράς σ’όλο το χωριό.

Συνηθισμένες άλλοτες ήταν οι εκδικάσεις αγαπητικοϋποθέσεων από έκτακτα δικαστήρια, τα ερωτοδικεία. Μια τέτοια υπόθεση εκδικάστηκε λίγους μήνες πριν από την κήρυξη του πολέμου, στις 7 Ιούλη 1940, στον Αϊ-Σπυρίδωνα. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου, κατά τα πρακτικά της δίκης, που μου παραχώρησε ο Μιλτιάδης Σκλεπάρης, ο αρχιστράτηγος φον Ρουσδή Αράς, σωσίας του Τούρκου πολιτικού Ρουσδή, απόφοιτος της Σχολής Εφαρμογής Πυροβολικού Ατζέλικας, του Σχολείου Εφαρμογής Κοφτερούς, πορθητής των φρουρίων Βέρθας και Λιλής. Αυτός, σύμφωνα με το από 22 Ιούνη 1940 παραπεμπτικό βούλευμα, παραβίασε τους κανονισμούς που ρύθμιζαν όσα είχαν σχέση με τους αγαπητικούς, έδειξε ανικανότητα κι αμέλεια, παράτησε τη θέση του, παράδωσε «αμαχητί» μεγάλη ποσότητα υλικού κι έγινε αίτιος να καταληφθεί από γερόγατους καίριο ερωτόκαστρο στη θέση Καρυά. Αγαπητικοδίκες ήταν ο Χριστόφας Μούχαλος (πρόεδρος), ο Στρατής Καβαδέλης (σύνεδρος), κλητήρας ο Στρατής Τζίνης, δημόσιος κατήγορος ο Μιλτιάδης Σκλεπάρης, συνήγορος ο Στρατής Πολ. Αναστασέλης (Γιαπρακάδινα) κι ο Στρατής Ηρ. Αναστασέλης (Τασιός), εκτελεστής της απόφασης του δικαστηρίου ο Γιάννης Χατζηλεωνίδας κι ακροατές ο Στρατής Χατζηπροκοπίου (γιατρός), ο Δημήτρης Μουτζουρέλης κι ο Στρατής Στεφάνου.

myrtaplus_038
Ο συνήγορος Στρατής Πολ. Αναστασέλης, ενώ αγορεύει…

Λίγο αργότερα ξέσπασε ο πόλεμος κι ακολούθησε η Κατοχή. Δεν υπήρχε πια περιθώριο για χωρατά, δεν υπήρχε διάθεση για γέλιο. Ο κόσμος μαζεύτηκε, έπνιξε τις χαρές του. Ήταν η εποχή που έπρεπε ν’ αγωνιστεί κανείς για την επιβίωση τη δική του και της οικογένειάς του…

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 22/1984

ΟΙ ΑΓΙΑΣΩΤΕΣ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ

Στο τεύχος αυτό κρίνουμε καλό να δώσουμε ό,τι μας αφηγήθηκε στην Αγιάσο, στις 25 Αυγούστου 1983, ο Παναγιώτης Χρυσάνθου Χατζηπαναγιώτης. Η αφήγησή του παρουσιάζει ενδιαφέρον και καλύπτει σε γενικές γραμμές το χρονικό διάστημα από το 1914 μέχρι το 1922. Γίνονται αναφορές στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην εκστρατεία στη Μεσημβρινή Ρωσία (1919), καθώς και στη Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-1922). Η αφήγηση είναι σύντομη κι απλή. Παρουσιάζει αρκετά κενά κι έτσι δεν είναι εύκολη η παρακολούθηση των κινήσεων και της δράσης των μονάδων στις οποίες υπηρέτησε ο αφηγητής. Πρέπει να σημειωθεί πως είναι δύσκολο, ύστερα από εβδομήντα περίπου χρόνια, να δώσει κανείς με κάθε δυνατή λεπτομέρεια τα πολεμικά γεγονότα που έζησε.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Παναγιώτης Χατζηπαναγιώτης
Ο αφηγητής Παναγιώτης Χρυσ. Χατζηπαναγιώτης

Γεννήθηκα στην Αγιάσο το 1893. Μας έκαναν δυο κλάσεις, 13Α και 13Β. Την πρώτη την πήραν το Γενάρη και τη δεύτερη λίγο αργότερα, το Μάρτη του 1914. Εγώ ανήκα στη δεύτερη. Κατατάχτηκα στη Μυτιλήνη. Το νησί είχε λευτερωθεί. Από τη Μυτιλήνη πήγαμε στη Θεσσαλονίκη την ίδια χρονιά. Το 1916 που έγινε το κίνημα, εγώ βρισκόμουνα ακόμα στη Θεσσαλονίκη. Τη χρονιά αυτή μας είχαν απολύσει για ένα διάστημα, αλλά μετά μας ξανακαλέσανε.

