8-Ημερολόγιο του δεκανέα αυτοκινήτων Αναστασέλλη Ευστρ.

Σήμερα τα ίδια. Ο αέρας έκοψε λίγο και φάνηκαν τα γύρω βουνά. Χιόνι. Εν’ άσπρο σάλι τυλίχτηκε η Μακεδονία

19/12/1940

Σήμερα τα ίδια. Ο αέρας έκοψε λίγο και φάνηκαν τα γύρω βουνά. Χιόνι. Εν’ άσπρο σάλι τυλίχτηκε η Μακεδονία. Όλα σταμάτησαν. Με κόπο ένα αυτοκίνητο πήγε στ’ Αμύνταιο κ’ έφερε τρόφιμα. Συνεργεία άνοιξαν το δρόμο. Το μεσημέρι ήρθε ο Δουκάκης μαζί μ’ άλλους 10. Όλοι τους παγωμένοι, ταλαιπωρημένοι. Του δίνουμε κονιάκ. Ώρες κάνει να συνέλθει. Το βράδυ κοιμήθηκε νωρίς. Είναι άρρωστος. Η περιπέτεια τούτη τον αφάνισε. Δίπλα μου στην ίδια κουβέρτα μουγκρίζει πονεμένα. Αδέρφι πόσο υπέφερες! Έτσι πέρασε και τούτη η μέρα ανάμεσα στην άγρια χειμωνιά που ‘ναι γνώρισμα της Ροδώνας.


20/12/1940

Το κρύο μαλάκωσε λίγο. Μας έκαναν προσκλητήριο και μας μίλησε ο διοικητής. Δουλειά τώρα. Τ’ αμάξια ένα ένα διορθώνονται. Όλοι σε κίνηση. Φαΐ ξερό. Ψάχνω για ξύλα, δεν έχει. Πέρασε η μέρα χωρίς κανένα επεισόδιο. Έχουμε αρρώστους πολλούς απ’ την τελευταία περιπέτεια. Το βράδυ σπίτι τα παιδιά κουβεντιάζουν για γυναίκες. Μάταιος πόθος που τον κεντρίζει μια αρρωστημένη φαντασία. Έχω πέσει στο διάβασμα. Λίγα βιβλία βρεθήκαν στο σπίτι. Σήμερα διάβασα το «Η άτιμη παρθένα» του Ν. Δούρου.

Τα παιδιά έχουν απόψε κέφι. Ο Σωτήρης μάγκας Αθηναίος κάνει τόσες ξυπνάδες σε βάρος του Αλεξανδροπολίτη Κουρτίδη. Ο Δουκάκης είναι ακόμα άρρωστος στο πόδι.


21/12/1940

Τίποτα το ξεχωριστό. Σήμερα είχαμε λιακάδα για λίγο. Το χιόνι δε λιώνει. Χτες βράδυ κατέβηκαν λύκοι στο χωριό. Είναι τώρα λίγες μέρες που άρχισαν να γυρεύουν το φαΐ τους στα χωριά. Ένα οδηγό κι ένα ναύτη τους φάγανε στο δρόμο της Φλώρινας. Πόσοι κίνδυνοι!


22/12/1940

Κάνω υπηρεσία στη Μοίρα. Επιβλέπω για τη συντήρηση των αυτοκινήτων. Τ’ απόγευμα άρχισε να χιονίζει. Το βράδυ μας δώσανε ρέγγα. Βρήκα κρέας και ψώνισα. Μαγειρεύω για τους 6 συντρόφους. Την ώρα που τρώμε άξαφνα μου πονάει το δόντι που με κάνει να φρίξω. Οι πόνοι εξακολουθούν και τώρα που γράφω. Είναι 2 πρωινή. Κάθουμαι στο τραπέζι. Μια μικρή γκαζόλαμπα μου φωτάει. Μ’ ένα μαχαίρι προσπαθώ να βγάλω το βούλωμα του δοντιού. Άδικος κόπος. Μου πονάει χειρότερα. Έτσι θα ξημερωθώ απόψε. Οι σύντροφοι κοιμούνται μακάρια. Ακούω τα ροχαλητά και τις ανάσες τους. Το μυαλό μου πάει στα μακρινά, στους δικούς μου, στην αγάπη μου. Τι δυστυχισμένος που ‘ναι κανείς στη μοναξιά του θε μου! Έξω χιονίζει.

Περιμένουμε τα σχόλιά σας!