Ο λόχος μου ανήκε στο 4ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους. Έκανα αρχικά στα Πορόια. Εδώ είχε φυλάκια με πέτρες. Οι κάτοικοι ήταν βουλγαρόφωνοι, δεν ήξεραν ελληνικά. Το 1917 μας πήγαν στα Βοδενά κι από εκεί στο Μοναστήρι, στα Βιτώλια. Εδώ φυλάγαμε τη γραμμή. Μετά το Μοναστήρι πήγαμε στο Σκρα, αλλά δεν πήραμε μέρος στις επιχειρήσεις. Αυτές τις ανέλαβαν άλλα Συντάγματα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους, το 5ο και το 6ο. Το δικό μας το Σύνταγμα μεταφέρθηκε στην Πελοπόννησο και στρατολογούσαμε με έδρα την Τρίπολη. Πήγαμε και στη Σπάρτη, στο Γύθειο, όπου ο Βενιζέλος είχε φυλακισμένους τους βασιλικούς. Μετά τη στρατολογία ανεβήκαμε πάλι στο Μακεδονικό Μέτωπο. Εγώ δεν πήρα μέρος στις επιχειρήσεις του Σκρα. Πήραν μέρος όμως πολλοί άλλοι Αγιασώτες και μερικοί απ’ αυτούς σκοτώθηκαν, όπως ο Γεώργιος Σουλογάνης, ο κουνιάδος του Στρατή Μπαριτέλη.

Το 1919 πήρα μέρος στην εκστρατεία της Ουκρανίας. Ήταν κι άλλοι Αγιασώτες, αλλά δε θυμάμαι κανέναν. Εγώ κατατάχτηκα στο

17/1983
Ανάμνηση από τη Θεσσαλονίκη. Εικονίζονται από αριστερά ο Παναγιώτης Ακαμάτης κι ο Χριστόφας Σπ. Αϊβαλιώτης, που πέθανε από τις κακουχίες του πολέμου στις 17-9-1920 στην Αγιάσο.
(Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Βασίλης Χρ. Αϊβαλώτης)

1ο Πεζικό Σύνταγμα. το οποίο πήρε άντρες που έπρεπε να απολυθούν. Δεν ήταν μονάδα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους.

Πήρα μέρος με Σύνταγμα της Χ Μεραρχίας στις επιχειρήσεις του Εσκί Σεχίρ. Αργότερα τραβήξαμε στο Σαγγάριο και πήραμε μέρος στις εκεί επιχειρήσεις. Μετά τα μεσάνυχτα οι Τούρκοι μας έκαναν συνέχεια αιφνιδιασμούς, μας χτυπούσε τακτικός στρατός. Μέραρχο είχαμε τον Πέτρο Σουμίλα. Στις επιχειρήσεις του Σαγγαρίου ήμουνα δεκανέας, ενώ στην Ουκρανία στρατιώτης. Αργότερα όσοι πήραν μέρος στις επιχειρήσεις του Σαγγαρίου έγιναν λοχίες.

Κατά την οπισθοχώρηση είχαμε τους Τσερκέζους που μας οδηγούσαν. Αυτοί αγαπούσαν τους Έλληνες. Πίσω μας βρίσκαμε Τούρκους, γιατί δεν είχε γίνει καλά η εκκαθάριση. Εμείς φτάσαμε στα Μουδανιά κι από εκεί περάσαμε στη Ραιδεστό. Εδώ ήταν αναρχία, έδερναν τους αξιωματικούς, γύρευαν απολυτήρια. Είχαν περάσει αναρχικά στοιχεία. Το τάγμα μας έφερε την τάξη. Κάτσαμε μέχρι που να εκκενωθεί η Ανατολική Θράκη. Μετά απολύθηκα κι ήρθα στη Μυτιλήνη“.

περιοδικό ΑΓΙΑΣΟΣ, 17/1983

17/1983
Όταν κάποτε οι Τούρκοι στρατολογούσαν τους Έλληνες…
Ο οδοντίατρος Αρχοντής Κοντούλης, αξιωματικός, ανάμεσα σε δύο Τούρκους συναδέλφους του